Λεξικόν Κυπριακής Διαλέκτου
« Λλιαρκής, -ής, -ές »
Επίθετο
Σημασία:
ολιγαρκής.
Ειδικές φράσεις:
«...μεν το σκοτώσεις στην δουλειάν άδικα το κορμίν σου
τζ̌αι πάντα να ΄σαι λλιαρκής, άδρωπε, στην ζωήν σου...»
(Ττάκκας Δημήτρης «Νερόν τρεχάτον», βιβλιοθ. Κυπρίων Λαϊκών Ποιητών, Επιμέλεια Δρα Κ. Γιαγκουλλή, σελ. 21, 1998)