Αλαμινός

Image

Χωριό της επαρχίας Λάρνακας, 75 μ. πάνω από την επιφάνεια της θάλασσας, μεταξύ Αγίου Θεοδώρου, Κοφίνου, Αναφωτίας και Μαζωτού. Από την Κοφίνου απέχει περί τα 5 χμ. Είναι χτισμένο στις όχθες του Ξεροπόταμου, του οποίου οι πηγές είναι στο δάσος του Σταυροβουνιού, ενώ οι εκβολές βρίσκονται στα δυτικά του άκρου της Πετούντας. Το χωριό είναι χτισμένο βασικά, στη διάβαση που άνοιξε ο Ξεροπόταμος μέσα από τις κρητίδες.

 

Κατά μήκος της κοιλάδας του Ξεροπόταμου και στη στενή παράκτια πεδιάδα επικρατούν οι αλλουβιακές προσχώσεις της Ολόκαινης περιόδου, ενώ ανατολικά και δυτικά της κοιλάδας κυριαρχούν οι κρητίδες, οι μάργες, οι μαργαϊκές κρητίδες και οι ασβεστόλιθοι της Μειόκαινης περιόδου. Τα κύρια μορφολογικά χαρακτηριστικά του χωριού, εκτός από την κοιλάδα του Ξεροπόταμου, είναι η παράκτια πεδιάδα και οι κιμωλιούχοι λόφοι που στα ΒΑ. του χωριού φθάνουν τα 148 μ., ενώ στα ΝΔ. φθάνουν τα 163 μ. Το χωριό δέχεται μια μέση ετήσια βροχόπτωση γύρω στα 400 χιλιοστόμετρα, αν και η μέση ετήσια βροχόπτωση της παράκτιας πεδιάδας είναι πολύ πιο χαμηλή.

 

Στις ξηρικές εκτάσεις του χωριού καλλιεργούνται τα σιτηρά (κυρίως το κριθάρι), πολύ λίγα όσπρια, τα νομευτικά φυτά και λίγα αμπέλια. Στις αρδευόμενες εκτάσεις καλλιεργούνται τα εσπεριδοειδή και τα λαχανικά. Μεταξύ των λαχανικών σημαντική θέση κατέχουν οι αγκινάρες. Η Αλαμινός περιλαμβάνεται στο μεγάλο αρδευτικό έργο του Νότιου Αγωγού.

 

Σχετικά ανεπτυγμένη είναι και η κτηνοτροφία αιγοπροβάτων, κυρίως προβάτων.

 

Η Αλαμινός γνώρισε μια σταθερή πληθυσμιακή αύξηση μέχρι το 1960. Το χωριό δέχθηκε μετά την εισβολή ένα σημαντικό αριθμό προσφύγων. Το Σεπτέμβριο του 1976 υπήρχαν στο χωριό 214 εκτοπισμένοι, που προέρχονταν κυρίως από την Καρπασία, τη Μεσαορία και την Αμμόχωστο. Σύμφωνα με τα υπάρχοντα στοιχεία οι πλήρεις απογραφές του πληθυσμού έχουν ως ακολούθως:

 

Χρονολογία Κάτοικοι
1881 243 
1891 250 
1901 287 
1911 313 
1921 327 
1931 340 (198 Ελληνοκύπριοι και 142 Τουρκοκύπριοι)
1946 574 (346 Ελληνοκύπριοι, 226 Τουρκοκύπριοι και 2 άλλων εθνικοτήτων)
1960 564 (313 Ελληνοκύπριοι και 251 Τουρκοκύπριοι)
1973 550 (258 Ελληνοκύπριοι και 292 Τουρκοκύπριοι)
1976 461 (Ελληνοκύπριοι)
1982 364 (Ελληνοκύπριοι)
1992 261 
2001 280 
2011 345
2021 322

 

Το 1878, κατά πληροφορία του συνταγματάρχη Ουώρρεν που εξέδωσε τότε τον πρώτο «Οδηγό» της Κύπρου, η Αλαμινός είχε τον ακόλουθο πληθυσμό: Έλληνες 14 άρρενες, 20 θήλεις και 10 παιδιά, και Μωαμεθανοί 19 άρρενες, 25 θήλεις και 31 παιδιά. Σύνολο: 119 κάτοικοι.

 

Ο Ν. Γ. Κυριαζής αναφέρει ότι στην Αλαμινό κατοικούσαν «γνήσιοι Τούρκοι», συνεπώς το χωριό ήταν μεσαιωνικό φέουδο το οποίο οικειοποιήθηκαν οι Τούρκοι  μετά την κατάκτηση της Κύπρου στα 1570-71, όπως συνέβη και με αρκετά άλλα χωριά της Κύπρου.

 

Το χωριό φαίνεται σημειωμένο σε παλαιούς χάρτες ως Alamino. Η ονομασία του θεωρήθηκε ότι έχει γαλλική προέλευση, ενώ πιθανότερο φαίνεται σήμερα να έχει αρχαία ελληνική ρίζα, και λανθασμένα σχετίστηκε από αρκετούς μελετητές προς το μοναστήρι του Αγίου Γεωργίου του Αλαμάνου, όπου το Αλαμάνος είναι μεσαιωνικό. Η σύγχυση προήλθε από το γεγονός ότι κατά τη Φραγκοκρατία το χωριό Αλαμινός ήταν φέουδο του πρίγκιπα Ιωάννη, αδελφού του βασιλιά Πέτρου Α', από το 1367. Άλλες (λαθεμένες) παλαιότερες δημοσιεύσεις παρουσιάζουν το χωριό ότι ανήκε, επί Φραγκοκρατίας, στον σινεσκάρδο της Κύπρου Φίλιππο ντ' Ιμπελέν (Ιβελίνο). Η σχέση του ντ' Ιμπελέν προς το χωριό είναι ότι αυτός φυλακίστηκε εκεί στις 8.4.1308. Αντίθετα, σωστή είναι η πληροφορία ότι στα 1463 το χωριό παραχωρήθηκε στον ευγενή Ιωάννη (Τζιοβάννι) Λορεντάνο. (Βλέπε και λήμμα Αλαμάνου Γεωργίου μοναστήρι).

 

Το πέρασμα των Φράγκων από το χωριό   μαρτυρείται   σήμερα   από   την ύπαρξη ενός πύργου.

 

Η εκκλησία του Αγίου Μάμα στην Αλαμινό είναι παλαιά και άλλοτε ήταν κατάγραφη με τοιχογραφίες.

Φώτο Γκάλερι

Image
Image