Τριμερής διάσκεψη

Image

Διάσκεψη που πραγματοποιήθηκε τα τέλη Αυγούστου, αρχές Σεπτεμβρίου  του 1955 στο Λονδίνο, με πρωτοβουλία της τότε βρετανικής κυβέρνησης, κι είχε σαν θέμα της το Κυπριακό ζήτημα. Είναι γνωστή με την ονομασία τριμερής γιατί σ' αυτήν πήραν μέρος τρία «ενδιαφερόμενα» μέρη, που ήταν η Αγγλία, η Ελλάδα και η Τουρκία.

 

Το πλαίσιο

Την 1η Απριλίου 1955 είχε ξεκινήσει ο ένοπλος απελευθερωτικός αγώνας των Κυπρίων. Είχαν προηγηθεί, την προηγούμενη χρονιά, η περίφημη δήλωση του «ουδέποτε» του υφυπουργού Αποικιών Χένρι Χόπκινσον (Ιούλιος 1954) και η ήττα της Ελλάδας στον Οργανισμό Ηνωμένων Εθνών στην προσπάθειά της να διεθνοποιήσει το Κυπριακό (Δεκέμβριος 1954). 

Τη διάσκεψη συγκάλεσε η τότε βρετανική κυβέρνηση του  Άντονυ Ήντεν ως απάντηση στην έναρξη της δράσης της ΕΟΚΑ  που αιφνιδίασε τους Βρετανούς.

Οι προσκλήσεις σε Ελλάδα και Τουρκία στάλθηκαν στις 30 Ιουνίου και η τελευταία αποδέχθηκε άμεσα, ενώ η Ελλάδα δέχθηκε λίγο αργότερα στις αρχές Ιουλίου. Για την ίδια την ελληνική κυβέρνηση το θέμα της αποδοχής ή όχι της πρόσκλησης αποδείχθηκε προβληματικό, ιδιαίτερα σε σχέση με τη συμμετοχή της Τουρκίας. 

Από την άλλη, υπήρχαν σχέδια για επανάληψη προσφυγής στον Οργανισμό Ηνωμένων Εθνών. Στην περίπτωση που η Ελλάδα απέρριπτε την πρόσκληση για διαπραγμάτευση για ένα θέμα το οποίο προέβαλλε η ίδια, αυτομάτως θα αποδυνάμωνε τη θέση της στη συζήτηση στη Νέα Υόρκη. Παράλληλα, όμως, το γεγονός ότι οι Βρετανοί πρότειναν για πρώτη φορά απευθείας διαπραγματεύσεις ενίσχυε τις ελπίδες ότι η επικείμενη Διάσκεψη θα ήταν μια σοβαρή προσπάθεια.

Τη βρετανική πρόταση στήριζαν και οι Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής, ενώ επιπλέον η συμμετοχή της Ελλάδας στο Λονδίνο, σε μια Διάσκεψη για θέματα της Ανατολικής Μεσογείου, αποτελούσε αναγνώριση της ενσωμάτωσής της στη Δύση, αναγνώριση την οποία η Ελλάδα επιθυμούσε έντονα. Βέβαια, ο Ελληνας υπουργός Εξωτερικών, Στέφανος Στεφανόπουλος, διευκρίνισε στον Βρετανό ομόλογό του Χάρολντ Μακμίλαν ότι η αυτοδιάθεση της Κύπρου παρέμενε στο κέντρο των ελληνικών θέσεων.

 

Η διάσκεψη 

Την Ελλάδα αντιπροσώπευσε ο Στέφανος Στεφανόπουλος, αντιπρόεδρος της κυβέρνησης του στρατάρχη Παπάγου και υπουργός των Εξωτερικών, την Τουρκία ο Φατίν Ζορλού και την Αγγλία ο Χάρολντ Μακμίλλαν. Ο τελευταίος σημειώνει, με πολύ κυνισμό, στα απομνημονεύματά του ότι σκοπός της διάσκεψης ήταν στην ουσία η παγίδευση των Ελλήνων, πράγμα που επιτεύχθηκε. Μετά την έναρξη του αγώνα της ΕΟΚΑ με στόχο την Ένωση με την Ελλάδα οι Βρετανοί επεδίωξαν να βάλουν ως αντίβαρο στο παιχνίδι την Τουρκία. Γράφει χαρακτηριστικά ο Μακμίλαν ότι με έκπληξη είδε να του στέλλει μήνυμα ο τότε βασιλιάς των Ελλήνων Παύλος και να εκφράζει ικανοποίηση για τη βρετανική πρωτοβουλία, ενώ με την ίδια μεγάλη έκπληξη είδε και τον Στεφανόπουλο να αποδέχεται την ελληνική συμμετοχή χωρίς κανένα όρο και χωρίς καμιά επιφύλαξη.

Βεβαίως υπάρχουν και άλλες εκδοχές για τη σύγκληση αυτής της διάσκεψης. Πρωτίστως, το Λονδίνο ανησυχούσε για μια πιθανή ένταση ανάμεσα σε Ελλάδα και Τουρκία για την υπόθεση της Κύπρου. Ειδικότερα, για τους Βρετανούς η διατήρηση της τουρκικής φιλίας ήταν θέμα υψίστης σημασίας και σταδιακά επεδίωξαν να επισημοποιήσουν την εμπλοκή της Τουρκίας στην υπόθεση της Κύπρου. Ετσι, ο τουρκικός παράγοντας (κυρίως η αυξανόμενη τουρκική αδιαλλαξία) αποτέλεσε αναπόφευκτα στοιχείο το οποίο περιέπλεξε το ζήτημα της Κύπρου.

 Οπως υπογραμμίζει ο ιστορικός Ρόμπερτ Χόλαντ, πραγματικός στόχος της Διάσκεψης ήταν η επιβολή λύσης τριπλής κυριαρχίας στην Κύπρο, με τη Βρετανία να διατηρεί την επικυριαρχία, ενώ Ελλάδα και Τουρκία θα διαδραμάτιζαν ένα ρόλο στη διοίκηση του νησιού – όχι όμως προς όφελος των Ελλήνων. Παράλληλα, άμεσος στόχος της Βρετανίας ήταν και η αποτροπή νέας προσφυγής της Ελλάδας στον ΟΗΕ για την Κύπρο, την οποία η Αθήνα ετοίμαζε. Είναι σημαντικό να αναφερθεί ότι δεν έλειψαν οι αμφιβολίες και οι δισταγμοί στο υπουργείο Αποικιών για τη σοφία του σχεδίου· ο αναπληρωτής υφυπουργός Αποικιών σημείωσε χαρακτηριστικά ότι το σχέδιο για την Κύπρο δεν πρότεινε «τριαρχία» (tridominium), αλλά «πανδαιμόνιο» (pandemonium).

 

Αντίδραση Μακαρίου 

Μόλις  έγινε  γνωστή η αγγλική πρόταση για σύγκληση της τριμερούς, αντέδρασε  ιδιαίτερα έντονα ο αρχιεπίσκοπος Μακάριος, που κατήγγειλε ανοικτά την αγγλική παγίδα. Πήγε στις 11 Ιουλίου 1955  εσπευσμένα στην ελληνική πρωτεύουσα και προσπάθησε να πείσει την ελληνική κυβέρνηση (ο στρατάρχης Παπάγος ήταν ήδη βαρύτατα άρρωστος) να μη αποδεχθεί την αγγλική πρόταση. Όταν δεν το κατόρθωσε, συγκάλεσε δημοσιογραφική διάσκεψη στην Αθήνα (16 Ιουλίου 1955) όπου μίλησε για αγγλική παγίδα, κατήγγειλε την ελληνική απόφαση για συμμετοχή και δήλωσε πως δεν επρόκειτο ν' αποδεχθεί καμιά απόφαση της τριμερούς.

 

Αυτοκυβέρνηση 

Η τριμερής διάσκεψη πραγματοποιήθηκε στο Λάνκαστερ Χάους του Λονδίνου από τις 29 Αυγούστου μέχρι τις 7 Σεπτεμβρίου του 1955. Η τουρκική θέση ήταν ότι έπρεπε να συνεχιστεί η βρετανική κυριαρχία επί της Κύπρου, διαφορετικά το νησί θα έπρεπε να αποδοθεί στην Τουρκία!

Η ελληνική αντιπροσωπεία ζήτησε την εισαγωγή φιλελεύθερου και δημοκρατικού Συντάγματος, όπως επίσης τη βρετανική δέσμευση ότι σε εύλογο χρονικό διάστημα θα εφαρμοζόταν η αρχή της αυτοδιάθεσης. Η Τουρκία αντιτάχθηκε σε τέτοιο ενδεχόμενο. Συγκεκριμένα, ο υπουργός Εξωτερικών Ζορλού, προβάλλοντας μια ιδιαίτερα άκαμπτη γραμμή, αρνήθηκε την εισαγωγή Συντάγματος στο νησί και εξέφρασε τη θέση ότι σε περίπτωση αποχώρησης των Βρετανών από το νησί, αυτό θα έπρεπε να «επιστραφεί» στην Τουρκία. Είπε χαρακτηριστικά ο Ζορλού ότι «όταν σκεφτόμαστε την πληθυσμιακή κατανομή στην Κύπρο, δεν αρκεί να λέμε… ότι εκεί ζουν 100.000 Τούρκοι. Θα έπρεπε να λέμε ότι εκεί ζουν 24.000.000 Τούρκοι», τονίζοντας έτσι την πραγματικότητα της γεωγραφικής εγγύτητας της Κύπρου με την Τουρκία. Οπως ήταν αναμενόμενο,  η αντέγκληση απόψεων ήταν τεράστια. Η ανάδειξη αυτού του χάσματος απόψεων αποτέλεσε στόχο των Βρετανών έτσι ώστε να τεκμηριώσουν το ανέφικτο των ελληνικών επιδιώξεων περί αυτοδιάθεσης. Παράλληλα, ο Μακμίλαν επιχείρησε να καλύψει αυτό το χάσμα, παρουσιάζοντας τον εαυτό του στον ρόλο του διαιτητή.

 

Η βρετανική πρόταση

Ο Χάρολντ Μακμίλλαν υπέβαλε συγκεκριμένες προτάσεις για εισαγωγή νέου συντάγματος στην Κύπρο που θα οδηγούσε στην «εσωτερική αυτοκυβέρνηση» του κυπριακού λαού.

Συγκεκριμένα στις 6 Σεπτεμβρίου, ο Βρετανός υπουργός παρουσίασε τη βρετανική πρόταση η οποία αφορούσε τη διατήρηση της βρετανικής κυριαρχίας και την εισαγωγή Συντάγματος. Σύμφωνα με έγγραφο του βρετανικού Υπουργικού Συμβουλίου (το οποίο δεν ανακοινώθηκε λεπτομερώς στη Διάσκεψη), η πρόταση προνοούσε πλειοψηφία των αιρετών Ελληνοκυπρίων βουλευτών στη Βουλή (σύνολο 13) έναντι πέντε αιρετών Τουρκοκυπρίων, τριών «επισήμων» και τεσσάρων διορισμένων μελών. Παρ’ όλα αυτά, ο Κυβερνήτης θα διατηρούσε τον έλεγχο στους ζωτικούς τομείς της οικονομίας, της άμυνας, της εσωτερικής ασφάλειας και των εξωτερικών σχέσεων. Παράλληλα, προτεινόταν μια ιδιότυπη συνεργασία Ελλάδας και Τουρκίας στη διοίκηση του νησιού – δημιουργία ενός τριμερούς διευθυντηρίου στην Κύπρο, στο οποίο αναπόφευκτα η Ελλάδα θα βρισκόταν πάντα στην πλευρά της μειοψηφίας. Οπως τονίζει ο ιστορικός Ευάνθης Χατζηβασιλείου, με αυτόν τον τρόπο η πρόβλεψη για πλειοψηφία Ελληνοκυπρίων στη Βουλή επί της ουσίας αναιρείτο.

Τις προτάσεις αυτές απέρριψε η τουρκική πλευρά. Ο Στ. Στεφανόπουλος  αναγνώρισε στην Αγγλία το δικαίωμα να διατηρεί στρατεύματα στην Κύπρο και στρατιωτικές βάσεις (κάτι που θεωρήθηκε εκείνη την εποχή αντιφατικό από τη στιγμή που τα στρατεύματα αντιμάχονταν τον αγώνα της ΕΟΚΑ), έκαμε σαφές ότι η Ελλάδα δεν επιζητούσε την ένωση της Κύπρου και ζήτησε αυτοδιάθεση του κυπριακού λαού κατόπιν μιας «λογικής περιόδου» αυτοκυβερνήσεως.

 

Ο στόχος

 'Οπως έχει προαναφερθεί, οι θέσεις αυτές των τριών «ενδιαφερομένων» μερών ήταν τόσο αντίθετες μεταξύ τους (και τόσο αντίθετες και οι τρεις προς την επιδίωξη των απόντων Κυπρίων), ώστε δεν υπήρχε περίπτωση καμιάς συμφωνίας. Ωστόσο ένας των βασικών στόχων της αγγλικής πολιτικής, που εξυπηρετήθηκε πλήρως απλώς και μόνο με την πραγματοποίηση της τριμερούς, ήταν η εμπλοκή της Τουρκίας στο Κυπριακό, ως άμεσα ενδιαφερομένου και ισοτίμου μέρους. Η ανάμειξη αυτή της Τουρκίας ήταν η πρώτη από το 1923, όταν με τη συνθήκη της Λωζάνης η χώρα αυτή είχε επίσημα παραιτηθεί από κάθε τυχόν «δικαίωμα» κι από κάθε διεκδίκηση επί της Κύπρου. 

Στο πλαίσιο αυτό θα πρέπει επίσης να ληφθούν υπόψη τα γεγονότα της Κωνσταντινούπολης στις 6 Σεπτεμβρίου 1955 τα οποία είναι περισσότερο γνωστά ως πογκρόμ κατά των Ελλήνων της Πόλης.  Η Τουρκία με βάση αυτά τα ενορχηστρωμένα επεισόδια κατορθώνει να επαναφέρει το Κυπριακό ως θέμα εσωτερικής πολιτικής της χώρας, ευαισθητοπποιώντας την κοινή γνώμη της χώρας στο Κυπριακό. 

Φώτο Γκάλερι

Image
Image