Τύχη

Image

Αρχαία ελληνική κατώτερη θεότητα, προσωποποίηση της τύχης, της ευτυχίας κατ' επέκταση, του απροσδόκητου και της σύμπτωσης. Αναφέρεται ως θεότητα, μια από τις θυγατέρες του Ωκεανού, ήδη από τον  Όμηρο. Κατά τον Ησίοδο (Θεογονία, 360), η Τύχη ήταν κόρη του Ωκεανού και της Τηθύος. Κατ' άλλες μυθολογικές παραλλαγές, ήταν κόρη του Διός, ο οποίος της είχε δώσει τη δύναμη ν' αποφασίζει για τις τύχες των θνητών ανθρώπων, ή ακόμη ήταν θυγατέρα της Πρόνοιας κι αδελφή της Τάξης και της Πίστης.

 

Ως θεότητα, η Τύχη εργαζόταν μυστικά και σκοτεινά, ήταν ευνοϊκή σε μερικούς ανθρώπους τους οποίους ανύψωνε και βοηθούσε με διάφορους τρόπους, ενώ δεν ήταν καθόλου ευνοϊκή για άλλους τους οποίους κατακρήμνιζε. Η Τύχη εθεωρείτο ακόμη ότι ήταν τυφλή ή άθλια ή αγαθή ή ακόμη δαιμονική, σοφή κλπ. Είχε, δηλαδή, πλήθος διαφορετικών χαρακτηριστικών, ενώ άλλες αρχαίες πηγές μαρτυρούν και περαιτέρω αρχαίες αντιλήψεις, ότι λ.χ. η Τύχη δεν ήταν θεότητα, ότι οι ίδιοι οι θεοί ήταν κύριοι της τύχης των ανθρώπων, ότι η τύχη εξαρτάτο από την καλή ή κακή διάθεση των θεών, ότι ήταν μια από τις Μοίρες κλπ.

 

Πάντως ως θεότητα η Τύχη λατρεύθηκε εκτεταμένα από τον αρχαίο κόσμο που είχε πολύ ισχυρό το αίσθημα της τύχης ή της ατυχίας, το δε όνομά της χρησιμοποιήθηκε και για σχηματισμό ανθρωπίνων ονομάτων (λ.χ. Ευτύχιος, Τύχιος, Τυχικός). Ιδιαίτερα λατρευόταν στην αρχαία Ολυμπία (με το επίθετο Αγαθή), στην Αθήνα, στην Κόρινθο, στο  Άργος, στη Θήβα, στη Μεσσήνη, στη Μεγαλόπολη, στη Σικυώνα, στην Αλεξάνδρεια κ.α. Στην Αλεξάνδρεια υπήρχε το περισσότερο φημισμένο από τα ιερά της, που το καθένα ονομαζόταν Τυχαίον.

 

Η Τύχη, ως θεότητα, είχε λατρευθεί και στην αρχαία Κύπρο, όπου μαρτυρείται και η ύπαρξη ναών αφιερωμένων σ' αυτήν, ή και βωμών. Σύμφωνα προς τα σχετικά ευρήματα, φαίνεται πως η Τύχη είχε λατρευθεί στην Κύπρο ιδίως κατά τα Ελληνιστικά χρόνια, οπότε συμβόλιζε την τάξη των πραγμάτων και μάλιστα ταυτίστηκε με τη Νέμεσιν και τη Δικαιοσύνη, ως θεά παγκρατής, δηλαδή που κρατούσε τα πάντα στα χέρια της. Έτσι, εκτός από την προσωπική πίστη των ατόμων, φρόντιζαν ακόμη και οι πόλεις να έχουν τη δική τους Τύχη. Σε επιγραφές που βρέθηκαν στην Κύπρο γίνεται λόγος για την Τύχη Χυτρίων (= των κατοίκων της πόλης των Χύτρων) και για την Τύχη τῆς μητροπόλεως Πάφου. Μάλιστα στη σχετική με την Πάφο επιγραφή, που βρέθηκε στην Παλαίπαφο (Κούκλια), αναφέρονται μια Απολλωνία Κρατερού κι ο σύζυγός της Πατροκλής Πατροκλέους ως ιδρυτές ενός Τυχαίου (= ναού της Τύχης) κι ως αρχιερείς της θεάς. Εφόσον δε τα δυο αυτά άτομα ήσαν αρχιερείς της θεάς Τύχης, σημαίνει ότι υπήρχαν κι αρκετοί άλλοι λειτουργοί της που ήταν ιερείς.

 

Σε άλλη επιγραφή, προερχόμενη από τη Νέα Πάφο, βρίσκεται χαραγμένο επιτύμβιο επίγραμμα ενός νέου, του Κρίσπιου, που είχε πεθάνει σε ηλικία 20 χρόνων. Ο θάνατός του αναφέρεται ότι ήταν «δείγμα του πεπρωμένου» που ορίζει για τους θνητούς η Τύχη:

 

...Δεῖγμα Τύχη θνητοῖς θῆκεν ἀνωμαλίην...