Λεξικόν Κυπριακής Διαλέκτου

« Ψουμοχορτάννω »

Ρήμα

Σημασία:

χορταίνω με πολύ λίγα.

Ετυμολογία:

ψουμί (ψωμί) +χορτάννω (χορταίνω)