Κινύρας

Κινυράδες- οι απόγονοι του Κινύρα

Image

Οι Κινυράδες, οι απόγονοι του Κινύρα και διάδοχοί του στο βασιλικό και αρχιερατικό αξίωμα, υπήρξαν η πιο γνωστή και λαμπρή τάξη των ιερέων της Αφροδίτης στην Κύπρο. Αρχίζοντας από τον ίδιο τον Κινύρα, διατήρησαν διαδοχικά το προνομιακό τους αξίωμα για εννιακόσια περίπου χρόνια, ως την κατάκτηση της Κύπρου από τους Πτολεμαίους. Στις αρχαίες πηγές υπάρχουν πολλές αναφορές στους Κινυράδες. Ανάμεσά τους είναι και οι ακόλουθες:

 

Ο Σχολιαστής του Πινδάρου, θέλοντας να εξηγήσει γιατί ο ποιητής αναφέρει τον Κινύρα στον δεύτερο Πυθιονίκη του, κάμνει λόγο για τους Κινυράδες, που τους ονομάζει Κινυρίδες, λέγοντας ότι ήταν απόγονοι του Κινύρα και «αφιερωμένοι ιερείς της θεάς στην Κύπρο». Για τους Κινυράδες ως απογόνους του Κινύρα ομιλεί και ο Ησύχιος στο Λεξικόν του, χαρακτηρίζοντας τους ως ιερείς της Αφροδίτης. Την πληροφορία για τους απογόνους του Κινύρα ως φορείς της βασιλικής και ιερατικής εξουσίας ενισχύει και ο Πλούταρχος, ο οποίος στα 'Ηθικά του αφηγείται και μια ιστορία για τον Αλύνομο ή Αβδαλώνυμο* τελευταίο απόγονο της γενιάς των Κινυραδών.

 

Η ιερατική τάξη των Κινυραδών ήταν πιθανώς χωρισμένη σε διάφορους βαθμούς. Απ' αυτούς πιο γνωστοί ήταν ο «ἱερεύς τῆς ἀνάσσης», που ανήκε στον ανώτατο θρησκευτικό άρχοντα, και ο «ἀγήτωρ», που φαίνεται ότι ήταν ο υπεύθυνος των θυσιών. Άλλος ιερατικός τίτλος ήταν ο «νύχιος νηοπόλος», που αποτελούσε ίσως τον νυχτερινό επιμελητή του ναού. Αναφέρεται ακόμη και «ἀνθηφόρος ἀρχιέρεια». Η διαδοχή στο αξίωμα του αρχιερέα γινόταν με αυστηρότατο τρόπο, ύστερα από λεπτομερή έλεγχο της γνήσιας καταγωγής του νέου αξιωματούχου από τον Κινύρα. Αρχικά οι Κινυράδες ήταν μαζί αρχιερείς και βασιλιάδες όλου του νησιού. Αργότερα όμως, μετά τη διαίρεση της Κύπρου σε μικρότερα βασίλεια, η βασιλική τους εξουσία περιορίστηκε μόνο στην Πάφο, ενώ η θρησκευτική του δικαιοδοσία εξακολούθησε να καλύπτει όλη την Κύπρο. Επρόκειτο δηλαδή για μια θεοκρατία, που, τηρουμένων των αναλογιών, μπορεί να παραλληλιστεί προς την αντίστοιχη δύναμη που απέκτησε αργότερα ο παπισμός.

 

Η αίγλη και το γόητρο του αρχιερατικού αξιώματος των Κινυραδών στην Πάφο διατηρήθηκαν πάντοτε τόσο μεγάλα, ώστε όταν ο Πτολεμαίος της Αιγύπτου κατάργησε τα βασίλεια της Κύπρου και συγκέντρωσε στα χέρια του όλες τις εξουσίες, άφησε άθικτα τα καθιερωμένα προνόμια των Κινυραδών από τον κατώτερο βαθμό ως το αξίωμα του «ἱερέως τῆς ἀνάσσης».

 

Χαρακτηριστικό είναι και το περιστατικό ανάμεσα στον Ρωμαίο κατακτητή της Κύπρου (58 π.Χ.) στρατηγό Κάτωνα και τον τοπικό Πτολεμαίο βασιλιά της Κύπρου. Ο Κάτων*, σύμφωνα με τον Πλούταρχο (Βίος Κάτωνος τοῦ νεωτέρου, 35), θέλοντας να καταλάβει την Κύπρο χωρίς πόλεμο, έστειλε τον φίλο του Κανίδιο να πείσει τον Πτολεμαίο να παραιτηθεί από τον θρόνο και σε αντάλλαγμα να αναλάβει την αρχιεροσύνη του ναού της Αφροδίτης στην Πάφο. Ο Πτολεμαίος απέρριψε την πρόταση και αυτοκτόνησε. Η προσφορά όμως του Κάτωνος είναι αποδεικτική της μεγάλης εκτίμησης όλων απέναντι στο ιερατικό αξίωμα που για αιώνες κατείχαν οι Κινυράδες.

 

Τελευταίος από τους Κινυράδες υπήρξε ο βασιλιάς της Πάφου Νικοκλής* ο Τιμάρχου, ο οποίος, με το τραγικό τέλος του (310 π.Χ.), έκλεισε τον κύκλο της ζωής της μεγάλης γενιάς των απογόνων του Κινύρα.

 

Τα «Μυστήρια» των Κινυραδών: Παράλληλα προς τις κοινές λατρευτικές τελετές που γίνονταν στην Πάφο προς τιμήν της Αφροδίτης με τη συμμετοχή όλων των προσκυνητών (βλέπε λήμμα Αφροδίτη - λατρεία), μαρτυρούνται και ειδικές μυστηριακές τελετές, γνωστές με το όνομα «Μυστήρια των Κινυραδών». Οι πληροφορίες γι’ αυτά είναι πολύ φτωχές και ασαφείς εξαιτίας της εχεμύθειας που επιβαλλόταν στους μύστες. Από τις λίγες πληροφορίες που έχουν διασωθεί, φαίνεται ότι η μύηση ακολουθούσε τρεις βαθμίδες. Η πρώτη ήταν προπαρασκευαστική, η δεύτερη αποτελούσε την κύρια τελετή και η τρίτη απέβλεπε στην τελειοποίηση των μυστών.

 

Η μύηση στην πρώτη βαθμίδα διαρκούσε τέσσερις μέρες. Ο μυούμενος έδινε στον ιερέα του ναού ένα νόμισμα και έπαιρνε από αυτόν αλάτι και το ομοίωμα ενός φαλλού. Η ανταλλαγή είχε συμβολική σημασία. Έδειχνε ότι ο μυούμενος αποφάσιζε να παραμερίσει την καθημερινότητα που εκπροσωπούσε το νόμισμα και να στραφεί σε ψηλότερες επιδιώξεις. Ο φαλλός συμβόλιζε τη γονιμότητα και το αλάτι τη θαλάσσια προέλευση της Αφροδίτης. Την πρώτη μέρα ο μυούμενος έπαιρνε μέρος σε αγώνες, που, κατά την κοινή αντίληψη των αρχαίων, συντελούσαν στην ηθική εξύψωση του ανθρώπου. Ανάλογοι αγώνες αναφέρονται και στα Ελευσίνια μυστήρια. Τη δεύτερη μέρα οι μυούμενοι πήγαιναν στη θάλασσα, όπου καθαρίζονταν, και την τρίτη πρόσφεραν στη θεά αναίμακτες θυσίες, καρπούς και κλαδιά δέντρων. Τη νύκτα της τρίτης προς την τέταρτη μέρα έμεναν άγρυπνοι στο ιερό και το πρωί ανακηρύσσονταν μύστες από τον αρχιερέα, ο οποίος τους πρόσφερε τον «πυραμούντα», μια πίτα από αλεύρι και μέλι, ὅν ὁ διαγρυπνήσας μέχρι τῆς ἔω ἐλάμβανε (που έπαιρνε εκείνος που έμενε άγρυπνος ως το ξημέρωμα). Η όλη τελετή τέλειωνε με «ἐλαιοχρίστια», επάλειψη δηλαδή με λάδι του ιερού λίθινου κώνου που συμβόλιζε τη θεά μέσα στο ιερό.

 

Η μύηση στη δεύτερη βαθμίδα διαρκούσε δυο μέρες και σχετιζόταν με τον μύθο της Αφροδίτης και του Άδωνι. Την πρώτη μέρα, που λεγόταν «αφανισμός», οι μύστες θρηνούσαν τον θάνατο του Άδωνι και στόλιζαν με λουλούδια το νεκρικό του κρεβάτι ψάλλοντας επιτάφιους ύμνους. Τη δεύτερη μέρα, που είχε το όνομα «εὓρεσις», γιορταζόταν με εκδηλώσεις χαράς και εύθυμους ύμνους η ανάσταση του νεαρού θεού.

 

Η τρίτη βαθμίδα αναφερόταν στην τελειοποίηση των μυστών. Οι πληροφορίες για την ανώτερη αυτή βαθμίδα είναι φυσικό να είναι ακόμη σκοτεινότερες. Είναι γνωστό μόνο ότι γίνονταν λατρευτικές εκδηλώσεις προς την Ουράνια Αφροδίτη. Τα σύμβολα που χρησιμοποιούνταν ήταν ο οβελίσκος και δυο περιστέρια. Τα «Μυστήρια των Κινυραδών», που καθιερώθηκαν ή αναδιοργανώθηκαν από τον αρχηγέτη της γενιάς τους βασιλιά Κινύρα, διατηρήθηκαν για χίλια εξακόσια περίπου χρόνια, ως τον 4ο αιώνα μ.Χ., όταν το Διάταγμα του αυτοκράτορα Θεοδοσίου κατάργησε όλα τα αρχαία ιερά.