Εσκαφάς ή Σκαφάς Βαρθολομαίος Barlholomeo Escafasse ή Scafas

Γόνος γενουατικής οικογένειας η οποία εμφανίζεται για πρώτη φορά στην κυπριακή ιστορία στη συνθήκη Γένουας και Ούγου Δ' Λουζινιανού στα 1338, όπου αναφέρονται οι Ser Francisco et ser Henrico Scafas, Januensibus. Ο Λεόντιος Μαχαιράς (παρ. 310) τον αναφέρει ως Παρθολομαῖον Καφάση. Στο κείμενο του Στραμβάλδι αναγράφεται με το επίθετο Καφάρι (Cafari). Της λαίδης Μαργαρίτας Eσκαφάς (Marguerite Escaface) σώθηκε η ταφόπετρα.

 

Μετά τον φόνο του βασιλιά της Κύπρου Πέτρου Α' (17.1.1369), ο αντιβασιλιάς της Κύπρου, αδελφός του Ιωάννης της Αντιοχείας, για να κατευνάσει τα πνεύματα στη Δύση, όπου η κοινή γνώμη είχε αποδοκιμάσει την άγρια δολοφονία του ήρωα βασιλιά, έστειλε τον Βαρθολομαίο Εσκαφάς, νοτάριο, να εκθέσει τα γεγονότα όσο μπορούσε πιο ευνοϊκά για τους ενόχους. Ο Εσκαφάς φαίνεται ότι ήταν ικανός και εύστροφος ρήτορας γιατί πέτυχε προσωρινά να αποσπάσει την εύνοια του πάπα στον οποίο εξήγησε τα καθέκαστα του φόνου, παρά τις σφοδρές κατηγορίες που αντιμετώπισε εναντίον των κυρίων του. Ο πάπας του εκχώρησε γι’ αυτό το αξίωμα του εφημερίου στην Αγία Σοφία Λευκωσίας (ἐντύσαν τον μίαν τζανουνίαν εἰς τήν Ἁγίαν Σοφίαν τῆς Κύπρου). Αλλά η αποστολή του Εσκαφάς δεν έφερε τα αναμενόμενα μόνιμα αποτελέσματα. Γι’ αυτό όταν επέστρεψε στο νησί, ταυτόχρονα έφθασαν μηνύματα στον αντιβασιλιά (τον κουβερνούρην) για τό κακόν θέλημαν τοῦ πάπα. Για να το αντιμετωπίσει ο Ιωάννης της Αντιοχείας έστειλε νέα αποστολή, τον επίσκοπο της Φώκαιας (Foglia, Φουλιέ κατά τον Μαχαιρά), τον ξενικόν ιππότη μισέρ Γιλιέρμον τε Τζουργίνι και τον Georgio Syativa, που με πολύ μόχθο κατόρθωσαν και ἀλλάξαν τό κακόν θέλημαν τοῦ πάπα. Όταν επέστρεψαν (Φεβρ. 1370), ο πάπας είχε μεταπεισθεί από αυτούς, την φορά αυτή οριστικά και όχι προσωρινά όπως μετά την προσπάθεια του Βαρθολομαίου Εσκαφάς.

 

Νεότερες έρευνες δείχνουν ωστόσο ότι η οικογένεια Εσκαφάς είχε εγκατασταθεί στην Κύπρο πολύ πριν από το 1338 όταν η δράση της συνδέεται προς ιστορικά γεγονότα. Στα έγγραφα του νοταρίου Sambuceto που εξέδωσαν οι Michel Balard, Valeria Polanio και Romeo Pavoni αναφέρονται μεταξύ άλλων: σ’ έγγραφο του Δεκέμβρη 1297 στη Λευκωσία ο Percivale de Mari επίτροπος της κυρίας Linor, del fu Simone Scafacia, vedova di Nicola Ususmaris, σ’ έγγραφο του Μαρτίου 1301 στην Αμμόχωστο ο Rogerio Scaffacia και σ’ έγγραφα του Οκτωβρίου 1301  ο  Francesco Scafacia. Προφανώς το επώνυμο σημαίνει τον από την πόλη Caffa καταγόμενο ή ερχόμενο:ex- Caffa - cio. Από το Scafas προέρχεται και το κυπριακό οικογενειακό Κκαφάς στον Αστρομερίτη και τον Καλοπαναγιώτη.