Βενεδικτίνοι

Image

Μοναχοί ή μοναχές του τάγματος του Αγίου Βενεδίκτου της Λατινικής Εκκλησίας. Η πρώτη άφιξη του τάγματος αυτού στην Κύπρο τοποθετείται από τον Στέφανο Λουζινιανό γύρω στα 1192. Στη Λευκωσία και στη γύρω περιοχή οι Βενεδικτίνοι είχαν πολλά ιδρύματα, δυο τουλάχιστον από τα οποία κατονομάζονται: Marie de Dragonaria και Johannis Evangeliste, πιθανώς μοναστήρια ανδρών και τα δυο. Το πρώτο κατέβαλλε φόρο 33 χρυσά φλωρίνια, αλλά δεν ξέρουμε πού βρισκόταν. Το δεύτερο πλήρωνε 76 φλωρίνια και ταυτίζεται με τον Άγιο Ιωάννη Πίπη, τη σημερινή Ορθόδοξη Αρχιεπισκοπή — ο Ανλάρ πιστεύει (απίθανα) ότι το μοναστήρι αυτό ανήκε στους Ιωαννίτες ιππότες — που «κατείχε δάκτυλο του Ιωάννη του Βαπτιστή». Στα τέλη του ΙΕ' αι. το ετήσιο εισόδημα του μοναστηριού ήταν 400 δουκάτα. Όταν στα 1426 οι Βενεδικτίνοι εγκατέλειψαν την Κύπρο, το μοναστήρι αυτό περιήλθε στους Ορθοδόξους «Βασιλειανούς» μοναχούς. Στους Βενεδικτίνους ανήκε και το Σταυροβούνι, από άγνωστο χρόνο, πάντως προ του 1336 κατά τον Baldensel που το επεσκέφθη τότε. Κατά μερικούς το Σταυροβούνι ήταν το μοναστήρι του Αγίου Παύλου της Αντιόχειας, που η θέση του αμφισβητείται ˙μετά την άλωση της Αντιόχειας στα 1268 μετεφέρθη στη Πτολεμαΐδα ή στην Κύπρο. Ο φόρος του μοναστηριού επί πάπα Σίξτου Δ' ανερχόταν σε 333 χρυσά φλωρίνια. Ηγούμενος του Σταυροβουνιού στα 1474 ήταν ο Simon di Sant' Andrea, που φυλακίστηκε στη Βενετία για προσβολή του βενετικού γοήτρου σ' επιστολή του. Στα τέλη της Βενετοκρατίας διδόταν ως κενό αξίωμα από τον πάπα υπό τύπον εκχωρήσεως σε διάφορους κληρικούς: στον Lorenzo Campegne καρδινάλιο επίσκοπο Βολωνίας (προ του 1540), στον καρδινάλιο Rodolfo di Carpi επίσκοπο Ακράγαντος (21.8.1540 - 1547), στον Κύπριο Ιωάννη Παύλο Ποδοχάτορο ως τα 1551, στον καρδινάλιο Francesco Pisani, Βενετό επίσκοπο της Πάδουας μετά την παραίτηση του Ιωάννη Παύλου Ποδοχάτορο στα 1551, και στον Πέτρο Ποδοχάτορο κληρικό από τη Λευκωσία στις 26 Νοεμβρίου 1551 κε.

 

Στη Λευκωσία, σ' άγνωστο μέρος, ήταν και το μοναστήρι των Βενεδικτίνων Όρος Θαβώρ, που προφανώς μετεφέρθη εδώ μετά την άλωση της Αγίας Γης από τους Σαρακηνούς (εκεί υπαγόταν στον επίσκοπο Ναζαρέτ ή Βηθσάν και υπεχρεούτο να παρέχει 100 οπλοφόρους για στρατιωτική υπηρεσία). Η σημερινή (ως τον Ιανουάριο 1964) αρμενική εκκλησία της Λευκωσίας Παναγία της Τύρου ανήκε επίσης στους Βενεδικτίνους ως γυναικείο μοναστήρι, ίσως η ίδια προς την Παναγία Τορτόζα (;) μερικών πηγών. Πρώτη μνεία της ως Παναγίας της Τύρου έγινε στα 1300. Στη Λευκωσία επίσης οι Βενεδικτίνοι είχαν το γυναικείο μοναστήρι της Αγίας Άννας, μεταφερμένο από την Ιερουσαλήμ και αυτό μετά την έξωση των Λατίνων από αυτήν. Αφού έμεινε ακατοίκητο για μερικά χρόνια, κατεδαφίστηκε από τους Βενετούς στα 1567 κατά την κατεδάφιση των τειχών της πόλης, για να ανοικοδομηθούν σε μικρότερη περίμετρο.