Λεξικόν Κυπριακής Διαλέκτου

« Φυλλοκάρτιν (το) »

Ουσιαστικό

Σημασία:

το φυλλοκάρδι.

Συνώνυμα:

πληθ. Φυλλοκάρκια (τα)