Ζαχαρη- ζαχαροκάλαμο

Η καλλιέργειά του στην Κύπρο

Image

Το ζαχαροκάλαμο μεταφέρθηκε στην Κύπρο από την Αίγυπτο τον 10ο αιώνα μ.Χ. Όμως η καλλιέργειά του κατά τους 10ο και 11ο αιώνες ήταν ακόμη περιορισμένη. Άρχισε να εξαπλώνεται και να προσλαμβάνει εντατικό χαρακτήρα μετά την εγκατάσταση των Σταυροφόρων στο νησί (1192 μ.Χ.) και ιδιαίτερα μετά το τέλος του 13ου αιώνα, όταν οι ιππότες του τάγματος του Αγίου Ιωάννη, που ήσαν παραγωγοί ζάχαρης στην Παλαιστίνη, άρχισαν κατά τον ίδιο τρόπο να παράγουν ζάχαρη και στη στρατιωτική τους διοίκηση (Commandarie) που είχε την έδρα της στο Κολόσσι. Ήδη στις αρχές του 14ου αιώνα, δηλαδή σε διάστημα δυο-τριών μόλις δεκαετιών μετά την πτώση της Άκρας το 1291, που αποτελούσε την τελευ¬ταία χριστιανική κτήση στη Συρία, η καλλιέργεια ζαχαροκάλαμου στην Κύπρο είχε κιόλας εξαπλωθεί πάρα πολύ. Τη σημαντική αυτή πληροφορία μας δίνει ο εξαιρετικά έμπειρος στα οικονομικά πράγματα της τότε εποχής Βενετός Μαρίνο Σανούντο (Marino Sanudo) που ήταν άριστος γνώστης των καταστάσεων της Ανατολής. Ο Σανούντο έγραψε πως στην Κύπρο παραγόταν τόση πολλή ζάχαρη από την οποία θα μπορούσε να εφοδιαστεί ολόκληρη η Χριστιανοσύνη ώστε οι Χριστιανοί της Δύσης να μη χρειάζεται ν' αγοράζουν πια ζάχαρη από τους Σαρακηνούς!

 

Για αιώνες, ιδιαίτερα από τις αρχές του 14ου και μέχρι το τέλος του 16ου αιώνα, το ζαχαροκάλαμο αποτελούσε μια πολύ σημαντική καλλιέργεια της κυπριακής γεωργίας. Μεγάλες εκτάσεις του νησιού ήσαν καλυμμένες με εκτεταμένες φυτείες ζαχαροκάλαμου, ενώ η ζάχαρη αποτελούσε ένα από τα σημαντικότερα εξαγωγικά προϊόντα του νησιού. Οι μεγαλύτερες φυτείες ζαχαροκάλαμου βρίσκονταν στο Κολόσσι, στην Επισκοπή, στα Κούκλια, στην Αχέλεια, στην Χρυσοχού και στη Λάπηθο. Φυτείες ζάχαροκαλάμου υπήρχαν επίσης στην Ακανθού, ιδίως στην περιοχή Κανακαρία, στα Λεύκαρα, στη Μόρφου, στη Λεύκα, στην Έμπα, στη Λέμπα, στο Φοίνικα της επαρχίας Πάφου και στην Ανόγυρα.

 

Οι μεγαλύτεροι ιδιοκτήτες των φυτειών ζαχαροκάλαμου, που ήσαν διάσπαρτες σε διάφορες περιοχές του νησιού ήσαν: η βασιλική οικογένεια, το τάγμα του Αγίου Ιωάννη, η καταλανική οικογένεια Ferrer και ο Λατίνος επίσκοπος της Λεμεσού. Αργότερα σ' αυτούς προστέθηκε και η βενετική οικογένεια Κορνάρο που βαθμιαία εξελίχθηκε σ' ένα από τους μεγαλύτερους καλλιεργητές ζαχαροκάλαμου και παραγωγής ζάχαρης στην Κύπρο.

 

Φυτείες ζαχαροκάλαμου που ανήκαν στη βασιλική οικογένεια υπήρχαν στην Ακανθού, στην Κανακαρία, στη Λάπηθο, στη δυτική περιοχή της πεδιάδας της Μόρφου, στη Λεύκα, στη Λέμπα, στην Έμπα, στην Αχέλεια και στα Κούκλια. Μια από τις πιο σημαντικές περιοχές καλλιέργειας ζαχαροκάλαμου ήταν η παραλιακή λωρίδα που εκτείνεται από τα Κούκλια μέχρι τη Λεμεσό. Στην περιοχή αυτή δίπλα από τις βασιλικές καλλιέργειες βρίσκονταν οι εκτεταμένες φυτείες του τάγματος του Αγίου Ιωάννη με επίκεντρο το Κολόσσι. Σε μικρή απόσταση δυτικά του Κολοσσιού βρίσκονταν οι φυτείες της οικογένειας Κορνάρο. Οι σημαντικότερες απ' αυτές τις φυτείες ήσαν στην περιοχή της Επισκοπής που εχρησιμοποιείτο ως βενετικό ειδικό λιμάνι λόγω του ποταμού Λύκου. Φυτείες ζαχαροκάλαμου υπήρχαν επίσης στην περιοχή του Ακρωτηρίου, οι οποίες ανήκαν στην καταλανική οικογένεια Ferrer και στον Λατίνο επίσκοπο της Λεμεσού. Δεν υπάρχουν πληροφορίες για καλλιέργειες ζαχαροκάλαμου στην ανατολική παραλία και στο εσωτερικό του νησιού.

 

Η κυπριακή ζάχαρη πουλιόταν στους Βενετούς, αλλά και σε άλλους ξένους εμπόρους. Βέβαια, το μεγαλύτερο μέρος της παραγωγής εξαγόταν στη Βενετία. Ο περιηγητής Ghistele αναφέρει πως οι μεγαλύτερες φυτείες ζαχαροκάλαμου, που από το πρώτο μισό του 15ου αιώνα είχε στην Επισκοπή η βενετική οικογένεια Κορνάρο, από την οποία καταγόταν η βασίλισσα της Κύπρου Αικατερίνη Κορνάρο (1473-1489), ήσαν και οι σπουδαιότερες στην Κύπρο. Βέβαια, η οικογένεια Κορνάρο είχε φυτείες ζάχαροκαλάμου και άλλα οικονομικά συμφέροντα στο νησί πολύ πριν η Αικατερίνη Κορνάρο παντρευτεί το βασιλιά Ιάκωβο Β΄ το 1472 και στεφθεί βασίλισσα της Κύπρου. Στις φυτείες ζαχαροκάλαμου της οικογένειας Κορνάρο από το τέλος του 15ου αιώνα με το διορισμό του Γεωργίου Κορνάρο (1488) αδελφού της βασίλισσας Αικατερίνης και αργότερα του καρδιναλίου Μάρκο Κορνάρο (1508), ανεψιού της ίδιας βασίλισσας, στη θέση του μεγάλου διοικητή του τάγματος των Ιωαννιτών, προστέθηκε και το Κολόσσι.

 

Το 1494, όταν ο Ιταλός Casola επισκέφθηκε τις φυτείες ζαχαροκάλαμου στο Κολόσσι και στην Επισκοπή, είδε εκεί 400 άτομα ν' ασχολούνται με την παραγωγή ζάχαρης. Την ύπαρξη πλούσιων φυτειών ζαχαροκάλαμου επιβεβαιώνουν επίσης πληροφορίες από αρχειακά έγγραφα καθώς και μαρτυρίες του Ιταλού περιηγητή κόμη Capodilista, που επισκέφθηκε την περιοχή το 1458. Σύμφωνα μ' αυτές, οι πιο πάνω φυτείες ανήκαν στην οικογένεια Κορνάρο.

 

Μια από τις πιο σημαντικές περιοχές παραγωγής ζάχαρης ήταν και το Κολόσσι. Τις εκτεταμένες φυτείες ζαχαροκάλαμου που βρίσκονταν εκεί εκμεταλλευόταν το τάγμα των Ιωαννιτών που ήταν και ο ιδιοκτήτης της περιοχής. Το Κολόσσι διέθετε επίσης μύλο ζαχαροκάλαμου και διυλιστήριο ζάχαρης, η παραγωγή του οποίου πουλιόταν στον εμπορικό οίκο Μαρτίνι της Βενετίας.

 

Από αρχειακό υλικό που διασώθηκε πιστοποιείται πως μεγάλες φυτείες ζαχαροκάλαμου υπήρχαν και στην περιοχή των Κουκλιών, της Αχέλειας, της Έμπας και της Λέμπας. Από το ζαχαροκάλαμο των περιοχών αυτών παράγονταν σημαντικές ποσότητες ζάχαρης που κατά τα μέσα του 15ου αιώνα είχαν αρκετή ζήτηση και μάλιστα επροπωλούνταν σε διάφορους μεγαλέμπορους δυο και τρία χρόνια πριν ακόμη παραχθούν!

 

Οι χώρες που προμήθευαν τη Μεσόγειο και τη δυτική Ευρώπη με ζάχαρη κατά τον Μεσαίωνα, ανάλογα με το μέγεθος της παραγωγής τους, μπορούν να καταταχθούν σε δυο κατηγορίες: στην πρώτη ανήκαν η Αίγυπτος, που η παραγωγή της ήταν πολύ μεγαλύτερη από την παραγωγή των άλλων μεσογειακών χωρών, η Συρία και η Κύπρος. Στη δεύτερη κατηγορία ανήκαν η Κρήτη, η Ρόδος και ο Μοριάς.

 

Στην παραγωγή ζάχαρης στην Κύπρο αναφέρονται και οι επίσημες βενετικές εκθέσεις που συνέτασσαν και υπέβαλλαν στη Βενετία οι τοποτηρητές του νησιού. Σε μια από αυτές που χρονολογείται στα τέλη του 15ου αιώνα, αναφέρεται πως η παραγωγή ζάχαρης πρώτου βρασμού (μη ραφιναρισμένης) ανερχόταν σε 2.000 καντάρια, της ζάχαρης zamburi (ραφιναρισμένης ζάχαρης) σε 250 και της μελάσσας επίσης σε 250 καντάρια. Σε μια άλλη έκθεση που συνέταξε ο τοποτηρητής Φραγκίσκος Άτταρ το 1540, αναφέρεται πως η ετήσια παραγωγή της ζάχαρης πρώτου βρασμού ανερχόταν σε 1.500 καντάρια, της ζάχαρης zamburi σε 450 καντάρια και της μελάσσας σε 850 καντάρια.

 

Το μεγαλύτερο μέρος της ζάχαρης που παραγόταν στην Κύπρο εξαγόταν στη Δύση, κυρίως στη Βενετία. Η Κύπρος ήταν γνωστή για την εξαγωγή ζάχαρης σε σκόνη "polvere di zucchero". Αυτό το είδος ζάχαρης εκτιμόταν περισσότερο από τα άλλα είδη και ήταν μάλιστα περιζήτητη. Στην Κύπρο παραγόταν σε μεγάλες ποσότητες και ήταν εξαιρετικής ποιότητας, έτσι που το νησί αναφέρεται ως ο κυριότερος τόπος εξαγωγής ζάχαρης υπό μορφή σκόνης. Ζάχαρη υπό μορφή σκόνης παραγόταν και σ' άλλα μέρη της Ανατολής, όπως στη Ρόδο, στη Συρία και στην Αλεξάνδρεια, αλλά αυτή της Κύπρου ήταν ποιοτικά καλύτερη.