Κούμνα, κούμνος, κουμνίν

Image

Είδος παραδοσιακού κυπριακού αγγείου που κατασκευαζόταν από τους Κυπρίους αγγειοπλάστες σε διάφορα μεγέθη. Είναι είδος πίθου, που όμως είναι μικρότερο σε όγκο και χωρητικότητα από το παραδοσιακό πιθάριν*.

 

Το αγγείο αυτό, που το ύψος του κυμαίνεται συνήθως μεταξύ 40 και 90 εκατοστομέτρων, κατασκευάζεται από κόκκινο πηλό. Έχει πλατύ στόμιο, διαμέτρου από 10 μέχρι 20 εκατοστόμετρα και με στρογγυλεμένα χείλη. Στο μέσον είναι πλατύ και στενεύει προς τα κάτω καταλήγοντας σε στρογγυλεμένο πάτο διαμέτρου 5-10 εκατοστομέτρων. Δεν έχει χειρολαβές.

 

Το μεγαλύτερο τέτοιο δοχείο είναι χωρητικότητας 40-50 οκάδων και το μικρότερο 15-20 οκάδων. Οι χρήσεις του, σε παλαιότερες εποχές, ήσαν κυρίως αποθηκευτικές. Αφού «πισσωνόταν» εσωτερικά, για να είναι στεγανό, εχρησιμοποιείτο για αποθήκευση λαδιού, ξυδιού, ελιών (σε αλάρμη), λουκάνικων, σταφίδων κλπ. Εχρησιμοποιείτο επίσης για αποθήκευση κρεάτων, που λέγονται κουμνιαστά*.

 

Χωρίς «πίσσωμα», εχρησιμοποιείτο για αποθήκευση στερεών ειδών. Εχρησιμοποιείτο επίσης, όταν κτιζόταν σε πλαγιαστή θέση και καλυπτόταν με πηλό, σαν μικρός φούρνος (=φουρνίν) στον οποίο ψήνονταν παραδοσιακά φαγητά (οφτόν κλέφτικον, τταβάς κλπ.). Στα χωριά τέτοια φουρνάκια με κουμνιά απαντώνται συνήθως δίπλα από τους μεγάλους κτιστούς παραδοσιακούς φούρνους κι ανάλογα προς τις ανάγκες εχρησιμοποιείτο πότε ο φούρνος και πότε το φουρνάκι.

 

Πολλές φορές, στους αποθηκευτικούς χώρους των αγροτικών σπιτιών, οι κούμνοι βρίσκονταν «φυτευμένοι» στο έδαφος δίπλα στα πιθάρια, γι’ αυτό και κατασκευάζονταν με στενό, σχεδόν μυτερό, το κάτω μέρος τους.

 

Ο κούμνος απαντάται και σε θηλυκό τύπο (η κούμνα) και σε ουδέτερο (το κουμνίν), ενώ υποκοριστικό είναι το κουμνούδιν. Το ρήμα κουμνιάζω σημαίνει αποθηκεύω σε κούμνον.

 

Σήμερα τέτοια αγγεία χρησιμοποιούνται ακόμη για την κατασκευή μικρών φούρνων, αλλά και ως διακοσμητικά και ως ανθοδόχες οπότε φυτεύονται σ’ αυτά λουλούδια και στολίζουν κήπους ή βεράντες. Η χρήση τους ως αποθηκευτικών αγγείων είναι πλέον πολύ περιορισμένη, γιατί έχουν εκτοπιστεί — όπως και άλλα παρόμοια είδη — από σύγχρονα πλαστικά ή άλλα φθηνά δοχεία, ενώ έχει πλέον ξεπεραστεί και η ανάγκη αποθήκευσης αγροτικών προϊόντων.