Σσινιά, σσίννος

Image

Πιστακιά η σχίνος, κοινώς σχίνος, εις δε το κυπριακό γλωσσικό ιδίωμα σσ'ινιά (η). Επιστημονική ονομασία: Pistacia lentiscus. Οικογένεια: Ανακαρδιωδών (Anacardiaceae). Αυτοφυόμενος στην Κύπρο θάμνος, στην οικογένεια του οποίου ανήκουν και η επίσης αυτοφυόμενη τριμιθκιά* ή τρεμιθκιά (Pistacia terebinthus), και η καλλιεργούμενη πιστακιά ή φιστικιά ή φουστουτζ΄ιά.

 

Η σσ'ινιά   είναι ξυλώδης αειθαλής μεγάλος θάμνος, πολλαπλά χρήσιμος και γνωστότατος από τα αρχαία χρόνια με το όνομα σχῖνος. Ωστόσο στην Κύπρο σχινός (σσ'ίννος [ο], στο κυπριακό γλωσσικό ιδίωμα), λέγεται ο καρπός του φυτού.

 

Η σσ'ινιά αναπτύσσεται σε ύψος μέχρι και 3 μέτρα περίπου. Τα φύλλα της είναι μέτριου μεγέθους. Δίνει άφθονους μικροσκοπικούς καρπούς, σφαιρικούς, με ένα σπόρο ο καθένας, χρώματος κοκκινοκαφέ αρχικά, που γίνεται μαύρο όταν ωριμάσουν. Ανθίζει μεταξύ Φεβρουαρίου και Μαΐου.  Αυτοφύεται σε ξηρά και πετρώδη εδάφη, σε πλαγιές, αλλά και σε αμμώδεις περιοχές και σε πευκόφυτες εκτάσεις, από το επίπεδο της θάλασσας μέχρι και σε υψόμετρο 760 μέτρων περίπου.

 

Τα φύλλα του θάμνου (τα λεγόμενα σσ΄ιννόφυλλα), είναι βυρσοδεψικά. Οι καρποί του είναι πλούσιοι σε έλαιον (το σχινέλαιον), που είναι παχύρρευστο, πρασινωπό, εύγευστο και εύοσμο۠ το έλαιον αυτό εχρησιμοποιείτο εκτεταμένα σε πολλές χώρες όχι μόνο ως φαρμακευτικό αλλά κι ως εδώδιμο, ακόμη και για φωτισμό. Φαρμακευτικό είναι και το αιθέριο έλαιον το οποίο παράγεται με απόσταξη των φύλλων της σσ'ινιάς. Φαρμακευτική είναι επίσης η σκόνη (αλεύρι) από τα ξηρά φύλλα. Αλλά παράγεται από το φυτό και ρητίνη (πίσσα), επίσης με φαρμακευτικές ιδιότητες. Το ξύλο και. η ρίζα του φυτού δίνουν καλής ποιότητας ξυλάνθρακες. Τα φύλλα και τα κλαδιά του, όταν καίγονται, παράγουν αρωματικό καπνό, γι' αυτό και χρησιμοποιούνταν στην παραγωγή καπνιστών κρεάτων (λούντζα, χοιρομέρι). Τα νεαρά κλαδιά του φυτού χρησιμοποιούνταν επίσης στην καλαθοπλεκτική.

 

Τους σσ'ίννους πολλοί συνήθιζαν, αφού τους καβούρδιζαν, να τους χρησιμοποιούν στη γέμιση των λουκάνικων. Ωριμάζουν και μαυρίζουν μόνο οι γονιμοποιημένοι καρποί του φυτού, που προτιμώνται κι από διάφορα πουλιά ως τροφή. Οι αγονιμοποίητοι δεν ωριμάζουν και παραμένουν κόκκινοι. Παρόμοιο είδος με τον θάμνο αυτό είναι κι ο σχίνος ο μαστιχοφόρος, από όπου παράγεται η τόσο γνωστή χιώτικη μαστίχα.

 

Με τόσες πολλές ιδιότητες και χρήσεις, ήταν αδύνατο η σσ'ινιά να μη προσεχθεί κι από τον Κύπριο λαϊκό ποιητή που την τραγούδησε:

 

Εις τον κρεμμόν εν η σσ'ινιά

αθθεί τζ' αι κάμνει σσ'ίννον,

τζ' εγιώ σταυρώννω το νερόν

τζ' εις τ' όνομάν της πίννω.

 

Επίσης:

 

Ο σσ'ίννος πάνω στην σσ'ινιάν

άρκεψεν να μαυρίζει,

μα η δική μου η καρκιά

άρκεψεν να ραΐζει.

 

Ο αρχιμανδρίτης Κυπριανός (1788) απαριθμεί μεταξύ των ειδών λαδιού που παράγονταν στην Κύπρο, εκτός από το ελαιόλαδο, κι εκείνα από τους σχίνους, τις τριμιθιές, τις δάφνες, το σησάμι. Σε παλαιότερες εποχές υπήρχαν σε μερικά χωριά (λ.χ. στον Κάμπο της Τσακκίστρας), βιοτεχνίες για παραγωγή ελαίων και ρητίνης από τις σσ'ινιές.