Πύργος Οθέλλου

Image

Φρούριο στο λιμάνι της Αμμοχώστου, στο βορειοανατολικό άκρο της τειχισμένης πόλης. Αποτελούσε τμήμα των οχυρώσεων της Αμμοχώστου  αλλά ήταν ανεξάρτητο οχυρό από άποψη διοίκησης. Όπως και σε όλα τα άλλα φρούρια της Κύπρου της περιόδου της Φραγκοκρατίας (εκτός εκείνων που ανήκαν στα Τάγματα των Ναϊτών και Ιωαννιτών) ο διοικητής διοριζόταν από το βασιλιά, ήταν ιδιαίτερα έμπιστος αξιωματούχος και υπόλογος μόνο στο βασιλιά.

 

Το φρούριο είναι γνωστό στα νεότερα χρόνια ως Πύργος του Οθέλλου, λόγω της τραγωδίας «Οθέλλος» του Ουίλλιαμ Σαίξπηρ. Ο Σαίξπηρ δεν αναφέρει ονομαστικά την Αμμόχωστο ως τον χώρο της τραγωδίας του που την τοποθετεί «σε ένα λιμάνι στην Κύπρο». Δεδομένου όμως ότι κατά την περίοδο της Βενετοκρατίας, οπότε τοποθετείται χρονικά το έργο, η Αμμόχωστος ήταν το κύριο λιμάνι της Κύπρου και ιδιαίτερα σημαντικός χώρος για τους Βενετούς, δικαιολογημένα θεωρήθηκε ότι ο μεγάλος δραματουργός θα είχε υπόψιν την Αμμόχωστο.

 

Ωστόσο και στην περίπτωση αυτή, η τραγωδία θα έπρεπε λογικά να ετοποθετείτο στο Βενετικό ανάκτορο στο κέντρο της μεσαιωνικής Αμμοχώστου, απέναντι από τον καθεδρικό ναό του Αγίου Νικολάου, και όχι σε ένα στρατιωτικό χώρο.

 

Πάντως φαίνεται ότι ο Σαίξπηρ είχε ως πρότυπο για το συγκεκριμένο του έργο ένα Βενετό αξιωματούχο που είχε υπηρετήσει στην Κύπρο το 1506-1508, τον Κριστόφορο Μόρο (δες λήμμα Μόρο Κριστόφορο). Εν πάση περιπτώσει, η ονομασία Πύργος του Οθέλλου καθιερώθηκε για το φρούριο της Αμμοχώστου, που ήταν γνωστό κατά τις εποχές της λειτουργίας του ως η ακρόπολη της πόλης. Το οχυρό φαίνεται να είχε πρωτοκτιστεί τον 11ο αιώνα από τους Βυζαντινούς. Δεν σώζονται όμως ίχνη από το αρχικό εκείνο κτίσμα, εφόσον ξανακτίστηκε αργότερα, ισχυρότερο, από τους Λουζινιανούς. Ακόμη πιο ύστερα ενισχύθηκε σημαντικά από τους Βενετούς και πήρε τη μορφή στην οποία σώζεται σήμερα, αν και σήμερα δεν σώζεται ο επάνω όροφός του.

 

Το φρούριο των Λουζινιανών ήταν διώροφο ορθογώνιο οικοδόμημα με μεγάλη εσωτερική αυλή, ενισχυμένο από τέσσερις τετράγωνους πύργους στις ισάριθμες γωνιές του. Οι Βενετοί αργότερα επεξέτειναν το φρούριο προς τα ανατολικά, την πλευρά της θάλασσας, και προς τα νότια, την πλευρά προς το λιμάνι και την πόλη. Έκτισαν ημικυκλικούς αντί τετράγωνους πύργους-προμαχώνες με κυριότερο, μεγαλύτερο και ισχυρότερο τον προμαχώνα Σανμικέλε στο βόρειο άκρο της ανατολικής πτέρυγας του φρουρίου. Ο προμαχώνας αυτός δέσποζε της εισόδου του λιμανιού της Αμμοχώστου, την οποία και ήλεγχε. Από τον προμαχώνα αυτό εκτεινόταν προς τα ανατολικά ο βραχίονας της εισόδου του λιμανιού. Ο όροφος του φρουρίου κατεδαφίστηκε το 1492 από τον τότε Βενετό διοικητή Νίκολο Φοσκαρίνι, του οποίου το όνομα βρίσκεται, μαζί με το λιοντάρι-σύμβολο της Δημοκρατίας της Βενετίας, σε μαρμάρινη πλάκα εντοιχισμένη πάνω από τη νεότερη και σημερινή είσοδο του φρουρίου. Επί Λουζινιανών η είσοδος βρισκόταν στη δυτική πτέρυγα του φρουρίου, αλλά κλείστηκε από τον Φοσκαρίνι που άνοιξε άλλη είσοδο στο ανατολικό άκρο της νότιας πτέρυγας, στη ρίζα του ημικυκλικού πύργου. Προφανώς με τη δημιουργία νέας εισόδου επιδιωκόταν η αμεσότερη επικοινωνία με τα ανατολικά παράκτια τείχη της πόλης αλλά και το λιμάνι. Εξάλλου η πύλη της πόλης που άνοιγε στο λιμάνι, η ονομαζόμενη Πύλη της Θάλασσας, βρίσκεται σε κοντινή απόσταση από την είσοδο του φρουρίου και νοτιότερά της.

 

Το φρούριο, όπως και εκείνα της Κερύνειας και των άλλων παραθαλάσσιων πόλεων, περιβαλλόταν από τάφρο που γέμιζε από θαλασσινό νερό, ενώ η ανατολική του πλευρά «ακουμπούσε» στα νερά του λιμανιού. Από την πλευρά αυτή εκτεινόταν και χοντρή αλυσίδα που όταν τεντωνόταν έκλεινε την είσοδο του λιμανιού.

 

Σήμερα σε καλύτερη κατάσταση σώζεται η μεγάλη μακρόστενη αίθουσα (95Χ25 πόδια) που καταλαμβάνει τη βόρεια πλευρά του φρουρίου και είναι κτίσμα του 14ου αιώνα. Οι αίθουσες που αποτελούσαν τη δυτική πτέρυγα είναι μισοερειπωμένες, ενώ ό,τι σώζεται από τη νότια πτέρυγα είναι μία μεγάλη στοά. Από στοά αποτελείται και η είσοδος στο φρούριο, η οποία οδηγεί στην εσωτερική αυλή.

 

Το φρούριο της Αμμοχώστου υπήρξε, φυσικά, στενότατα συνδεδεμένο με τα στρατιωτικοπολιτικά γεγονότα που βίωσε η πόλη. Από το 1373 η πόλη και το φρούριό της είχαν καταληφθεί από τους Γενουάτες και κρατήθηκαν για ένα σχεδόν αιώνα, έως ότου και την πόλη και το φρούριο ανακατέλαβε ο βασιλιάς Ιάκωβος Β΄ (1460-1474). Η ονομασία Πύργος του Οθέλλου έχει πλέον καθιερωθεί, παρά το ότι δεν πρόκειται για πύργο αλλά για φρούριο.

Φώτο Γκάλερι

Image
Image
Image
Image
Image
Image
Image