Κολόσσι

Το Κάστρο

Image

Το χωριό Κολόσσι είναι γνωστότατο εξαιτίας του επιβλητικού κάστρου του - του λεγόμενου κούλα - που σώζεται σε καλή κατάσταση στη νότια άκρη του οικισμού. Παρά το ότι αναφέρεται κατά τα μεσαιωνικά χρόνια ως φέουδο με την ονομασία Le Colos που μέχρι το 1210 ανήκε σε κάποιον Garinus de Colos, ωστόσο ο πρώτος αυτός ιδιοκτήτης του χωριού κατά την περίοδο της Φραγκοκρατίας δεν ήταν εκείνος που έδωσε στο Κολόσσι το όνομά του. Αντίθετα, ο φεουδάρχης αυτός πήρε από το χωριό το όνομα και το υιοθέτησε ως οικογενειακό του επίθετο. Στο συμπέρασμα αυτό οδηγούμεθα από το γεγονός ότι το χωριό αναφέρεται στις πηγές ακριβώς με το όνομα Κολόσσι λίγο πριν από την έναρξη της περιόδου της Φραγκοκρατίας. Συγκεκριμένα αναφέρεται για πρώτη φορά το 1191, ως ο χώρος στον οποίο συναντήθηκαν ο τότε Βυζαντινός ηγεμόνας του νησιού Ισαάκιος δούκας Κομνηνός και ο βασιλιάς της Αγγλίας Ριχάρδος Λεοντόκαρδος, που είχε τότε εισβάλει στην Κύπρο. Στο Κολόσσι ο Ισαάκιος και ο Ριχάρδος είχαν έλθει σε συμφωνία που όμως δεν τηρήθηκε κι ο δεύτερος κυνήγησε τον πρώτο τον οποίο τελικά συνέλαβε αιχμάλωτο και κατέκτησε την Κύπρο, τερματίζοντας έτσι και την Βυζαντινή περίοδο του νησιού.

 

Αμέσως μετά την κατάκτηση της Κύπρου, κι αφού την λεηλάτησε, ο Λεοντόκαρδος την πούλησε στους Ναΐτες ιππότες που κι αυτοί — με τη συγκατάθεση του Άγγλου βασιλιά — την μεταπούλησαν τον επόμενο χρόνο στον Γκυ (Γουίδο) Λουζινιανό, ιδρυτή της δυναστείας των Λουζινιανών βασιλιάδων της περιόδου της Φραγκοκρατίας (1192-1489). Όταν, μετά το 1192, η Κύπρος άρχισε να οργανώνεται από τους νέους κυρίαρχούς της σε βασίλειο δυτικοευρωπαϊκού μεσαιωνικού τύπου, οι Λουζινιανοί προσκάλεσαν Ευρωπαίους ευγενείς να έλθουν για να εγκατασταθούν στο νησί ως φεουδάρχες, ιδιοκτήτες τιμαρίων — χωριών και περιουσιών — που τους παραχωρούνταν. Σκοπός του εποικισμού αυτού ήταν η αύξηση του αριθμού και της δύναμης των Φράγκων κυριάρχων προκειμένου να εδραιωθεί το βασίλειο και να εξασφαλισθεί η επικυριαρχία και ο έλεγχος επί του ντόπιου πληθυσμού. Φαίνεται ότι τότε είχε έλθει στην Κύπρο και ο Garinus de Colos, στον οποίο παραχωρήθηκε ως φέουδο το Κολόσσι που το κατείχε μέχρι το 1210.

 

Εφόσον λοιπόν το Κολόσσι αναφέρεται με την ονομασία αυτή και πριν από την παραχώρησή του στον ευγενή de Colos, τούτο σημαίνει ότι το χωριό είχε την ίδια ονομασία και κατά την Βυζαντινή περίοδο. Συνεπώς η ονομασία του είναι ελληνική και, κατά τον Νέαρχο Κληρίδη (Χωριά και Πολιτείες της Κύπρου, 1961, σσ. 110-111), το χωριό διασώζει ένα από τα αρχαιότερα ονόματα κυπριακών χωριών τα οποία έφεραν μαζί τους από τη Μικρά Ασία οι πρώτοι οικιστές τους: το όνομα Κολοσσαί (αι). Την ερμηνεία αυτή δίνει και ο Σίμος Μενάρδος (Τοπωνυμικόν της Κύπρου, Κ.Ε.Ε., Λευκωσία, 1970, σ. 19), γράφοντας: ...τό Κολόσσιν εἶν’ ἑλληνικόν ὑποκοριστικόν ἀρχαίου ὀνόματος Κολοσσαί, ὡς ὠνομάζετο γνωστοτάτη πόλις τῆς Φρυγίας. Ο αρχιμανδρίτης Κυπριανός, συσχετίζοντας το γεγονός ότι το Κολόσσι απετέλεσε ιδιοκτησία των Ιωαννιτών ιπποτών, με το γεγονός ότι έδρα του τάγματος των ιπποτών αυτών υπήρξε η Ρόδος, δίνει μια ρομαντική ερμηνεία για την ονομασία του: ...Κολόσσιν ἐκλήθη παρά τῶν ἱππέων τῆς Ῥόδου, εἰς μνήμην τοῦ  ἐν Ῥόδῳ ποτέ Κολοσσο (Ἱστορία Χρονολογική.... Βενετία, 1788, σ. 49). Η ερμηνεία όμως αυτή δεν στέκει, αφού οι Ιωαννίτες έγιναν ιδιοκτήτες του Κολοσσιού το 1210, ενώ η μεταφορά της έδρας του τάγματός τους στη Ρόδο έγινε ένα αιώνα αργότερα, το 1310, ενώ το Κολόσσι αναφέρεται με το όνομα αυτό από το 1191.

 

Το 1210 ο τότε βασιλιάς της Κύπρου Ούγος Α' (1205-1218) αποζημίωσε τον ιδιοκτήτη του χωριού Garinus de Colos και παραχώρησε το Κολόσσι στο τάγμα των Οσπιταλλίων ή Σπιταλιωτών (Νοσοκόμων), δηλαδή των ιπποτών του Αγίου Ιωάννη της Ιερουσαλήμ, γνωστότερων ως Ιωαννιτών. Τότε ακριβώς κτίστηκε και το κάστρο του Κολοσσιού, στη θέση όπου αργότερα κτίστηκε το νεότερο κάστρο που σώζεται μέχρι σήμερα. Ερείπια του πρώτου αυτού κάστρου είναι και σήμερα ορατά στ' ανατολικά και στα δυτικά του νεότερου κάστρου που κτίστηκε στα μέσα του 15ου αιώνα.

 

Μεταξύ του 1306 και του 1313 το Κολόσσι απεδόθη και κατεχόταν από τους Ναΐτες ιππότες. Μετά τη διάλυση του τάγματός τους, περιήλθε ξανά στην κατοχή των Ιωαννιτών. Οι τελευταίοι, είχαν καταστήσει το Κολόσσι έδρα του τάγματός τους από το 1302, ενώ το 1310 μετέφεραν την έδρα τους στη Ρόδο. Όταν πήραν ξανά στην κατοχή τους το Κολόσσι κι όλη την άλλη τεράστια περιουσία των Ναϊτών στην Κύπρο, το Κολόσσι αποτέλεσε την έδρα του κυπριακού κλιμακίου του τάγματός τους, της μεγάλης Κομμανταρίας (Commanderie), δηλαδή της ανώτερης στρατιωτικής διοίκησης. Από την Κομμανταρία αυτή των Ιωαννιτών πήρε το όνομά της και η κουμανταρία, το γλυκύ αυτό όσο και φημισμένο κρασί που κατασκευαζόταν και κατασκευάζεται ακόμη μόνο στην Κύπρο.

 

Βλέπε λήμμα: Κομμανταρία

 

Οι Ιωαννίτες παρέμειναν κάτοχοι του χωριού και της περιοχής του μέχρι το 1488, οπότε τούτο περιήλθε στην κατοχή της οικογένειας Κορνάρο η οποία κατείχε και τη γειτονική Επισκοπή.

 

Το κάστρο του Κολοσσιού προστάτευε τις τεράστιες ιδιοκτησίες και φυτείες των Ιωαννιτών στην περιοχή, και παρά το ότι σε δυο τουλάχιστον περιπτώσεις δέχθηκε επιθέσεις, όχι μόνο δεν αλώθηκε αλλά — όπως και η γειτονική Επισκοπή — τις αντιμετώπισε με επιτυχία. Οι δυο αυτές περιπτώσεις αφορούν την εισβολή των Γενουατών στην Κύπρο το 1373-74 και την εισβολή των Μαμελούκων της Αιγύπτου το 1425-26. Ωστόσο κατά τις εισβολές αυτές θα πρέπει να προκλήθηκαν μεγάλες καταστροφές στις γύρω φυτείες.

 

Βλέπε λήμμα: Μαμελούκοι και Κύπρος

 

Στην εύφορη γη της πεδιάδας γύρω από το Κολόσσι καλλιεργούνταν σιτηρά, ελαιόδεντρα, βαμβάκι, κυρίως δε ριζάρι, ζαχαροκάλαμο και αμπέλια. Από τους αμπελώνες αυτούς παραγόταν το φημισμένο κρασί, ενώ σημαντική ήταν και η παραγωγή ζάχαρης με την επεξεργασία του ζαχαροκάλαμου στο εργοστάσιο του οποίου τα κατάλοιπα σώζονται στα ανατολικά του κάστρου.

 

Βλέπε λήμμα: Ζάχαρη- ζαχαροκάλαμο

 

Περιγραφή από το Φλώριο Βουστρώνιο και περιηγητές: Ο Φλώριος Βουστρώνιος (16ος αιώνας) περιγράφει το φρούριο του Κολοσσιού ως πύργο τεσσάρων ορόφων, με κινητή γέφυρα, εφοδιασμένο με πηγάδια και δεξαμενές νερού και λέγει ότι ήταν πολύ ασφαλές για φύλαξη πολύτιμων αγαθών σε περιπτώσεις επιδρομών και λεηλασιών. Γράφει τον οικισμό ως Colosso, σημειώνοντας ότι ήταν φέουδο από του οποίου την έκταση έρεε ο ποταμός Κούρης, που επίσης περνούσε μέσα από την έκταση του γειτονικού φέουδου της Επισκοπής. Συνεπώς, το μεσαιωνικό φέουδο του Κολοσσιού εκτεινόταν και πέραν της κοίτης του ποταμού, περιλαμβάνοντας στην έκτασή του και το χωριό Ερήμη. Ο Φλώριος αναφέρει επίσης ότι το φέουδο ανήκε πρώτα στους Ναΐτες ιππότες και μετά τη διάλυση του Τάγματός τους, το 1313, πέρασε στην κατοχή του Τάγματος των Ιωαννιτών. Τέλος, δίνει και την πληροφορία ότι στο Κολόσσι είχε γίνει συνάντηση του Ισαακίου Κομνηνού, δεσπότη της Κύπρου, με τον Ριχάρδο τον Λεοντόκαρδο το 1191. Κατά τη συνάντησή τους στο Κολόσσι, οι δύο δεν κατόρθωσαν να συμφωνήσουν, και ο Ριχάρδος πολέμησε τον Ισαάκιο στη συνέχεια και κατέλαβε την Κύπρο.

 

Οι μεγάλοι αμπελώνες του Κολοσσιού ήταν, πιθανότατα, αυτοί τους οποίους αναφέρουν ως αμπελώνες Εγκαδί ή Εγγαδδί οι περιηγητές Wilbrand von Oldenburg (1211), Wilhelm von Boldensele (1333) και Ludolf von Suchen (1350), ως ευρισκόμενους κοντά στη Λεμεσό.

 

Βλέπε λήμμα: Αμπελώνας Εγκαδί ή Εγγαδδί

 

Ο περιηγητής Alexander Drummond που επεσκέφθη την Κύπρο το 1745, γράφει σχετικά με το Κολόσσι: ...Απ' εκεί [=από την αλυκή] η χώρα είναι ανοικτή κι ευχάριστη ως το Κολόσσι, ωραίο χωριό, όπου υπήρχε προηγουμένως κομμανταρία των ιπποτών του Νοσοκομείου. Ο Λουί ντε Μανιάκ, μέγας κομμανδάτωρ στην Κύπρο, έκτισε στο μέρος αυτό ένα απλό, τετράγωνο κι ισχυρό πύργο, ο οποίος διασώζεται ακόμη. Το μπροστινό μέρος παρουσιάζει αυτή την όψη: έχει ύψος γύρω στα εβδομήντα πόδια και πλάτος πενήντα τέσσερα, κι είναι στολισμένος με οικόσημα. Η μεγάλη πύλη είναι ωστόσο βυθισμένη μέσα σε ένα χαμόσπιτο, γι' αυτό δεν μπόρεσα να τη δω. Μέρος του μοναστηριού, ωστόσο, το οποίο ήταν μεγάλο, φαίνεται ακόμη. (Exerpta Cypria, σ. 290).

 

Το «μοναστήρι», στο οποίο αναφέρεται ο περιηγητής αυτός είναι ίσως τα κατάλοιπα του εργοστασίου επεξεργασίας ζάχαρης στ' ανατολικά του κάστρου.

 

Ο αρχιμανδρίτης Κυπριανός (Ιστορία Χρονολογική... 1788, σ. 51) συγκαταλέγει το Κολόσσι ανάμεσα στα μεγαλύτερα χωριά της Κύπρου, ἐξ' ὧν πολλά ἐφθάρησαν... ὁποῦ μήτε εἰς τήν Ἰταλίαν εὑρίσκοντο τόσον πολυάνθρωπα... Ο ίδιος ιστορικός (ό.π.π., σ. 49), σημειώνει επίσης ότι το Κολόσσι ...ἔχει ἕνα Καστέλλιον... εἶναι μικρόν καί καλά δυνατόν στά ἅρματα τῆς χειρός. Οι Γενουβέζοι πολεμοῦντες τόσον αὐτό, ὅσον κι' ἐκεῖνο τῆς Ἐπισκοπῆς, δέν ἐδινήθησαν νά τά ὑποτάξουν. Τοῦτο εἶναι μακράν τῆς Λεμεσοῦ δύο λεῦγες, τῆς Ἐπισκοπῆς μίαν ἀπό τήν θάλασσαν ἀπέχει ὡς μίαν λεύγαν, εἰς τό ὁποῖον τήν σήμερον φυλάττουσι βαμπάκια, καί τόν παλαιόν καιρόν ζάχαρην...

 

Ο Α. Σακελλάριος (Τα Κυπριακά, τόμος Α', Αθήνα, 1890, σ. 63) γράφει ότι τότε που είχε δει το χωριό, δηλαδή πριν από το 1890, τούτο είχε 390 κατοίκους. Προσθέτει δε ότι ...τήν πεδιάδα τοῦ Κολοσίου... ἀρδεύει βραχίων τοῦ Λύκου ποταμοῦ, καθιστῶν αὐτήν εὐφορωτάτην. Εἶναι δέ ἡ κώμη κατάφυτος ἐκ πορτοκαλεῶν, λεμονεῶν καί ἄλλων ὀπωροφόρων δένδρων ἔτι δ' ἡ πεδιάς αὐτῆς παράγει ἀξιόλογον βάμβακα...

 

Βλέπε λήμμα: Βαμβάκι

 

Ωραιότατο χαρακτηρίζει το Κολόσσι και ο περιηγητής Richard Pococke που το είδε το 1738. Γράφει δε ότι το Κολόσσι αρδεύεται ικανοποιητικά κι είναι κατάφυτο από πορτοκαλεώνες αλλά και συκομουριές που χρησιμοποιούνταν για την εκτροφή του μεταξοσκώληκα. Αναφέρεται επίσης στο κάστρο και εκφράζει τη γνώμη μερικών ότι ίσως στο Κολόσσι βρισκόταν η αρχαία πόλη του Κουρίου! (Exerpta Cypria, σσ. 264-5).

 

Αλλά και ο Ali Bey, που επεσκέφθη την Κύπρο το 1806, γράφει ότι το Κολόσσι είναι χωριό περιτριγυρισμένο από κήπους, με άφθονο νερό, και μνημονεύει βέβαια και το  κάστρο  (Excerpta  Cypria, σ. 403).

 

Επίσης ο Turner, που επεσκέφθη την Κύπρο το 1815, μνημονεύει το Κολόσσι και — ως Άγγλος που ήταν — απεδέχθη ευχαρίστως την άποψη ότι το κάστρο του χωριού είχε κτιστεί «από τον δικό τους» Ριχάρδο Λεοντόκαρδο (Excerpta Cypria, σ. 444).

 

Πηγή

Μεγάλη Κυπριακή Εγκυκλοπαίδεια

Φώτο Γκάλερι

Image