Κορνέσιος Χατζηγεωργάκης

Η πτώση του ισχυρού δραγομάνου

Image

Τη θέση του Χατζηγεωργάκη υπονόμευε  με ιδιαίτερο πάθος εκτός από τον Χασάν αγά και τον βοηθό του Νικόλαο Νικολαϊδη και ο Γάλλος πρόξενος Regnault, ο οποίος τον θεωρούσε και αυτόν καθώς και τους Κυπρίους αρχιερείς σαν ρωσόφιλους και σαν εχθρούς της Γαλλίας, που επεδίωκαν να εκδιώξουν τους Τούρκους από την Κύπρο και με ρωσική υποστήριξη να την μετατρέψουν σε ένα είδος ηγεμονίας όπως στη Μολδαβία και Βλαχία, στην οποία οι ίδιοι να είναι ηγεμόνες.

 

Μετά τη φυγή του Χατζηγεωργάκη ο μουχασίλης διέταξε να σφραγιστεί το κονάκι του και ανέθεσε τη φύλαξή του στον οικονόμο της Αρχιεπισκοπής Κυπριανό. Όταν έφθασε ο Χατζηγεωργάκης στην Κωνσταντινούπολη βρήκε υποστήριξη από τον μεγάλο βεζύρη Σεϊταλή και από τους πρεσβευτές της Αγγλίας και της Ρωσίας και παραλίγο να αποκαθίστατο στο αξίωμά του. Η πτώση όμως του Σεϊταλή και η ανάρρηση του Γιουσούφ Ζιά στο αξίωμα του μεγάλου βεζύρη το 1809 σήμανε και το τέλος του Χατζηγεωργάκη. Ο Γιουσούφ Ζιά έτρεφε μίσος εναντίον του Χατζηγεωργάκη, πιθανόν από την εποχή που έχοντας αποτύχει σαν στρατηγός στην Αίγυπτο το 1798 εναντίον του Ναπολέοντος είχε εξοριστεί στην Κύπρο και, σύμφωνα με μια παράδοση, είχε απευθυνθεί στον Χατζηγεωργάκη ζητώντας του μια σημαντική οικονομική ενίσχυση και παίρνοντας μια μικρή μόνο βοήθεια. Ο Γιουσούφ Ζιά είχε ήδη αποφασίσει να ανακόψει αποφασιστικά την πορεία του μεγάλου δραγομάνου της Κύπρου διατάσσοντας τον αποκεφαλισμό του την Τετάρτη του Πάσχα, 31.3.1809, ενώ οι πρεσβευτές της Αγγλίας και Ρωσίας κατάφερναν, λίγο όμως αργά, να εξασφαλίσουν σουλτανική εντολή για τη σωτηρία του.

 

Μετά την εκτέλεσή του η οικογένειά του υπέστη πολλές διώξεις και ταλαιπωρίες. Η Πύλη έστειλε στην Κύπρο υπαλλήλους για να καταγράψουν την κινητή και ακίνητη περιουσία του και ζητούσε την πληρωμή οφειλόμενων ποσών από την εκμίσθωση των μουκατάδων. Τελικά, με σουλτανική διαταγή χαρίστηκε η περιουσία του και οι απαιτήσεις της Πύλης περιορίστηκαν στην πληρωμή 350 πουγγιών (175.000 γρόσια), που έπρεπε να πληρωθούν σε τρεις δόσεις. Η πρώτη δόση πληρώθηκε αμέσως, δεν είναι όμως γνωστό αν και πώς ξοφλήθηκαν οι άλλες δυο.

 

Τον Χατζηγεωργάκη διαδέχθηκε το 1808 στο αξίωμα του δραγομάνου ένας φαναριώτης Έλληνας, ο Λάμπρος, που διορίστηκε από την Πύλη και όχι όπως μέχρι τότε από τον αρχιεπίσκοπο.

 

Ο θάνατος του Χατζηγεωργάκη προκάλεσε ζωηρή συγκίνηση στον ελληνικό λαό της Κύπρου, όπως φαίνεται από το τραγούδι του Χατζηγεωργάκη, που συνέθεσε άγνωστος λαϊκός ποιητής σύγχρονος των γεγονότων που περιγράφει. Ο ποιητής περιγράφει τον Χατζηγεωργάκη σαν τον «μέγαν δραγομάνον, πού ἐδιαφέντευε τήν Κύπρο ἀπό τά χέρια τῶν Τούρκων» και περιγράφει με αρκετή ακρίβεια τα γεγονότα από το 1804 μέχρι το 1809, μέχρι δηλαδή το θάνατο του Χατζηγεωργάκη. Το ποίημα έχει σωθεί σε τέσσερις παραλλαγές. Η μια σε χειρόγραφο της μονής Μαχαιρά του έτους 1830 αποτελείται από 564 ιαμβικούς δεκαπεντασύλλαβους στίχους, η δεύτερη σε χειρόγραφο του Χριστόδουλου Βεγκλή του έτους 1817 από 582 στίχους, η τρίτη σε χειρόγραφο του 1882 από 407 στίχους και η τέταρτη σε άλλο χειρόγραφο της μονής Μαχαιρά του έτους 1837 από 564 κι αυτό στίχους. Το ποίημα αποτελεί μια σημαντική πηγή για τα ιστορικά γεγονότα που αφηγείται, αλλά είναι ταυτόχρονα και αξιόλογο γλωσσικό κείμενο της κυπριακής διαλέκτου των αρχών του 19ου αιώνα.