Τσεσνόλα Λουίτζι Πάλμα ντι Luigi Palma di Cesnola

Ο αρχαιοκάπηλος που λεηλάτησε την Κύπρο

Image

Διαβόητος αρχαιοκάπηλος ο οποίος λεηλάτησε κυριολεκτικά και σε πολύ μεγάλο βαθμό τις αρχαιότητες της Κύπρου για δέκα περίπου χρόνια, κατά τα τέλη της περιόδου της Οθωμανοκρατίας, συγκεκριμένα δε κατά το διάστημα που υπηρετούσε στην Κύπρο ως πρόξενος των Ηνωμένων Πολιτειών, από το τέλος του 1865 μέχρι το 1877.

 

Ο Λουίτζι Πάλμα ντι Τσεσνόλα γεννήθηκε στην Ιταλία και μετανάστευσε στις Ηνωμένες Πολιτείες, όπου άσκησε διάφορα επαγγέλματα, ύποπτα και μη. Εκμεταλλεύθηκε τον εμφύλιο πόλεμο στην Αμερική, αρχικά αναλαμβάνοντας την εκπαίδευση στρατευμάτων των Βορείων. Υπηρέτησε κι ο ίδιος στον στρατό κατά τη διάρκεια του εμφυλίου κι έφθασε μέχρι τον βαθμό του συνταγματάρχη. Αργότερα ο ίδιος υποστήριζε ότι υπήρξε στρατηγός. Μετά την αποστράτευσή του, κατόρθωσε με τη βοήθεια φίλων του να διοριστεί στη διπλωματική υπηρεσία των Ηνωμένων Πολιτειών και να τοποθετηθεί, στα τέλη του 1865, πρόξενος της χώρας αυτής στη Λάρνακα.

 

Στην Κύπρο ο Τσεσνόλα βρήκε ιδιαίτερα πρόσφορο έδαφος για ν' ασχοληθεί εκτεταμένα με την αρχαιολογική έρευνα, όχι όμως σαν επιστήμη (που εξάλλου σαν επιστήμη η αρχαιολογία είχε αρχίσει να γεννιέται εκείνη ακριβώς την εποχή, κατά τη δεκαετία του 1870), αλλά σαν τυμβωρυχία περισσότερο και κυνήγι θησαυρών. Είναι γεγονός ότι ο Τσεσνόλα, όταν ήλθε στην Κύπρο, ανακάλυψε ότι διάφοροι πρόξενοι στη Λάρνακα και ιδίως εκείνοι της Γαλλίας και της Αγγλίας, ασχολούνταν με τη συλλογή αρχαίων αντικειμένων. Εκμεταλλευόμενοι την άγνοια των αμόρφωτων Κυπρίων χωρικών που δεν γνώριζαν την πραγματική αξία των αρχαιοτήτων τους, εκμεταλλευόμενοι επίσης τη μεγάλη φτώχεια και τις πολλές ανάγκες των χωρικών, αλλά επίσης εκμεταλλευόμενοι και την προθυμία των τουρκικών αρχών (ήταν ακόμη περίοδος Οθωμανικής  Κατοχής της Κύπρου) να πωλούν και να εκποιούν ο,τιδήποτε για προσωπικό όφελος, οι διπλωμάτες αυτοί -όπως και άλλοι- λυμαίνονταν τους αρχαιολογικούς χώρους του νησιού. Ο Τσεσνόλα ακολούθησε τον ίδιο δρόμο και πολύ σύντομα ξεπέρασε τους πάντες.

 

Εξασφαλίζοντας, με λίγα χρήματα, την άδεια των τουρκικών αρχών, ξεκίνησε μια προσπάθεια συλλογής κυπριακών αρχαιοτήτων. Αρχικά αγόραζε από Κυπρίους χωρικούς αρχαία αντικείμενα έναντι ελαχίστων χρημάτων. Τέτοια αρχαία αντικείμενα οι χωρικοί εύρισκαν στα χωράφια τους, σε αρχαιολογικούς χώρους που ήσαν εντελώς ανεξέλεγκτοι, και σε τάφους που άνοιγαν. Σύντομα όμως ο Τσεσνόλα αποφάσισε να κάνει κι ο ίδιος εκτεταμένες ανασκαφές, και άρχισε έτσι να λυμαίνεται ο ίδιος τους αρχαιολογικούς χώρους. Επιδόθηκε με απαράμιλλο ζήλο σε μια αδιάκοπη ανασκαφική εκστρατεία σ' ολόκληρο το νησί, με στόχο την εκγύμνωση των ερειπωμένων αρχαίων κυπριακών πόλεων από τους θαμμένους πολύτιμους θησαυρούς τους και των νεκροπόλεων από τα πλούσια ταφικά κτερίσματά τους. Εργοδότησε, προς τούτο, εκατοντάδες Κυπρίους χωρικούς που έσκαβαν γι' αυτόν, κατέστρεφαν, συγκέντρωναν ό,τι εθεωρείτο περισσότερο αξιόλογο, και μετέφεραν στο σπίτι του με αμάξια τα μοναδικά και ανεκτίμητης αξίας ευρήματα. Τα πρώτα τρία χρόνια είχε συγκεντρώσει πάνω από 1.600 μοναδικής αξίας αρχαία κυπριακά αντικείμενα. Στα επόμενα χρόνια η συγκομιδή αυξήθηκε πολύ περισσότερο.

 

Η συμφορά και το μέγεθος της καταστροφής που προκλήθηκε από τον άνθρωπο αυτό στην Κύπρο, μέσα σε μια δεκαετία, δεν είναι δυνατό να υπολογιστεί. Δεν υπάρχει σημαντικός αρχαιολογικός χώρος του νησιού που να ξέφυγε από τη μανία του. Και δεν ήταν μόνο ότι αφαιρούσε και φυγάδευε από το νησί τα ανεκτίμητα έργα τέχνης. Χωρίς επαρκείς γνώσεις, χωρίς επιστημονική μέθοδο, χωρίς ειδικευμένο εργατικό προσωπικό, και με μοναδική έγνοια να βρει και ν' αφαιρέσει ό,τι μπορούσε να μεταφερθεί, ο Τσεσνόλα προκάλεσε τεράστια κι εν πολλοίς ανεπανόρθωτη καταστροφή και στους ίδιους τους αρχαιολογικούς χώρους. Το μέγεθος της συμφοράς που προκλήθηκε στις κυπριακές αρχαιότητες από τις ανασκαφικές δραστηριότητές του καθρεφτίζεται στους αναρίθμητους συλημένους, άδειους και μισοκατεστραμμένους τάφους που άφησε στο πέρασμά του παντού στην Κύπρο και στο πλήθος των μοναδικών θησαυρών που αποκόμισε και φυγάδευσε. Ο ίδιος (που είχε και το πάθος της αυτοπροβολής), με ιδιαίτερο στόμφο περιγράφει τα αρχαιολογικά κατορθώματά του στο βιβλίο του Cyprus, Its Ancient Cities, Tombs and Temples (εξεδόθη στο Λονδίνο το 1877).

 

Αρκετά αντικείμενα της συλλογής που δημιούργησε, ο Τσεσνόλα τα πώλησε σε διάφορους στο εξωτερικό. Το μεγαλύτερο όμως μέρος της συλλογής του, της μεγαλύτερης ως τότε συλλογής κυπριακών αρχαίων αντικειμένων, πήρε μαζί του στη Νέα Υόρκη. Στη συλλογή αυτή αντιπροσωπεύονται, με μοναδικά στο είδος τους αντικείμενα, η κεραμική, η γλυπτική, η χρυσοχοΐα, η κοροπλαστική, η αργυροχοΐα, η σφραγιδογλυφία, η νομισματική, η επιγραφική κι όλοι ανεξαίρετα οι τομείς της αρχαίας κυπριακής τέχνης. Συνολικά 35.573 μεγάλα και μικρά κυπριακά αρχαία αντικείμενα αποτελούσαν τη μοναδική αυτή συλλογή, για την οποία ο Τσεσνόλα άρχισε να ψάχνει αγοραστή. Η συλλογή του αγοράστηκε τότε από το Μητροπολιτικό Μουσείο Νέας Υόρκης έναντι του τεράστιου (για την εποχή εκείνη) ποσού των 100.000 δολαρίων. Μάλιστα η συλλογή αποτέλεσε τη βάση των εκθεμάτων του Μουσείου, επί πλέον δε ο ίδιος ο Τσεσνόλα διορίστηκε και ως πρώτος διευθυντής του. Σήμερα η συλλογή εξακολουθεί να αποτελεί τον βασικό πυρήνα των εκθεμάτων του Μητροπολιτικού Μουσείου της Νέας Υόρκης.

 

Βλέπε αφιέρωμα: Κυπριακές Αρχαιότητες σε ξένα Μουσεία

 

Η σημαντικότερη ανακάλυψη

Η σημαντικότερη ανακάλυψη του Τσεσνόλα ήταν η «βασιλική» σαρκοφάγος των Γόλγων. Είχε ξεκινήσει τις ανασκαφές του το 1867 στην περιοχή χωρίς όμως σπουδαία αποτελέσματα. Σε μία από τις νεκροπόλεις εντόπισε μία λίθινη σαρκοφάγο με ανάγλυφες παραστάσεις στις τέσσερις πλευρές της και με σκέπασμα που στις τέσσερις γωνίες φέρει ισάριθμα καθήμενα λιοντάρια. Η ανακοίνωση της ανακάλυψης έγινε στις 8 Ιανουαρίου 1871 στη  Βασιλική Ακαδημία Επιστημών του Τορίνο, όπου διαβάστηκε η έκθεση του Λουίτζι Πάλμα ντι Τσέσνολα για την ανακάλυψη του ναού της Αφροδίτης στους Γόλγους (Αθηένου). 

 

Πηγή:

Μεγάλη Κυπριακή Εγκυκλοπαίδεια

Φώτο Γκάλερι

Image
Image
Image
Image