Δίωλον ή δίολον

Image

Έτσι λέγεται το χωράφι που έχει οργωθεί και δεύτερη φορά, συνεπώς χωράφι που οι βώλοι του (κομμάτια από χώμα) έχουν αροτριαστεί για δεύτερη φορά κι έχουν σπάσει. Εάν ένα χωράφι χρειαστεί όργωμα και για τρίτη φορά, τότε λέγεται τρίωλον. Η λέξη δίωλον είναι σύνθετη από το αριθμ. δύο και το ουσιαστ. βώλος. Πρβλ. και κυπριακή παροιμία: Αν τρως πολλά διώλιζε τζ'αν τρώεις λλ'ια νιάζε. (Αν τρως πολλά, όργωνε δυο φορές, αν τρως λίγα, μια φορά).

 

Πηγή

Μεγάλη Κυπριακή Εγκυκλοπαίδεια