Τράπεζες και τραπεζικό σύστημα στην Κύπρο

Image

Τράπεζα είναι ο οικονομικός οργανισμός που έχει ως κύριο έργο του τη διεξαγωγή του εμπορίου του χρήματος που συνίσταται, από τη μια, στη συγκέντρωση του χρήματος και, από την άλλη, στη διάθεσή του. Και οι δυο πράξεις -συγκέντρωση και διάθεση- γίνονται έναντι αμοιβής η οποία λέγεται τόκος (interest). Ο τόκος που χορηγείται από την τράπεζα σε καταθέτες λέγεται αποταμιευτικός, ενώ ο τόκος που η τράπεζα εισπράττει για λογαριασμό της από άτομα, που δανείστηκαν απ' αυτή χρήματα, λέγεται δανειστικός. Το επιτόκιο δανεισμού είναι ψηλότερο από το επιτόκιο αποταμίευσης και η διαφορά μεταξύ των δυο αυτών επιτοκίων αποτελεί την κυριότερη πηγή εσόδων των τραπεζών.

 

Αν εξετάσουμε τις εργασίες που οι τράπεζες εκτελούσαν στα διάφορα στάδια της ιστορικής εξέλιξής τους θα διαπιστώσουμε ότι αυτές διαφέρουν σημαντικά μεταξύ τους. Κατά την Αρχαιότητα οι τραπεζίτες ασχολούνταν με την ανταλλαγή νομισμάτων και πολυτίμων μετάλλων. Αργότερα οι τραπεζίτες, εκτός από την ανταλλαγή, αναλάμβαναν και τη φύλαξη νομισμάτων και πολυτίμων μετάλλων, ενώ σε μεταγενέστερο στάδιο προέβαιναν και στη χορήγηση δανείων. Ο ρόλος των τραπεζιτών όσον αφορά την παραχώρηση δανείων αυξήθηκε ιδιαίτερα κατά την περίοδο του Μεσαίωνα με την ανάπτυξη του εμπορίου. Κατά τον 17ο αιώνα όλες σχεδόν οι τράπεζες ασχολούνταν με την έκδοση τραπεζογραμματίων. Αργότερα, το δικαίωμα αυτό διά νόμου περιορίστηκε σε μια μόνο τράπεζα, την εκδοτική.

 

Με την πάροδο του χρόνου οι τότε τράπεζες σιγά-σιγά εξελίχθηκαν σε τραπεζικά ιδρύματα με τη σύγχρονη έννοια που αποδίδεται σ' αυτά. Σήμερα η δραστηριότητα των τραπεζών είναι τόσο πολύπλευρη και η ποικιλία των εργασιών που διενεργούν τόσο μεγάλη, ώστε δύσκολα μπορεί να δοθεί ορισμός που να καλύπτει το τόσο ευρύ φάσμα των δραστηριοτήτων τους. Μερικές από τις εργασίες που διενεργούν οι τράπεζες είναι οι ακόλουθες: δέχονται καταθέσεις, χορηγούν πιστώσεις και δάνεια, παραχωρούν προκαταβολές επί φορτωτικών εγγράφων, αναλαμβάνουν το άνοιγμα ενεγγύου πιστώσεως για λογαριασμό του εξαγωγέα, χορηγούν εγγυητικές επιστολές, εισπράττουν ή πληρώνουν για λογαριασμό των πελατών τους, εκδίδουν τραπεζικές εντολές, παρέχουν πληροφορίες, εκδίδουν ταξιδιωτικές επιταγές, πιστωτικά δελτία, φυλάσσουν αντικείμενα κ.α.

 

Οι πιο πάνω εργασίες διενεργούνται από τις εμπορικές τράπεζες που ειναι ο πιο αντιπροσωπευτικός τύπος τραπεζικού ιδρύματος. Όμως εκτός από τις τράπεζες εμπορικής πίστεως, υπάρχουν επίσης οι τράπεζες αγροτικής πίστεως, βιομηχανικής πίστεως, κτηματικής πίστεως, τουριστικής πίστεως, ναυτικής πίστεως κλπ., που ονομάζονται και εξειδικευμένες επειδή εξειδικεύονται σε ορισμένο τομέα. Άλλη κατηγορία αποτελούν οι εκδοτικές τράπεζες που έχουν το προνόμιο της έκδοσης του χαρτονομίσματος και αποτελούν συνήθως όργανο εφαρμογής της οικονομικής πολιτικής του κράτους σε συνεργασία με την αρμόδια οικονομική αρχή. Οι εκδοτικές τράπεζες στις περισσότερες χώρες του κόσμου είναι κρατικοί οργανισμοί και μόνο σε μερικές χώρες αποτελούν εταιρείες, οι οποίες όμως υπόκεινται στον άμεσο έλεγχο και την εποπτεία του κράτους. Κάθε χώρα σήμερα έχει συνήθως μια μόνο εκδοτική ή Κεντρική Τράπεζα, ενώ αρχικά δικαίωμα έκδοσης τραπεζογραμματίων είχε οποιαδήποτε τράπεζα.

 

Οι τράπεζες στην ουσία διαδραματίζουν ρόλο μεσάζοντα μεταξύ αποταμιευτών και επενδυτών. Μαζεύουν δηλαδή τις αποταμιεύσεις του κοινού και με τη σειρά τους τις δανείζουν για επένδυση στους διάφορους τομείς της οικονομίας. Παράλληλα οι εμπορικές τράπεζες προσφέρουν υπηρεσίες στον εμπορικό κόσμο υπό μορφή πιστώσεων (εισαγωγών και εξαγωγών), συναλλάγματος και άλλων συναφών υπηρεσιών καθώς και ποικιλία υπηρεσιών προς το ευρύ κοινό (είσπραξη και πληρωμή λογαριασμών, πώληση συναλλάγματος κ.α.).

 

Το τραπεζικό σύστημα κάθε χώρας μπορεί να διαδραματίσει αποφασιστικό ρόλο στη διαδικασία για την οικονομική της ανάπτυξη. Αυτό μπορεί να χαρακτηριστεί ως η καρδιά της χώρας αυτής που τροφοδοτεί τα διάφορα μέρη της οικονομίας: τη γεωργία, τη κτηνοτροφία, τη βιομηχανία, τις κατασκευές, το εμπόριο, τη ναυτιλία και τον τουρισμό.

 

Η λέξη τράπεζα προέρχεται από το έπιπλο «τράπεζα», δηλαδή το τραπέζι πίσω από το οποίο κάθονταν κατά την Αρχαιότητα οι αργυραμοιβοί για άσκηση του επαγγέλματός τους που ήταν η ανταλλαγή νομισμάτων και πολυτίμων μετάλλων.

 

Ιστορική εξέλιξη: Περί τραπεζιτών και τραπεζικών εργασιών γίνεται λόγος από τα πολύ παλαιά χρόνια. Την 3η χιλιετηρίδα π.Χ. είχε επινοηθεί στη Μεσοποταμία πολύπλοκο σύστημα δανεισμού, καταθέσεων και πιστωτικών επιστολών. Στη Βαβυλώνα επίσης αναφέρεται τον 6ο π.Χ. αιώνα η ύπαρξη τραπεζιτών που οι εργασίες τους ήταν να δέχονται καταθέσεις, να παρέχουν δάνεια, να φυλάσσουν αντικείμενα πελατών τους κλπ.

 

Στην αρχαία Ελλάδα ως πρώτες τράπεζες χρησίμευσαν οι ναοί, επειδή αποτελούσαν τόπους ιερούς που τους σέβονταν ακόμη και οι κατακτητές. Γνωστοί ήταν οι ναοί των Δελφών και της Ολυμπίας στους οποίους, λόγω του μεγάλου αριθμού επισκεπτών που προσέλκυαν, συγκεντρώνονταν τεράστια ποσά. Ο Δημοσθένης και ο Ισοκράτης μας διαβίβασαν μερικές χαρακτηριστικές πληροφορίες μέσω διαφόρων αγορεύσεών τους σε δίκες μεταξύ τραπεζιτών και χρεωστών ή πιστωτών τους. Είναι γνωστό ότι την εποχή εκείνη υπήρχαν τράπεζες, με υποτυπώδη ακόμη μορφή, στις αγορές της Σμύρνης, της Εφέσου, της Κορίνθου, της Αλεξάνδρειας και αλλού. Πάντως το επάγγελμα του τραπεζίτη στην αρχαία Ελλάδα, όπως εξάλλου και το εμπορικό, εθεωρείτο ταπεινωτικό και αξιοκαταφρόνητο, και εξασκείτο μόνο από πάροικους και απελευθερωθέντες δούλους.

 

Την εποχή των Πτολεμαίων παρατηρήθηκε στην Αίγυπτο ανεπτυγμένο τραπεζικό σύστημα, το οποίο μεταφέρθηκε εκεί από τους Έλληνες που το είχαν ήδη αναπτύξει προηγουμένως σε σημαντικό βαθμό. Στις τράπεζες της Αιγύπτου των Πτολεμαίων (Βασιλική Τράπεζα, Δημόσια Τράπεζα, Πολιτική Τράπεζα κ.ά.) στηριζόταν σε σημαντικό βαθμό το εμπόριο της Μεσογείου και των γύρω απ' αυτή χωρών της εποχής εκείνης.

 

Την ανάπτυξη των τραπεζών ευνόησε σημαντικά η εξασφάλιση της ελευθερίας του εμπορίου από τη Ρωμαϊκή αυτοκρατορία, ενώ αντίθετα την περιόρισαν οι διάφορες επιδρομές (Γότθων, Αβάρων, Λογγοβάρδων, Αράβων κ.ά.) και η απαγόρευση από την Εκκλησία της χορήγησης δανείων με τόκο.

 

Γενικά, η ιστορία των τραπεζών συνδέεται στενά με την ιστορία του εμπορίου από τη Μεσαιωνική εποχή. Η ανάπτυξη του εμπορίου στην εποχή των Σταυροφοριών και μετά έδωσε νέα ώθηση στην ανάπτυξη των τραπεζών. Ιδιαίτερα σημαντική για την ανάπτυξη των τραπεζών υπήρξε η ανάπτυξη του εμπορίου των ναυτικών Δημοκρατιών της Ιταλίας. Την εποχή αυτή η ίδρυση κάθε μεγάλου τραπεζικού οργανισμού αποτελούσε και ένα νέο βήμα προς την εμπορική και οικονομική ανάπτυξη. Οι πρώτες πραγματικές τράπεζες υπήρξαν εκείνες των πλούσιων ιταλικών Δημοκρατιών-της Βενετίας (1400) και της Γένουας (1407 μ.Χ.). Αργότερα η υπεροχή μεταπήδησε στην Ολλανδία όπου εμφανίστηκε η περίφημη Τράπεζα του Αμστελλοδάμου (1609), η Τράπεζα του Αμβούργου και η Τράπεζα του Ρόττερδαμ.

 

Όμως τη σπουδαιότερη καμπή στην εξέλιξη του τραπεζικού συστήματος απετέλεσε η ίδρυση της Τράπεζας της Αγγλίας, το 1694. Η ίδρυση της τράπεζας αυτής απετέλεσε παράγοντα οικονομικής σταθερότητας τόσο στην Αγγλία όσο και σε άλλες χώρες. Ιδιαίτερη ώθηση στην ανάπτυξη του τραπεζικού συστήματος σε παγκόσμια κλίμακα έδωσε και η ανακάλυψη της Αμερικής και άλλων χωρών, επειδή το γεγονός αυτό είχε ως αποτέλεσμα την περαιτέρω διεύρυνση των συναλλαγών σε χρήμα. Οι ανάγκες που δημιουργήθηκαν από την ανάπτυξη της βιομηχανίας, από την κυκλοφορία των τραπεζογραμματίων αντί των μεταλλικών νομισμάτων και από την ίδρυση μεγάλων εμπορικών και βιομηχανικών επιχειρήσεων, οδήγησαν στην καλύτερη οργάνωση των τραπεζών. Αυτό έγινε τον 19ο αιώνα.

 Πηγή:

Μεγάλη Κυπριακή Εγκυκλοπαίδεια

 

 

 

 

 

 

 

Φώτο Γκάλερι

Image
Image
Image
Image
Image
Image