Γερμασοΐτης Βάσος

ΟΥΛΛΗΝ ΣΤΡΑTAN

 

Άγια ούσσ’η, λάμνε,

μεν βαρυκωλυείς,

τάρασσε τζ'αί κάμνε

νάκκον πώς ιζ’είς.

Τον ταούλλην δε τον

όρεξην, κακόν,

εννά ππέσει έτον,

έσπασέν με πκιόν.

Γέρημε, κλεισμένε,

άτε να σε δω.

ζιλικουρκιασμένε,

πριν να σ' αρκινώ.

Ο Γιωρκής φωνάζει,

λάμνει, δισπιρκά,

βίρα τζ'αί ξησπάζει

πα' στον σιερκάν.

Έρκεται την Χώραν

με τες ξησταρκές,

μα 'ντα πόσην ώραν.

εν' που τες αυκές.

Ώσπου να πουλήσει

να περιποιθεί

τζ'ει τζ'αί δά 'νν' αρκήσει.

εννά νυχτωθεί.

Άγια, ούσσ'η, λάμνε.

μεν βαρυκωλυείς,

τάρασσε τζ'αί κάμνε

νάκκον πως ιζ'είς.

 

Βάσος Γερμασοΐτης, από τη συλλογή Τά Πρωτοβρόσ’ια (1938).