Φαραώνα

Image

Numida meleagris. Οικογένεια: Phasianidae. Οικιακό πουλερικό που φαίνεται ότι υπήρχε στην Κύπρο από τα αρχαία χρόνια, κρίνοντας κι από το γεγονός ότι απεικονίζεται και σε ψηφιδωτό δάπεδο στην οικία του Ευστολίου στο Κούριον.

 

Βλέπε λήμμα: Κούριο- αρχαιολογικός χώρος

 

Το χρώμα της φαραώνας είναι γκριζόμαυρο με άσπρα στίγματα παντού, εκτός από τον λαιμό και το στήθος όπου τα φτερά είναι αραιά με μαυροπράσινο χρώμα. Στην κεφαλή έχει ευδιάκριτο λοφίο, σαν μικρό κέρατο, που προεξέχει και κοκκινωπά λειριά που κρέμονται από τα γυμνά άσπρα μάγουλά της. Το μέγεθός της φθάνει τα 63 εκατοστόμετρα.

 

Τη φαραώνα περιγράφουν αρχαίοι Έλληνες συγγραφείς, όπως λ.χ. ο Αριστοτέλης. Στους αρχαίους   Έλληνες ήταν γνωστή με την ονομασία μελεαγρίς. Οι Μελεαγρίδες ήταν, κατά την ελληνική μυθολογία, νεαρές γυναίκες, αδελφές του Μελεάγρου, η Γόργη, η Ευρυμήδη, η Δηιάνειρα και η Μελανίππη. Επειδή συνεχώς θρηνούσαν τον χαμένο αδελφό τους, μεταμορφώθηκαν σε πτηνά από τη θεά Αρτέμιδα η οποία και τις μετέφερε στο ιερό της στο νησί Λέρος. Γι’ αυτό και θεωρούνταν ιερά πουλιά της θεάς. Περί δέ τό ἱερόν τῆς Παρθένου ἐν Λέρῳ εἰσίν οἱ καλούμενοι ὄρνιθες μελεαγρίδες, κατά τους Ησύχιο και Σουΐδα, λέγουσιν δέ οἱ μέν ἀδελφάς τοῦ Μελεάγρου μεταβαλεῖν εἰς τάς μελεαγρίδας ὄρνιθας....

 

Κατά τον Παυσανία, η φαραώνα προσφερόταν από τους πτωχούς πιστούς στον ναό της Ίσιδος στην Τιθορέαν του Παρνασσού. Οι αρχαίοι Έλληνες φαίνεται ότι έτρωγαν τη φαραώνα, εκτός από τους πολύ πιστούς της θεάς Αρτέμιδος σύμφωνα προς μαρτυρία του Αιλιανού.

 

Πατρίδα του πουλιού αυτού είναι η Αφρική, απ' όπου εισήχθη και στην Ευρώπη για εκτροφή του, τόσο για το κρέας όσο και για τα αυγά του. Στην Αφρική απαντώνται σε δασώδεις περιοχές κατά μικρές ομάδες. Στην Κύπρο δεν συνηθίζεται σήμερα η αναπαραγωγή της φαραώνας γιατί αφενός το κρέας της δεν είναι και τόσο εύγευστο, αφετέρου δε είναι πουλί θορυβώδες και πολύ ενοχλητικό. Κατά τις νύχτες, ιδίως, ουρλιάζει σαν μανιασμένη. Γι’ αυτό στην Κύπρο, όταν πολλές γυναίκες μιλούν όλες μαζί, λέγεται ότι εν σαν τες φαραώνες, ή ότι γίνεται φαραωνιά.

 

Πηγή

Μεγάλη Κυπριακή Εγκυκλοπαίδεια