Τουρκία και Κύπρος

Η τουρκική εισβολή του 1974

Image

Αμέσως μετά την εκδήλωση του πραξικοπήματος της ελληνικής χούντας στην Κύπρο στις 15 Ιουλίου 1974, τη φυγή στο εξωτερικό του προέδρου Μακαρίου και την επικράτηση του διοικούμενου από Ελλαδίτες αξιωματικούς κυπριακού στρατού, η Τουρκία (με πρωθυπουργό τότε τον Μπουλέντ Ετζεβίτ) άρχισε να κινεί τη μεγάλη της στρατιωτική μηχανή. Η τουρκική κυβέρνηση κινήθηκε επίσης ιδιαίτερα δραστήρια προς όλες τις πολιτικές κατευθύνσεις, σε Δύση και σε Ανατολή, ώστε να εξασφαλίσει αν όχι υποστήριξη τουλάχιστον ανοχή της σχεδιαζόμενης στρατιωτικής εισβολής της στην Κύπρο. Στο διεθνές πολιτικό πεδίο η Τουρκία επικαλέστηκε τα «συμβατικά δικαιώματά της» για επέμβαση στην Κύπρο προς επαναφορά της διασαλευθείσης συνταγματικής τάξεως.

 

Διαβουλεύσεις Μακαρίου στο Λονδίνο 

Βλέπε Ψηφιακός Ηρόδοτος Αρχείου ΡΙΚ.

 

Υποστήριξε επίσης ότι είχε προηγηθεί στρατιωτική επέμβαση της Ελλάδας στην Κύπρο (διά του πραξικοπήματος), κι ότι οι Τουρκοκύπριοι βρίσκονταν σε άμεσο κίνδυνο. Αυτό το τελευταίο (δηλαδή ο κίνδυνος για την ασφάλεια των Τουρκοκυπρίων) ενισχυόταν κι από το γεγονός ότι οι Ελλαδίτες αξιωματικοί ανακήρυξαν ως νέο «πρόεδρο» της Κύπρου τον Νικόλαο Σαμψών, γνωστό για το παρελθόν του ως αγωνιστή της ΕΟΚΑ (οπότε ήταν ψυχρός εκτελεστής) και ως αρχηγού ελληνοκυπριακών ένοπλων ομάδων κατά το 1963-1964 (οπότε κατά τη διάρκεια των διακοινοτικών συγκρούσεων είχε -σύμφωνα προς κατηγορίες των Τουρκοκυπρίων και της Τουρκίας- σφαγιάσει αθώα γυναικόπαιδα).

 

Η τουρκική στρατιωτική εισβολή άρχισε τα χαράματα της 20ής Ιουλίου του 1974.   Ότι θα εκδηλωνόταν τουρκική στρατιωτική εισβολή στην Κύπρο ήταν γνωστό στους διεθνείς πολιτικούς κύκλους από το βράδυ κιόλας της 15ης Ιουλίου (δηλαδή από την πρώτη μέρα του πραξικοπήματος), οπότε η κυβέρνηση Ετζεβίτ είχε κιόλας πάρει την κατ' αρχήν απόφαση, σύμφωνα προς τουρκικές πηγές.

 

Ο Τούρκος στρατηγός Bedrettin Demirel (Μπεντρεττίν Ντεμιρέλ) που ηγήθηκε της τουρκικής εισβολής στην Κύπρο, γράφει στα Απομνημονεύματά του (με τίτλο Οι δρόμοι που οδηγούν στον Πόλεμο, τα οποία δημοσίευσε η εφημερίδα Cumhuriyet το 1989):

 

... Τελικά... ετέθη σε συναγερμό η 39η μεραρχία το βράδυ της 15/16 Ιουλίου. Εκείνο το βράδυ, στο τετράδιο των αναμνήσεων που έγραφα για τον γιο μου, σημείωσα: «Η νίκη είναι δική μας»... Το πρωί της 16ης Ιουλίου άρχισε η κινητοποίηση της 39ης μεραρχίας. Πρώτη θα αποβιβαζόταν στην Κύπρο η ομάδα μάχης του 50ού συντάγματος πεζικού. Μεταξύ της 15ης και της 19ης Ιουλίου οι δρόμοι της Μερσίνας, των Αδάνων, της Αλεξανδρούπολης, του Οσμανίγιε και του Μαράς ήταν γεμάτοι από τις μονάδες μας που μέρα και νύχτα ετοιμάζονταν κι εφοδιάζονταν. Στις 16 Ιουλίου, το απόγευμα, πραγματοποιήθηκε μυστική σύσκεψη στο διοικητήριο του επιτελείου του σώματος στρατού των Αδάνων, στην οποία προήδρευσε ο στρατηγός Εσρέφ Ακκιντζί, διοικητής των δυνάμεων ξηράς. Καθορίστηκε κρυφά ότι η μέρα της απόβασης θα ήταν οριστικά η 20ή Ιουλίου. Το σχέδιο απόβασης, που καταρτίστηκε πριν από 11 χρόνια, θα μπορούσε πια να πραγματοποιηθεί...

 

Το σχέδιο απόβασης, λοιπόν, του τουρκικού στρατού στην Κύπρο είχε καταρτιστεί 11 χρόνια πιο πριν, δηλαδή κατά το 1963. Η ομολογία αυτή του στρατηγού Ντεμιρέλ, γνωστή κι από άλλες τουρκικές πηγές, είναι ενδεικτική των πραγματικών τουρκικών προθέσεων για την Κύπρο καθ' όλη την 10ετία. Το γεγονός επίσης ότι η απόφαση για την τουρκική εισβολή είχε παρθεί από τις 15 Ιουλίου, δηλαδή από την πρώτη μέρα του πραξικοπήματος και πριν ακόμη γίνει γνωστή η κατάληξη του πραξικοπήματος αυτού, είναι ενδεικτική. Μεταξύ άλλων διαψεύδει και τους   Έλληνες «εθνικόφρονες» που ανοήτως υποστήριξαν ότι η Τουρκία αποφάσισε να δράσει στρατιωτικά στην Κύπρο μετά τις γνωστές καταγγελίες του Μακαρίου στα Ηνωμένα   Έθνη που έγιναν στις 19 του Ιουλίου.

 

Ο Μεχμέτ Αλί Μπιράντ, στο μεταφρασμένο και στην ελληνική βιβλίο του Απόφαση Απόβαση (Αθήνα, 1984, σ. 26), λέγει επίσης ότι η κυβέρνηση Ετζεβίτ πήρε την απόφαση για δράση στην Κύπρο το βράδυ της 15ης Ιουλίου του 1974. Εκείνα που έγιναν κατά τις επόμενες λίγες μέρες, μέχρι τα χαράματα της 20ής Ιουλίου, ήταν: οι πολεμικές προετοιμασίες αφενός, κι αφετέρου οι απαραίτητες πολιτικές προεργασίες τόσο στην ίδια την Τουρκία όσο και σε διμερείς και διεθνείς βάσεις. Θα πρέπει επίσης να τονιστεί ότι σε κάποιο στάδιο, και με αστραπιαία επίσκεψή του στο Λονδίνο, ο Ετζεβίτ είχε προτείνει και σχέδιο κοινής δράσης στην Κύπρο της Τουρκίας και της Αγγλίας (της τρίτης των «εγγυητριών δυνάμεων»). Η τελευταία «ένιψε τα χέρια της»!

 

Τα ίδια με όλα τα πιο πάνω λέγει στο βιβλίο του και ο Νεοκλής Σαρρής, βασιζόμενος σε τουρκικές πηγές (Ν. Σαρρή, Ἡ  Ἄλλη Πλευρά. Πολιτική χρονογραφία τῆς εἰσβολῆς στήν Κύπρο, τόμος Α', Αθήνα, 1977).

 

Μετά, λοιπόν, τις απαραίτητες προετοιμασίες, και μάλιστα μετά και τη συγκατάθεση των Ηνωμένων Πολιτειών, η Τουρκία προχώρησε στο μεγάλο της βήμα: τη στρατιωτική εισβολή στην Κύπρο. Στην Αθήνα, η στρατιωτική χούντα δεν αντελήφθη -μέχρι την τελευταία στιγμή- τις προθέσεις της Τουρκίας και δεν πήρε κανένα μέτρο, ούτε πολιτικό ούτε στρατιωτικό, για ματαίωσή τους. Όταν πλέον και στην ίδια την Κύπρο έγινε φανερό στους πραξικοπηματίες ότι η Τουρκία θα δρούσε στρατιωτικά (και το αντελήφθησαν μόλις την Παρασκευή, 19 Ιουλίου), το καθεστώς της Αθήνας προσπάθησε να διαλύσει τις ανησυχίες ειδοποιώντας ότι οι Τούρκοι «κάνουν ασκήσεις» και «μπλοφάρουν» (Βλέπε Βίντεο Ψηφιακός Ηρόδοτος Αρχείου ΡΙΚ)

 

Δεν μπλόφαραν όμως. Κι όταν η τουρκική εισβολή εκδηλώθηκε, οι διασπασμένοι και ήδη εξουθενωμένοι από την εμφύλια διαμάχη Έλληνες της Κύπρου ήταν, επί πλέον, απροετοίμαστοι (και στρατιωτικά και πολιτικά και ψυχολογικά) ν' αντιμετωπίσουν το γεγονός. Πολύ περισσότερο όταν δεν είχαν ούτε καν μια ικανή ηγεσία -πολιτική και στρατιωτική- να εμπιστεύονται.

 

Η τουρκική εισβολή άρχισε με τη συμμετοχή και των τριών όπλων: στρατού, ναυτικού, αεροπορίας. Τα τουρκικά αεροπλάνα άρχισαν τον βομβαρδισμό σημαντικών στόχων και έριξαν μονάδες αλεξιπτωτιστών στα βόρεια της Λευκωσίας. Τα πολεμικά και αποβατικά σκάφη εμφανίστηκαν στη βόρεια ακτή της Κύπρου (ακτή Πέντε Μίλι). Ο στρατηγός Ντεμιρέλ, στα Απομνημονεύματά του, γράφει ότι η επιλογή του σημείου απόβασης ήταν ορθή, αλλά αφήνει να νοηθεί πως έγινε περισσότερο τυχαία παρά ύστερα από μελέτη και σχεδιασμό. Προσθέτει δε και τα εξής:

 

... Σαν αποτέλεσμα του πραξικοπήματος, η Εθνική Φρουρά ήταν κατανεμημένη σε όλο το νησί, και ιδιαίτερα στις περιοχές όπου κατοικούσαν Τούρκοι. Οι πιθανές περιοχές εισβολής (από θάλασσα και αέρα) εγκατελείφθησαν αδύνατες από τους Ελληνοκυπρίους. Μεταξύ των δυνάμεών τους υπήρχαν υποστηρικτές και μη υποστηρικτές του πραξικοπήματος...

 

...Τα πρώτα κύματα της ταξιαρχίας Cakmak αποβιβάστηκαν στην ακτή μετά τις 08.00 το πρωί [της 20ής Ιουλίου] χωρίς καθόλου εχθρικά πυρά. Όμως ο εχθρός άρχισε, μετά το τρίτο κύμα, να συγκεντρώνει στην παραλία πυρά πυροβολικού και όλμων, κι έτσι η ομάδα μάχης του 50ού συντάγματος πεζικού αναγκάστηκε να αποβιβαστεί χωρίς πρόγραμμα...

 

Γενικά, διαβάζοντας κανένας τα Απομνημονεύματα του στρατηγού Ντεμιρέλ, διερωτάται πώς ήταν δυνατόν ένας τέτοιος στρατός, του οποίου ο ίδιος ηγήθηκε, να νικήσει. Τα πάντα ήταν ασυντόνιστα, οι μονάδες δεν γνώριζαν πού πάνε και τι κάνουν (αναφέρεται χαρακτηριστικά ότι... ρωτούσαν για την κατεύθυνση στην οποία βρισκόταν η Κερύνεια) ενώ διοικητές μονάδων που διενήργησαν την απόβαση δεν είχαν συμμετάσχει ποτέ στη ζωή τους έστω και σε μια αποβατική άσκηση. Ο ίδιος ο στρατηγός Ντεμιρέλ, που ηγήθηκε της τουρκικής εισβολής, δεν είχε πάρει ποτέ μέρος σε κανένα πόλεμο. Γράφει ότι περί πολέμων άκουγε διηγήσεις από τον μακαρίτη τον πατέρα του κι ότι ενώ έπλεε προς την Κύπρο διερωτάτο τι να είναι άραγε ο πόλεμος! Είναι, εξάλλου, γνωστό και το επεισόδιο κατά το οποίο τουρκικά πολεμικά αεροπλάνα κατόρθωσαν, ύστερα από σκληρή μάχη, να βυθίσουν τουρκικό πολεμικό πλοίο στη θαλάσσια περιοχή της Κύπρου.

 

Η τουρκική στρατιωτική επιχείρηση στην Κύπρο είναι γνωστό ότι βαθμολογήθηκε με πολύ χαμηλό βαθμό από ξένους στρατιωτικούς εμπειρογνώμονες. Και είναι μάλλον βέβαιο ότι θα οδηγείτο σε πλήρη αποτυχία αν οι ελληνοκυπριακές δυνάμεις ήταν έτοιμες να την αντιμετωπίσουν κι αν είχαν κάποια, έστω, στρατιωτική βοήθεια από την Ελλάδα (όπως λ.χ. δράση κατά των τουρκικών πλοίων δύο σύγχρονων ελληνικών υποβρυχίων που βρίσκονταν στην περιοχή της Κερύνειας και που αποσύρθηκαν!).

 

Στις 20 Ιουλίου του 1974 οι Τούρκοι κατόρθωσαν να δημιουργήσουν προγεφύρωμα στην ακτή Πέντε Μίλι (8 χμ. δυτικά της Κερύνειας). Μέχρι τις 16.00 της 22ας Ιουλίου (οπότε εφαρμόστηκε συμφωνία για κατάπαυση του πυρός σύμφωνα προς το ψήφισμα αρ. 353 της 20ής του Ιούλη του Συμβουλίου Ασφαλείας του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών), οι Τούρκοι είχαν επεκτείνει το προγεφύρωμά τους, καταλαμβάνοντας την πόλη της Κερύνειας και τα χωριά Άγιος Γεώργιος και Τριμίθθι, Τέμπλος και Θέρμια. Είχαν επίσης ενώσει το προγεφύρωμά τους με τον τουρκοκυπριακό θύλακο της Λευκωσίας κι είχαν θέσει υπό τον έλεγχό τους ολόκληρη την περιοχή του συμπλέγματος των τουρκοκυπριακών χωριών Ορτά Κιογιού, Μάντρες, Κιόνελι, Κανλί, Φώττα, Κρηνί, Πιλέρι, Κιομουρτσιού και Αγίρτα, όπως και την κορφή του κάστρου του Αγίου Ιλαρίωνος (που κατεχόταν από τους Τουρκοκυπρίους καθ' όλη την προηγούμενη 10ετία). Δηλαδή οι Τούρκοι κατέλαβαν μια στενή λωρίδα γης από τις ακτές της Κερύνειας προς το εσωτερικό του νησιού, μέχρι τη Λευκωσία (βόρειος τουρκοκυπριακός τομέας).

 

Ωστόσο και μετά την κατάπαυση του πυρός (το απόγευμα της 22ας Ιούλιο), οι τουρκικές δυνάμεις κινήθηκαν τις επόμενες μέρες και προς τ' ανατολικά, και προς τα δυτικά της λωρίδας που είχαν καταλάβει, διπλασιάζοντας την εδαφική έκταση του προγεφυρώματος τους. Προς τ' ανατολικά κατέλαβαν, μεταξύ άλλων, τα χωριά Δίκωμο, Σιγχαρί, Βουνό, Πέλλα Πατς και Άγιο Επίκτητο, ενώ προς τα δυτικά τον Καραβά, τη Λάπηθο, τον Σύσκληπο, τον   Άγιο Ερμόλαο.

 

Στο μεταξύ, κατά τις πρώτες μέρες του πολέμου, οι ελληνοκυπριακές δυνάμεις είχαν εξουδετερώσει σχεδόν όλους τους κυριότερους τουρκοκυπριακούς θυλάκους στην υπόλοιπη Κύπρο (στις πόλεις, εκτός της Αμμοχώστου, στη Λεύκα και αλλού). Δεν είχαν όμως κατορθώσει να αποκρούσουν κι ανακόψουν την ίδια την εισβολή. Μεταξύ δε των πολλών προβλημάτων προσετέθησαν και τα πρώτα κύματα των προσφύγων που εγκατέλειψαν τα κατεχόμενα από τον τουρκικό στρατό μέρη.

 

Η εκδήλωση της τουρκικής στρατιωτικής εισβολής είχε συνοδευθεί κι από ραγδαίες πολιτικές εξελίξεις. Οι Ηνωμένες Πολιτείες απέστειλαν, για μια ακόμη φορά, ένα απεσταλμένο τους (τον Τζόζεφ Σίσκο) που κινήθηκε δραστήρια μεταξύ Αθήνας και Άγκυρας με σκοπό να παρεμποδίσει μια γενικότερη στρατιωτική αναμέτρηση Ελλάδας και Τουρκίας, πράγμα που κατόρθωσε. Φαίνεται δε ότι τούτο δεν ήταν και πολύ δύσκολο να επιτευχθεί, αφού μετά από μια γελοία επιστράτευση που έγινε στην Ελλάδα (και που απέδειξε πόσο ανέτοιμη στρατιωτικά ήταν η χώρα), και ύστερα από λίγες απειλές, διαφάνηκε ότι το δικτατορικό καθεστώς της Αθήνας δεν ήταν σε θέση ν' αντιμετωπίσει την κατάσταση. Εξ άλλου και η ίδια η ανίκανη κυβέρνηση της Αθήνας αυτοδιαλύθηκε κάτω από το βάρος της ευθύνης και παρέδωσε την εξουσία στους παλαιούς πολιτικούς (με επικεφαλής τον Κωνσταντίνο Καραμανλή που επέστρεψε εσπευσμένα από το Παρίσι όπου ζούσε αυτοεξόριστος). Παρόμοια πολιτική μεταβολή σημειώθηκε αμέσως και στην Κύπρο, όπου ο «πρόεδρος» Σαμψών παρέδωσε την εξουσία στον Γλαύκο Κληρίδη, πρόεδρο της Βουλής. Οι πολιτικές μεταβολές τόσο στην Κύπρο όσο και στην Ελλάδα έγιναν ύστερα από υποκίνηση των Ηνωμένων Πολιτειών.

 

Δυο μέρες μετά τις πολιτικές αυτές μεταβολές στην Ελλάδα και στην Κύπρο, δηλαδή στις 25 Ιουλίου, άρχισαν ειρηνευτικές συνομιλίες με πρωτοβουλία της Αγγλίας, που πραγματοποιήθηκαν στη Γενεύη της Ελβετίας, και στις οποίες συμμετείχαν οι υπουργοί Εξωτερικών των τριών εγγυητριών χωρών Βρετανίας, Τουρκίας και Ελλάδας, Κάλλαχαν, Γκιουνές και Γ. Μαύρος. Ο τελευταίος μόλις είχε αναλάβει το αξίωμα αυτό, μετά τη πτώση της ελληνικής χούντας. Οι συνομιλίες διάρκεσαν 5 μέρες. Στις 30 Ιουλἰου υπεγράφη μια διακήρυξη αποτελούμενη από 6 σημεία, με τα οποία οι τρεις υπουργοί υποδείκνυαν την άμεση ανάγκη του να τεθούν επειγόντως σε κίνηση μέτρα για τη διευθέτηση της κατάστασης στην Κύπρο πάνω σε διαρκή βάση, λαμβανομένων υπόψιν των διεθνών συμφωνιών του 1960 (Ζυρίχης-Λονδίνου) και του τελευταίου ψηφίσματος του ΟΗΕ (αρ. 353, του Συμβουλίου Ασφαλείας). Αφού οι τρεις υπουργοί συμφώνησαν πως δε θα έπρεπε να επεκταθούν οι περιοχές της Κύπρου που ελέγχονταν από τις αντίπαλες δυνάμεις κατά την ώρα υπογραφής της διακήρυξης, κάλεσαν τις αντίπαλες δυνάμεις στην Κύπρο να σταματήσουν κάθε επιθετική ή εχθρική δραστηριότητα. Συμφωνήθηκε επίσης ότι έπρεπε να εγκαθιδρυθεί, μεταξύ άλλων μέτρων, μια «ζώνη ασφαλείας» («νεκρή» λεγόμενη ζώνη) μεταξύ των αντιπάλων στρατιωτικών δυνάμεων, ενώ ταυτόχρονα θα έπρεπε να εκκενωθούν οι διάφοροι τουρκοκυπριακοί θύλακοι από τις δυνάμεις των Ελληνοκυπρίων που είχαν εισδύσει σ' αυτούς. Τέλος, οι τρεις υπουργοί συμφώνησαν να αρχίσουν τάχιστα διαπραγματεύσεις «προς διασφάλιση της αποκαταστάσεως της ειρήνης και της επανεγκαταστάσεως συνταγματικής κυβερνήσεως». Συμφωνήθηκε, προς τούτο, όπως διεξαχθούν περαιτέρω συνομιλίες στη Γενεύη, στις 8 Αυγούστου 1974.

 

Παρά τις πρόνοιες της διακήρυξης, οι τουρκικές δυνάμεις εισβολής επωφελήθηκαν από την έναρξη της εκεχειρίας για να προωθηθούν σε διάφορα σημεία και να βελτιώσουν τις θέσεις τους, διευρύνοντας και το αρχικό τους προγεφύρωμα.

 

Στις 8 Αυγούστου 1974   επαναλήφθηκαν στη Γενεύη οι συνομιλίες, με συμμετοχή τώρα και των Γλαύκου Κληρίδη και Ραούφ Ντενκτάς ως εκπροσώπων της ελληνικής και της τουρκικής κοινότητας της Κύπρου. Κατ' αυτές, ο Τούρκος υπουργός Εξωτερικών Τουράν Γκιουνές έθεσε στους συνομιλητές του δυο σχέδια και, χωρίς συζήτηση, αξίωσε τελεσιγραφική απάντηση μ' ένα ναι ή ένα όχι. Το πρώτο σχέδιο (που υπεβλήθη «τυπικά» από τον Ραούφ Ντενκτάς) πρόβλεπε την παραχώρηση έκτασης 34% του κυπριακού εδάφους στους Τούρκους. Η διαχωριστική γραμμή θ' άρχιζε από τον Λιμνίτη και θα περνούσε από τη Λεύκα, τη Μόρφου, θα διχοτομούσε τη Λευκωσία και θα κατέληγε στην Αμμόχωστο (παλαιά πόλη). Αυτό το 34% του εδάφους, θα έπρεπε να εκκενωθεί και να παραδοθεί στον τουρκικό στρατό εισβολής εντός 24 ωρών. Το δεύτερο σχέδιο πρόβλεπε τη χάραξη της ίδιας διαχωριστικής γραμμής, που θα συνεχιζόταν όμως από την Αμμόχωστο προς βορρά, καταλήγοντας στον Δαυλό. Έτσι θα έμενε ελεύθερη η χερσόνησος της Καρπασίας, αλλά σ' αντάλλαγμα θα δημιουργούνταν και 5 άλλα καντόνια για τους Τούρκους: κοντά στην Πάφο, κοντά στη Λάρνακα, στη Λεύκα-Ξερό, στην Πόλη Χρυσοχούς και στη Γαληνόπωρνη. Έτσι το συνολικό ποσοστό κυπριακού εδάφους που αξιούσε το δεύτερο σχέδιο ήταν και πάλι περίπου 34%. Για το δεύτερο σχέδιο ο Γκιουνές αξίωσε απάντηση εντός 2 ωρών.

 

Τόσο η ελλαδική όσο και η ελληνοκυπριακή πλευρά αρνήθηκαν ν' αποδεχθούν οποιοδήποτε από τα δυο αυτά σχέδια. Τόνισαν ότι η διάσκεψη της Γενεύης ήταν αναρμόδια να επιλύσει το Κυπριακό ζήτημα, κι ότι το μόνο θέμα για το οποίο οι τρεις εγγυήτριες χώρες μπορούσαν να επιμείνουν ήταν η επάνοδος στο καθεστώς του 1960. Παράλληλα, ο Γλαύκος Κληρίδης ζήτησε επίμονα αναβολή των συνομιλιών για σύντομο διάστημα, προκειμένου να επανέλθει στην Κύπρο για διαβουλεύσεις και συνεννοήσεις. Το αίτημα του Κληρίδη υπεστήριξαν οι Κάλλαχαν και Μαύρος το απόγευμα της 13ης Αυγούστου. Αργά το βράδυ ο Γκιουνές δήλωσε ότι δεν μπορούσε να παραχωρήσει την αναβολή που του ζητήθηκε.   Έτσι, λίγα λεπτά αργότερα, ο Κάλλαχαν ανακοίνωσε στους δημοσιογράφους το ναυάγιο των συνομιλιών της Γενεύης.

 

Τρεις ώρες αργότερα, την αυγή της 14ης Αυγούστου, η Τουρκία εξαπέλυσε νέα μεγάλη στρατιωτική επίθεση, με συμμετοχή ναυτικών, χερσαίων και αεροπορικών δυνάμεών της, με αποτέλεσμα την κατάληψη του βόρειου μισού τμήματος της Κύπρου (σε ποσοστό εδάφους 37% περίπου), δηλαδή περισσότερο απ' ό,τι πρόβλεπε το πρώτο σχέδιο του Γκιουνές που τελεσιγραφικά είχε τεθεί στη Γενεύη.

 

Η δεύτερη αυτή φάση της τουρκικής εισβολής (14-16 Αυγούστου του 1974), ήταν και η πιο καταστροφική. Τα τουρκικά στρατεύματα, που στο μεσοδιάστημα είχαν ενισχυθεί σημαντικά, προέλασαν σχεδόν ανενόχλητα, έχοντας και τη διαρκή υποστήριξη του τουρκικού πολεμικού ναυτικού και της τουρκικής πολεμικής αεροπορίας. Σε σύντομο χρόνο έφθασαν μέχρι την πόλη της Αμμοχώστου στα ανατολικά, αποκόπτοντας έτσι κι ολόκληρη τη χερσόνησο της Καρπασίας, και μέχρι την Τηλλυρία (περιοχή Λιμνίτη) στα δυτικά.

 

Το Συμβούλιο Ασφαλείας του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών συνεδρίασε κατά το διάστημα αυτό επανειλημμένα, κι ενέκρινε ψηφίσματα (αρ. 358 και 360 της 15ης και 16ης Αυγούστου 1974, αντιστοίχως). Νέα κατάπαυση του πυρός συμφωνήθηκε κι εφαρμόστηκε από την 18.00 ώρα της 16ης Αυγούστου. Ωστόσο και μετά την εφαρμογή της συμφωνίας αυτής τα τουρκικά στρατεύματα προωθήθηκαν σε διάφορες περιοχές, βελτιώνοντας τις θέσεις που ως τότε είχαν καταλάβει. Μεταξύ των καταληφθέντων εδαφών μετά την ώρα κατάπαυσης του πυρός ήταν και η εκτός των τειχών πόλη της Αμμοχώστου, το χωριό Λουρουτζίνα, που ενώθηκε με «διάδρομο» με το υπόλοιπο κατεχόμενο τμήμα της Κύπρου, τα χωριά Κάτω και Πάνω Ζώδια, κι άλλα τμήματα εδαφών στην περιοχή Λεύκας.

 

Τα γεγονότα της εισβολής

 

19 Ιουλίου: Στις 20:00 μεταδίδεται στην τηλεόραση η εικόνα κατάφορτης αρμάδας τουρκικών πολεμικών πλοίων να αποπλέει από τη Μερσίνα. Στις 20:30 στη Λευκωσία, ο Αμερικανός πρέσβης αναζήτά και επισκέπτεται πάλι τον Γλαύκο Κληρίδη ζητώντας του να αντικαταστήσει τον Σαμψών. Στις 21:15 τα ναυτικά ραντάρ της Κύπρου επισημαίνουν έξι στόχους σε σχηματισμό να κινούνται με κατεύθυνση από Μερσίνα προς νότο. Ο σχηματισμός αυτός ήταν η αρχή της επιχείρησης Αττίλας I. Από την αποτύπωση της πορείας τους φέρονται να κατευθύνονται στη κυπριακή περιοχή Κορμακίτη, δυτικά της Κερύνειας. Η ηγεσία των ελληνικών ενόπλων δυνάμεων και ο δικτάτορας Ιωαννίδης δώσει οδηγίες στους επόπτες στο ΓΕΕΘΑ ότι οι Τούρκοι έκαναν γυμνάσια για εκβιαστικούς λόγους, παρά τις εκκλήσεις του διοικητή της Εθνικής Φρουράς, Γιωργίτση, για διαταγές απόκρουσης της εισβολής,

 

20 Ιουλίου: Στις 01:30, το ραντάρ στον Απ. Ανδρέα ανιχνεύει 11 πλοία να κατευθύνονται προς την Κερύνεια, σε απόσταση 35 ναυτικών μιλίων. Στις 05:00 περίπου, δυο μικρά ελληνοκυπριακά πλοία αποπλέουν από την Κερύνεια για να εμπλακούν με τα τουρκικά και τελικά βυθίζονται. Όλοι οι ναύτες πνίγηκαν εκτός από έναν. Η Τουρκία, επικαλούμενη το άρθρο 4 της Συνθήκης Εγγυήσεων, εισβάλλει στην Κύπρο με τον ισχυρισμό ότι είχε το δικαίωμα να υπερασπιστεί τους Τουρκοκύπριους και να εγγυηθεί την ανεξαρτησία της Κύπρου. ΟΙ τούρκικες δυνάμεις αποβιβάζονται στην παραλία Πέντε Μίλι, η οποία βρίσκεται στη βόρεια ακτογραμμή της Κύπρου, περίπου 8 χιλιόμετρα δυτικά της Κερύνιας. Είχαν ξεκινήσει από το λιμάνι της Μερσίνας της Τουρκίας, και η αρχική πρόθεσή τους ήταν να αποβιβαστούν στην παραλία της Γλυκιώτισσας, η οποία όμως κρίθηκε ακατάλληλη. Πριν την αποβίβαση, Τούρκοι βατραχάνθρωποι ψάχνουν για νάρκες. Η τουρκική δύναμη αποτελείται από 3.000 στρατιώτες, 12 άρματα μάχης M47 και 20 τεθωρακισμένα οχήματα μεταφοράς προσωπικού M113, και 12 ολμοβόλα. 

Στις 10:00 γίνεται η πρώτη εμπλοκή των Τούρκων με δυνάμεις του στρατού ξηράς της Κύπρου (τo 251 Τάγμα Πεζικού, υποστηριζόμενο από μια διμοιρία 5 τεθωρακισμένων τύπου Τ-34). Παρόλο που καταφέρνουν να καταστρέψουν 2 θέσεις πυροβόλων άνευ οπισθοδρομήσεως, αποτυγχάνουν να εκδιώξουν τους Τούρκους από τις θέσεις τους. Μια αντεπίθεση των τουρκικών δυνάμεων καταφέρνει να καταστρέψει 2 τεθωρακισμένα. Όταν το τάγμα υποχωρεί ανατολικά προς την Κερύνεια, οι Τούρκοι προχωρουν1 χιλιόμετρο, αρχικά προς τα δυτικά, και μετά προχωρούν ανατολικά. Από τα συνολικά 5 άρματα, τα 4 καταστρέφονται και 1 βρίσκεται εγκαταλελειμμένο στο στρατόπεδο του τάγματος.Επίσης, αεροπορικές επιθέσεις στοχεύουν ελληνοκυπριακές θέσεις μέσα και γύρω απο την Κερύνεια.

 

Οι ελληνοκυπριακές δυνάμεις του Πυροβολικού προσπαθούν να αποκρούσουν την αποβίβαση των Τούρκων: η 182 ΜΠΠ, η 190 ΜΑ/ΤΠ επιτίθεται κατά των τουρκικών δυνάμεων στην περιοχή Πανάγρων και στο τουρκικό προγεφύρωμα στο Πεντεμίλι, αναγκάζοντας τα τουρκικά πολεμικά πλοία να υποχωρήσουν. Η 191 ΠΟΠ βάλλει κατά των τουρκικών θέσεων στο Μπέλλα-Πάις και στις περιοχές Άσπρη Μούττη και Κοτζά Καγιά. Η 198 ΠΟΠ χάνει αρκετά οχήματα, ασυρμάτους και πυρομαχικά κατά τη διάρκεια πυρκαγιάς στις 16 Ιουλίου. Έτσι βρίσκεται ποδυναμωμένη κατά τη διάρκεια των πρώτων συγκρούσεων με τους Τούρκους στο κάστρο του Αγίου Ιλαρίωνα στις 20 Ιουλίου, στην προσπάθειά της να στηρίξει τις δυνάμεις καταδρομών που μάχονταν στην περιοχή. 

Η Εθνική Φρουρά, υποστηριζόμενη από όλα τα άρματα Τ-34, καθώς και με δυνάμεις της ΕΛΔΥΚ εξαπολύουν μαζική επίθεση στον θύλακα του Κιόνελι, ο οποίος έλεγχε τμήμα του δρόμου Κερύνειας- Λευκωσίας. Στην σφοδρότατη μάχη που ακολούθησε, παρόλο που δυνάμεις της ΕΛΔΥΚ καταλαμβάνουν τα πρώτα σπίτια, τελικά αναγκάζονται τις πρώτες πρωινές ώρες να επιστρέψουν στο στρατόπεδό τους.

 

Το απόγευμα το ελλληνικό αρματαγωγό Λέσβος ( Βίντεο Ψηφιακός Ηρόδοτος -Αρχείο ΡΙΚ) φτάνει στην Πάφο και ξεκινά να βομβαρδίζει τον τουρκοκυπριακό θύλακα του Μουτάλλου. Το σκάφος αποβιβάζει 450 στρατιώτες της ΕΛΔΥΚ και αμέσως φεύγει  για να αποφύγει τον εχθρό. Τούρκικα πλοία φτάνουν στην περιοχή για να το απωθήσουν, τα οποία η τουρκική αεροπορία τα εξέλαβε ως ελληνικά και τους επιτέθηκε στις 21 Ιουλίου.

 

Τουρκικά αεροπλάνα βομβαρδίζουν τις εγκαταστάσεις της Εθνικής Φρουράς στην Αθαλάσσα καθώς και το Νοσοκομείο Αθαλάσσας. Οι 31 φονευθέντες ασθενείς, ανάμεσα τους και τρεις τουρκοκύπριοι, θάφτηκαν σε κρατήρα που άνοιξε από το βομβαρδισμό και βρισκόταν στον κήπο του νοσοκομείου.

 

Αργά το βράδυ της 20ης Ιουλίου, το Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ, σε ομόφωνο ψήφισμα (υπ αριθμόν 353][65]) καλεί όλα τα κράτη να σέβονται την κυριαρχία, ανεξαρτησία και εδαφική ακεραιότητα της Kύπρου, απαιτεί άμεσο τερματισμό της ξένης στρατιωτικής επέμβασης στην Kυπριακή Δημοκρατία και ζητά την αποχώρηση χωρίς καθυστέρηση από την Kυπριακή Δημοκρατία του ξένου στρατιωτικού προσωπικού που βρίσκεται εκεί πέραν των προνοιών διεθνών συμφωνιών, περιλαμβανομένων και εκείνων των οποίων η αποχώρηση είχει ζητηθεί από τον Πρόεδρο της Kυπριακής Δημοκρατίας Aρχιεπίσκοπο Mακάριο, στην επιστολή του ημερομηνίας 2 Iουλίου 1974 (Βλέπε Βίντεο Ψηφιακός Ηρόδοτος Αρχείου ΡΙΚ). 

 

21 Ιουλίου: Ενώ οι μάχες συνεχίζονταν και η Τουρκία καταλαμβάνει την Κερύνεια, στην Αθήνα ο δικτάτορας Ιωαννίδης απειλΕί για ολομέτωπο πόλεμο Ελλάδας Τουρκίας, όμως, όταν το αποφάσισε, οι στρατηγοί αρχηγοί των όπλων στασίασαν (πραξικόπημα των Στρατηγών). Τα πρόσωπα που πρωταγωνιστούν μαζί με τον ταξίαρχο Ιωαννίδη, είναι ο πρόεδρος Φαίδων Γκιζίκης, ο πρωθυπουργός Αδαμάντιος Ανδρουτσόπουλος, ο αρχηγός Στρατού αντιστράτηγος Γαλατσάνος, ο αρχηγός Ναυτικού αντιναύαρχος Πέτρος Αραπάκης, ο αρχηγός Αεροπορίας Παπανικολάου, ο αρχηγός Ενόπλων Δυνάμεων Γρηγόριος Μπονάνος.

 

Ο ειδικός διαπραγματευτής των ΗΠΑ για το Κυπριακό, Τζόζεφ Σίσκο, προσπαθεί να πείσει την Αθήνα και Άγκυρα για ανακωχή. Ο Μπουλέντ Ετσεβίτ απαιτεί να μην υπάρξουν ενισχύσεις των ελληνικών δυνάμεων στην Κύπρο για να δεχτεί εκεχειρία. Απειλει κατάρριψη ή και βύθιση όποιας βοήθειας θα ερχόταν από την Ελλάδα. Ο ναύαρχος Αραπάκης, που είχε στο μεταξύ διατάξει όπως δύο υποβρύχια του ελληνικού πολεμικού ναυτικού κατευθυνθούν προς την Κερύνεια και που βρίσκονταν ήδη μεταξύ Ρόδου και Κερύνειας, πήρε την εντολή να διατάξει όπως επιστρέψουν στη Ρόδο. Ο ίδιος παίρνει μέρος σε σύσκεψη των αρχηγών, στην παρουσία του Γεώργιου Ιωαννίδη, όπου αποφασίζεται  ότι θα ήταν μάταιη κάθε απόπειρα αποστολής βοήθειας στη μαχόμενη Κύπρο, από τον αέρα ή τη θάλασσα.

 

Το ίδιο απόγευμα, η Ελληνική Πολεμική Αεροπορία προβαίνει σε απόπειρα μυστικής μεταφοράς ενισχύσεων (με τη μορφή τάγματος καταδρομών), γνωστή ως Επιχείρηση «Νίκη», με τη χρήση 15 αεροσκαφών τύπου Nord Noratlas (354 Μοίρα «Πήγασος») από τη Σούδα της Κρήτης στην Κύπρο. Ωστόσο, η αποστολή δέχεται φίλια πυρά από τα αντιαεροπορικά πολυβόλα της ελληνοκυπριακής 195 ΜΕΑ/ΑΠ (παρατάχθηκε στο Διεθνές Αεροδρόμιο της Λευκωσίας), με αποτέλεσμα το 3ο Noratlas (ΝΙΚΗ-4) να καταστραφεί (4 αεροπόροι και 29 καταδρομείς σκοτώθηκαν). Ακόμα δύο αεροσκάφη Noratlas παθαίνουν σοβαρές ζημιές.

 

Οι ελληνοκυπριακές δυνάμεις παρατάσσονται στην Κερύνεια, στον δρόμο Κερύνειας-Καραβά και στοΤριμίθι. Συνεχίζονται οι συγκρούσεις στον Πενταδάκτυλο και οι ελληνοκυπριακές δυνάμεις καταλαμβάνουν το χωριό Πιλέρι, ενώ η 31η και 33η Μοίρα Καταδρομών έχει σημαντικές επιτυχίες.

 

22 Ιουλίου: Τα μεσάνυχτα της 21ης προς την 22α Ιουλίου, ο εκπρόσωπος του Αμερικανού Υπουργού Εξωτερικών Χένρυ Κίσινγκερ μεσολαβεί για τη σύναψη ανακωχής μεταξύ των δυο εμπολέμων μερών, η οποία επιτεύχθηκε νωρίς το απόγευμα  στις 22 Ιουλίου. Μετά την αποδυνάμωση του Ιωαννίδη, ο Μπονάνος αναλαμβάνει την ευθύνη για τη μη εμπλοκή σε ελληνοτουρκικό πόλεμο.

 

Ολοκληρώνεται η μεταφορά τουρκικού εφοδιασμού από τη Μερσίνα. Με την ενίσχυση σε βαρύ οπλισμό, ξεκινά η επίθεση στην Κερύνεια, η οποία είναι σχεδόν άδεια αφού οι κάτοικοι είχαν μετακινηθεί στον Άγιο Ιλαρίωνα για ασφάλεια. Οι τούρκικες δυνάμεις, με αεροπορική και ναυτική υποστήριξη, ξεκινούν ην επίθεση λίγο μετά τις 11 το πρωί, εναντίον δυνάμεων καταδρομών και πεζικού (33η ΜΚ, 306ΤΠ και 251ΤΠ) τα οποία χωρίς αντιαρματική κάλυψη ήταν αδύνατο να αντισταθούν ουσιαστικά. Μέχρι το τέλος της ημέρας, δημιουργείαι ισχυρό προγεφύρωμα στην Κερύνεια.  Δύο ημέρες μετά την εισβολή και την απόβαση στο πέντε μίλι ο τουρκικός στρατός καταλαμβάνει πλέον την Κερύνεια εγκλωβίζοντας χιλιάδες κατοίκους και τουρίστες που βρίσκονταν ακόμα στην πόλη.

 

Με τη βοήθεια του πυροβολικού, ολοκληρώνεται η επίθεση κατά των θυλάκων των Τουρκοκυπρίων στην Σακκάρια, στην Καραόλου και στην παλιά πόλη της Αμμοχώστου.Η τουρκική αεροπορία βομβαρδίζει την υπόλοιπη πόλη (Βλέπε Βίντεο Ψηφιακός Ηρόδοτος Αρχείου ΡΙΚ)

 

Στις 15:00, η τουρκική αεροπορία ξεκίνησε ισχυρή επίθεση κατά του αεροδρομίου Λευκωσίας. Η εκεχειρία που ανακοινώθηκε στις 16:00 έσπασε λίγο αργότερα, από επανάληψη βομβαρδισμών στις 17:15. Χερσαίες δυνάμεις  εμπλέκονται στο Δίκωμο, στις 18:15, και επίσης στο χωριό του Τράχωνα. Διεξάγεται επίθεση και στον θύλακα του Αγίου Ιλαρίωνα, μέχρι να κηρυχθεί εκεχειρία (Βλέπε Βίντεο Ψηφιακός Ηρόδοτος Αρχείου ΡΙΚ).

 

23 Ιουλίου: Στην Αθήνα, συσκέπτονται οι πολιτικοί με τους χουντικούς στρατιωτικούς. Από τους πολιτικούς συμμετέχουν οι Π. Κανελλόπουλος, Γ. Mαύρος, Σπ. Μαρκεζίνης, Γ. A. Nόβας, Στ. Στεφανόπουλος, Π. Γαρουφαλιάς, Ξεν. Zολώτας και E. Αβέρωφ. Από τους στρατιωτικούς, παρόντες είναι ο πρόεδρος της χουντικής Δημοκρατίας στρατηγός Φ. Γκιζίκης, ο αρχηγός των Ενόπλων Δυνάμεων στρατηγός Γρ. Mπονάνος, ο αρχηγός ΓEΣ αντιστράτηγος Aνδρ. Γαλατσάνος, ο αρχηγός ΓEN αντιναύαρχος Πέτρος Aραπάκης και ο αρχηγός ΓEA Aλ. Παπανικολάου. Πρακτικά δεν κρατήθηκαν για τη σύσκεψη. Αποφασίστηκε να δοθεί η εξουσία στον Κωνσταντίνο Καραμανλή. Ταγεγονότα υποχρεώνουν τον Σαμψών να παραιτηθεί. Πρόεδρος αναλαμβάνει ο Γλαύκος Κληρίδης

Εν τω μεταξύ, η 32η μονάδα καταδρομών καταφέρνει να εισχωρήσει στο αεροδρόμιο Λευκωσίας. Οι τουρκικές δυνάμεις που επιδιώκουν να το καταλάβουν μετά από σφοδρές μάχες δεν καταφέρνουν να προχωρήσουν. 

 

24 Ιουλίου: Ορκίζεται στην Αθήνα κυβέρνηση Εθνικής Ενότητας, με πρωθυπουργό τον Κωνσταντίνο Καραμανλή.

 

25 Ιουλίου: Αρχίζουν στην Γενεύη οι ειρηνευτικές συνομιλίες για την Κύπρο, μεταξύ των Υπουργών Εξωτερικών των τριών εγγυητριών χωρών της Κυπριακής Δημοκρατίας (Γεώργιος Μαύρος, Τουράν Γκιουνές, Τζέιμς Κάλαχαν). Διαρκούν 5 ημέρες και στις 30 Ιουλίου υπογράφεται διακήρυξη με την οποία καλούνταν «οι αντίπαλες δυνάμεις στην Κύπρο να σταματήσουν κάθε επιθετική ή εχθρική δραστηριότητα». Τα κυριότερα σημεία είναι: 

 

  • Η μη επέκταση των περιοχών που είχαν κάτω από τον έλεγχό τους οι αντίπαλες δυνάμεις.
  • Η εγκαθίδρυση ζωνών ασφαλείας μεταξύ των αντιμαχομένων
  • Η εκκένωση των τουρκικών θυλάκων από την Ειρηνευτική Δύναμη του ΟΗΕ
  • Το δικαίωμα να διαθέτουν οι δύο πλευρές δική τους αστυνομία και δυνάμεις ασφαλείας
  • Η διεξαγωγή διαπραγματεύσεων με συμμετοχή Ελληνοκυπρίων και Τουρκοκυπρίων για οριστική διευθέτηση του Κυπριακού στις 8 Αυγούστου.

 

Κατά τη διάρκεια της εκεχειρίας (25 Ιουλίου- 14 Αυγούστου) οι τουρκικές δυνάμεις συνεχίζουν την προέλαση στην επαρχεία Κερύνειας καταλαμβάνοντας τη Λάπηθο και τον Καραβά και το χωριό Άγιος Ερμόλαος (Βλέπε Βίντεο Ψηφιακός Ηρόδοτος Αρχείου ΡΙΚ)

 

1η Αυγούστου: Ξεσπούν σφοδρές μάχες στον Καραβά και Λάπηθο, με την Εθνική Φρουρά να καταστρέφει ένα τουρκικό άρμα μάχης.

 

6 Αυγούστου: Επική μάχη του Καραβά και της Λαπήθου (Βλέπε Βίντεο Ψηφιακός Ηρόδοτος Αρχείου ΡΙΚ). Οκτώ χιλιάδες άνδρες της 28ης τουρκικής μεραρχίας προχώρησαν προς τον Πενταδάκτυλο. Όπως έχει γράψει ένας από τους πολεμιστές εκείνης της ημέρας: «Ήταν δύο ισχνοί λόχοι του 256 ΤΠ κι ένας του 286 ΜΤΠ, συνολικής δυνάμεως 165 ανδρών, που μαζί τους βρέθηκαν την τελευταία στιγμή και 31 ναρκοθέτες του 70 ΤΜΧ. Οι συνολικές απώλειες της Εθνικής Φρουράς ήταν 86 ηρωικοί νεκροί και αγνοούμενοι. 

 

Το 256 Τάγμα Πεζικού πολεμούσε ακατάπαυστα από τις 20 Ιουλίου του 1974 στη Λεύκα, Καζιβερά, Αγριδάκι, Ελιά και Πεντάγεια. Την προηγούμενη νύχτα της 6ης Αυγούστου, το τάγμα προωθήθηκε στη Λάπηθο, με αποστολή να αναχαιτίσει τον Αττίλα. Στις 6 Αυγούστου και ενώ αρχικά είχε συμφωνηθεί η εκεχειρία μεταξύ των δύο πλευρών, τα παλληκάρια του τάγματος βρέθηκαν εγκλωβισμένα στην περιοχή Λαπήθου-Καραβά από την 39η Μεραρχία του Αττίλα, από την οποία και δέχτηκαν επίθεση.

 

Σύμφωνα με μαρτυρίες Τουρκοκυπρίων της Βασίλειας, οι άντρες του 256 Τ.Π., που έπεσαν προδομένοι στα χέρια του Αττίλα, εκτελέστηκαν εν ψυχρώ. «Όσους εγκλωβίστηκαν και συνελήφθησαν αιχμάλωτοι, οι εισβολείς τούς κράτησαν όλη τη νύκτα δεμένους στα δέντρα και το πρωί τούς εκτέλεσαν με χαριστική βολή.

 

Ο Σύνδεσμος επιζώντων πολεμιστών του 256 Τάγματος Πεζικού έχει ανεγείρει μνημείο στην είσοδο της προσωρινής έδρας της μονάδας στην Ευρύχου, όπου κάθε χρόνο την την πρώτη Κυριακή του Αυγούστου, τελείται δέηση. 

 

8 Αυγούστου: Επαναλαμβάνονται στη Γενεύη οι συνομιλίες, με τη συμμετοχή αυτή τη φορά και των εκπροσώπων της ελληνοκυπριακής κοινότητας (Γλαύκου Κληρίδη) και της τουρκοκυπριακής κοινότητας (Ραούφ Ντενκτάς).Ο Τούρκος υπ. Εξωτερικών Τουράν Γκιουνές ζητά να αποδεχτεί η ελληνική πλευρά ομοσπονδοποίηση και διαχωρισμό πληθυσμού με το 34% του εδάφους να ελέγχεται από τους Τουρκοκύπριους. Ο Γλαύκος Κληρίδης ζητά επίμονα αναβολή των συνομιλιών, ώστε να του παρασχεθεί χρόνος να διαβουλευθεί με την ελληνική και κυπριακή πολιτική ηγεσία (Βλέπε Βίντεο Ψηφιακός Ηρόδοτος Αρχείου ΡΙΚ).

 

13 Αυγούστου:  Αργά το βράδυ  ο Γκιουνές, ισχυρίζεται πως οι Ελληνοκύπριοι παίζουν παιχνίδια με τον χρόνο και πως ο Κληρίδης έπρεπε να απαντήσει αμέσως αλλιώς ναυαγούν οι συνομιλίες.

 

14 Αυγούστου:  Την αυγή της 14ης Αυγούστου η Τουρκία εξαπολύει νέα μεγάλη στρατιωτική επιχείρηση. Ο δεύτερος γύρος της τουρκικής εισβολής έχει αρχίσει. Η δεύτερη επιχείρηση των Τούρκων (Αττίλας II) κρατά 3 ημέρες.  Οι ελληνοκυπριακές δυνάμεις ήταν χωρισμένες σε 3 τομείς, Δυτικό, Κεντρώο και Ανατολικό. Το σχέδιο των ελληνοκυπριακών δυνάμεων είναι η ασθενής άμυνα και υποχώρηση έως μια προσχεδιασμένη αμυντική γραμμή, τη «Γραμμή Τρόοδους». Πιο ενισχυμένος τομέας ήταν ο Ανατολικός, για τον οποίο υπάρχει η άποψη πως θα είναι το κύριο πεδίο δράσης της τουρκικής επιθετικότητας. Συνολικά, υπάρχουν 20 χιλιάδες άντρες στις τάξεις της Εθνικής Φρουράς και 21 άρματα μάχης τύπου Τ-34.

 

Στον Ανατολικό Τομέα, οι Τούρκοι ξεκινούν με βολές πυροβολικού συνεπικουρούμενοι από την αεροπορία, εναντίον των ελληνικών θέσεων. Τουρκικές δυνάμεις επιτίθενται στο χωριό Μια Μηλιά. Αρχικά αποκρούονται αλλά μετά την ενίσχυσή τους με τεθωρακισμένα, το ΓΕΕΦ διατάζει τις ελληνοκυπριακές δυνάμεις να υποχωρήσουν στη γραμμή Τρόοδους. Έτσι οι Τούρκοι καταφέρνουν να καταλάβουν το χωριό. Υποχωρώντας οι ελληνοκυπριακές δυνάμεις δέχονται πυρά της αεροπορίας, τα οποία οδηγούν στην κατάρρευση της γραμμής άμυνας και μέχρι τις 12:30, οι τουρκικές δυνάμεις φτάνουν στην Αμμόχωστο.

 

Στον Κεντρικό Τομέα, το στρατόπεδο της ΕΛΔΥΚ δέχεται επίθεση με βολές πυροβολικού και αεροπορίας η οποία επαναλήφθηκε το απόγευμα. Συνολικά η ΕΛΔΥΚ έχει 1 νεκρό και 7 τραυματίες, ενώ οι τουρκικές απώλειες είναι βαριές. Ωστόσο καταφέρνουν και καταλαμβάνουν ένα παρακείμενο λόφο.

 

15 Αυγούστου: Ο Κληρίδης καλεί σύσκεψη  για να  θέσει τις τουρκικές απαιτήσεις για ομοσπονδία. Συμμετέχουν οι πολιτικοί και θρησκευτικοί αρχηγοί (και οι τρεις  μητροπολίτες) και ο Νίκος Σαμψών.  Ο Σαμψών πρότεινε να συσπειρωθεί η ηγεσία υπό τον Γλαύκο Κληρίδη. Αρκετοί μητροπολίτες ζητουν να κηρυχθεί ένωση με την Ελλάδα. Ο Κληρίδης δηλώνει πως θα πράξει σύμφωνα με το εθνικό συμφέρον και αναλαμβάνει την ευθύνη. 

 

Στον Ανατολικό Τομέα, το εφεδρικό τάγμα 341, ενισχυμένο με 3 άρματα Τ-34, προσπαθεί να αμυνθεί δυτικά της Αμμοχώστου. Οι άλλες δυνάμεις υποχώρούν στη Λάρνακα και τη Γραμμή Τρόοδους. Στις 14:00 οι Ελληνοκύπριοι του τάγματος βλέπουν τα τουρκικά τρία τεθωρακισμένα να πλησιάζουν, και αντιλαμβανόμενοι πως είναι απομονωμένοι, υποχωρουν στις 17:00. Τα πρώτα τουρκικά άρματα μπαίνουν στην Αμμόχωστο στις 17:30.

 

Στον Δυτικό Τομέα, οι τουρκικές δυνάμεις επιτίθενται στις ελληνοκυπριακές στις 14:30. Προχωρουν 6 χιλιόμετρα προς τα δυτικά, και το βράδυ της 15ης προς 16ης Αυγούστου, διατάζεται η υποχώρηση των ελληνοκυπριακών δυνάμεων στη Γραμμή Τροόδους. 

 

16 Αυγούστου: Στον Κεντρικό Τομέα, η τουρκική Αεροπορία ξεκινά να βομβαρδίζει θέσεις γύρω από το στρατόπεδο της ΕΛΔΥΚ στις 8:30 πμ. τουρκικές δυνάμεις, με την υποστήριξη τεθωρακισμένων και πυροβολικού, πλησίαζει το στρατόπεδο στα 800 μέτρα. Στις 13:00 το ελληνοκυπριακό πυροβολικό σταματα να παρέχει υποστήριξη στις δυνάμεις της ΕΛΔΥΚ. Οι ελληνικές δυνάμεις τότε υποχωρούν και στις 13:30 το στρατόπεδο πέφτει στα χέρια των Τούρκων. 

 Στον Δυτικό Τομέα, οι ελληνοκυπριακές δυνάμεις υποχωρούν στη Γραμμή Τρόοδους. Οι Τούρκοι προέλασαν και καταλαμβάνουν τη Μόρφου και τον Λιμνίτη. Στις 18:00 εφαρμόζεται εκεχειρία από τα Ηνωμένα Έθνη, όμως επειδή μέχρι τότε δεν είχαν φτάσει τα τουρκικά στρατεύματα στη Γραμμή Τροόδους, οι μάχες συνεχίστηκαν στις 17 Αυγούστου. Οι ανώτατες διοικήσεις του ελληνικού και του τουρκικού στρατού διέταξαν συνέχιση των συγκρούσεων παρά την απόφαση του ΟΗΕ για κατάπαυση πυρός (Βλέπε Βίντεο Ψηφιακός Ηρόδοτος Αρχείου ΡΙΚ).

 

19 Αυγούστου:  Πραγματοποιούνται ογκώδεις αντιαμερικανικές διαδηλώσεις στην Κύπρο. Οι διαδηλωτές κραυγάζουν συνθήματα εναντίον των ΗΠΑ, της CIA, του ΝΑΤΟ, του Αμερικανού υπουργού Εξωτερικών Χένρι Κίσσινγκερ κ.ά. Κάποια στιγμή ακούγονται καταιγιστικά πυρά και τότε οι φρουροί της πρεσβείας, ρίχνουν δακρυγόνα κατά των διαδηλωτών και αρχίζουν να πυροβολούν στον αέρα. Από εξοστρακισμένες σφαίρες σκοτώνεται ο αμερικανός πρέσβης, Ρότζερ Ντέιβις, και η γραμματέας του, Αντουανέτ Βαρνάβα.

 

25 Αυγούστου: Με πρωτοβουλία του Γενικού Γραμματέα του ΟΗΕ, Κουρτ Βαλντχάιμ, ξαναρχίζουν οι συνομιλίες για λύση του Κυπριακού. Η τουρκοκυπριακή πλευρά θέλει ομοσπονδιοποίηση με ανταλλαγή πληθυσμών, ο Γλαύκος Κληρίδης είναι έτοιμος να αποδεχτεί την ομοσπονδία αλλά χωρίς ανταλλαγή πληθυσμών.

Φώτο Γκάλερι

Image
Image
Image
Image
Image
Image
Image
Image
Image
Image
Image
Image
Image
Image
Image
Image
Image
Image
Image
Image
Image
Image