Γεωλογία

Εμφάνιση της Κύπρου

Image

 Η ανοδική κίνηση του ωκεάνιου φλοιού και του ανώτερου μανδύα της Γης στην περιοχή της Κύπρου οφείλεται στην κατάδυση της Αφρικανικής πλάκας ή άλλης μικρότερης πλάκας κάτω από την Ευρασιατική που είχε σαν αποτέλεσμα την αποκοπή του ωκεάνιου φλοιού και μέρους του ανώτερου μανδύα της Γης και της μερικής ανύψωσής του. Η κύρια όμως ανυψωτική δύναμη πιστεύεται ότι οφειλόταν στη σερπεντινίωση (εφυδάτωση) των πετρωμάτων του ανώτερου μέρους του μανδύα της Γης (χαρτζβουργίτη) που είχε σαν αποτέλεσμα τη σημαντική αύξηση του όγκου των πετρωμάτων με επακόλουθο τη μείωση του ειδικού βάρους και τη σταδιακή ανύψωση του σερπεντινιωμένου μέρους του ανώτερου μανδύα της Γης. Η ανύψωση, που ήταν σταδιακή, άρχισε πριν από 70 εκατομμύρια χρόνια και συνεχίζεται πιθανώς μέχρι σήμερα.

 

Η πρώτη ξηρά στην περιοχή του Τροόδους εμφανίζεται πριν από 20 εκ. περίπου χρόνια (Κατώτερη Μειόκαινη). Γύρω από το μικρό αυτό νησί τα νερά είναι γενικά αβαθή και σχηματίζονται ύφαλοι και λιμνοθάλασσες. Περί τη Μέση Μειόκαινη περίοδο, δηλ. πριν από 15 περίπου εκατομ. χρόνια όπως αναφέρθηκε πιο πάνω, λόγω μεγάλων καταστροφικών τεκτονικών κινήσεων κυρίως στη βόρεια πλευρά της Κύπρου, τεράστια τεμάχια ασβεστόλιθων και δολομιτών που εναπετέθησαν βορειότερα (σημερινός βορράς), της Κύπρου πριν από 250 περίπου εκατομμύρια χρόνια, μετακινήθηκαν νότια και τελικά ανυψώθηκαν πάνω από την επιφάνεια της θάλασσας σχηματίζοντας δεύτερο νησί. Η λεκάνη μεταξύ των δυο νησιών, η Μεσαορία, καθώς και οι γύρω περιοχές καλύπτονται από αβαθή μέχρι και βαθιά νερά και δέχονται τα προϊόντα διάβρωσης των ασβεστόλιθων του Πενταδάκτυλου και των εκρηξιγενών πετρωμάτων του Τροόδους. Κατά την περίοδο αυτή σχηματίζονται σε λιμνοθάλασσες που αποκόπηκαν μερικώς από την υπόλοιπη θάλασσα, τα κοιτάσματα των εβαποριτών της Κύπρου, δηλ. γύψων, σελεστίτη και άλατος. Το τελευταίο εντοπίστηκε σε βάθος 884 μέτρων στην περιοχή του χωριού Τσέρι. Το κοίτασμα έχει πάχος 300 περίπου μέτρων αλλά οι άλλες δυο διαστάσεις του είναι άγνωστες.

 

Απολιθώματα κώνων και ξύλων κωνοφόρων δέντρων που ανευρέθησαν σε πλειοκαινικούς αργίλους, δηλ. 5 εκ. χρόνων περίπου, φανερώνουν ότι μέρος του Τροόδους καλυπτόταν με δάση. Η ανυψωτική κίνηση συνεχίζεται και στην Πλειστόκαινη περίοδο, που αρχίζει πριν από 1,8 εκ. χρόνια. Περί το τέλος της, ολόκληρη σχεδόν η Κύπρος βρίσκεται πάνω από τη θάλασσα. Εξαίρεση αποτελούν η κοιλάδα της Μόρφου, η περιοχή Αμμοχώστου και ορισμένες άλλες παραθαλάσσιες περιοχές των οποίων η ανύψωση συμπληρώνεται πολύ πρόσφατα, δηλ. πριν από 100.000 περίπου χρόνια. Κατά την Πλειστόκαινη περίοδο λόγω της ισχυρής ανοδικής κίνησης του Τροόδους με κέντρο τον Όλυμπο, το Τρόοδος ανέρχεται στα σημερινά του επίπεδα, δηλ. 2.000 μέτρα πάνω από την επιφάνεια της θάλασσας και υφίσταται έντονη διάβρωση. Τα προϊόντα της διάβρωσης αυτής, τα γνωστά μας αμμοχάλικα ή χαβαροχάλικα καλύπτουν ένα μεγάλο μέρος της Μεσαορίας και των παρυφών του Τροόδους.

 

Παλαιοντολογία: Η γεωλογική ηλικία των ιζηματογενών πετρωμάτων καθορίζεται από την παρουσία χαρακτηριστικών απολιθωμάτων ζώων ή φυτών που έζησαν σε συγκεκριμένες γεωλογικές περιόδους. Στην περίπτωση της Κύπρου τα απολιθώματα αυτά είναι κυρίως μικροαπολιθώματα και ειδικότερα διάφορα γένη και είδη ακτινοζώων και τμηματοφόρων. Σε ορισμένους όμως σχηματισμούς όπως στους Άνω Τριαδικούς ασβεστολίθους του Συμπλέγματος των Μαμωνιών, απαντώνται και χαρακτηριστικά μακροαπολιθώματα όπως οι αμμωνίτες, ναυτιλοειδή, υδρόζωα και κοράλλια. Στους σχηματισμούς Λευκάρων, Πάχνας και Καλαβασού (γύψος) ανευρίσκονται απολιθώματα ψαριών, στους νεώτερους δε σχηματισμούς όπως της Κορωνιάς (Ανώτερη Μειόκαινη) αφθονούν τα κοράλλια και όστρακα μαλακίων. Στους σχηματισμούς της Πλειόκαινης – Πλειστόκαινης απαντάται πληθώρα οστράκων μαλακίων και πολύ σπανίως δέντρων όπως κωνοφόρων. Τέλος στους σχηματισμούς της Πλειστόκαινης - Ολόκαινης ανευρέθησαν απολιθώματα θηλαστικών όπως ιπποπόταμων, ελεφάντων, νυκτερίδων, ποντικών και φαλαινών.