Κάττα της βούρκας

Image

Θαλάσσιο γαστερόποδο μαλάκιο γνωστό επίσης με το όνομα σ΄οιρούδιν. Το σώμα του προστατεύεται σε μονόθυρο αυγοειδές, λείο και παχύ όστρακο, με ωραία χρώματα. Το άνοιγμά του, που βρίσκεται στο κάτω μέρος, είναι στενό και μακρύ με ραβδώσεις, χαρακτηρίζεται δε από το παχύ και γυριστό χείλος του. Ζει κυρίως σε βραχώδεις βυθούς. Λόγω της ομορφιάς του είναι περιζήτητο από τους συλλέκτες, οι οποίοι το βρίσκουν στις παραλίες, συνήθως χωρίς το ζώο μέσα. Περιζήτητο ήταν ιδιαίτερα και από τους βοσκούς γιατί μ' αυτό στόλιζαν τις βούρκες* τους με τον εξής τρόπο: Έδεναν μικρούς κόμπους στην άκρη των λουριών της βούρκας, τους περνούσαν μέσα από τη μια άκρη του χείλους που είναι πιο ανοικτή και τους μετακινούσαν στην άλλη άκρη που είναι πιο στενή. Χαρακτηριστικά αναφέρεται ότι οι βοσκοί προσέφεραν σαν αντάλλαγμα αναρή* για μικρά όστρακα του είδους, και σε περιπτώσεις μεγάλων οστράκων, χαλλούμι* που είναι και πιο ακριβό.

 

Στις κυπριακές θάλασσες είναι γνωστά δυο είδη της οικογένειας των Κυπραιιδών, (Cypraeidae), τα οποία στην Ελλάδα είναι γνωστά με το όνομα γουρουνίτσα.

 

1. Cypraea spurca, Linnaeus. Αγγλικά: Cowry shell. To συνηθισμένο μήκος της είναι 3,5 εκ., φθάνει όμως και τα 4 εκ. περίπου. Το χρώμα του πάνω μέρους της είναι γκριζοκαστανό με καφέ αποχρώσεις και καφέ κουκκίδες, και το κάτω μέρος ασπριδερό με κιτρινοκαφέ αποχρώσεις. Εμφανίζεται συχνά στα κυπριακά νερά.

 

2. Cypraea lurida, Linnaeus. Αγγλικά:Brown cowry shell. To συνηθισμένο μήκος της είναι 5 εκ., φθάνει όμως και τα 6 εκ. περίπου. Το πάνω μέρος της είναι καφέ, συνήθως με δυο ανοιχτόχρωμες λωρίδες, και ανά δυο μεγάλες σκούρες κουκκίδες σε κάθε άκρη. Το κάτω μέρος είναι ασπριδερό με αποχρώσεις ανοικτού καφέ. Εμφανίζεται σποραδικά στα κυπριακά νερά.