Λεξικόν Κυπριακής Διαλέκτου

« Βαρυτζ̌ιζαλής (ο) »

Ουσιαστικό

Σημασία:

βαρυποινίτης.

Ετυμολογία:

βαρύς+τουρκ.cazali= ποινή.