Λεξικόν Κυπριακής Διαλέκτου

« ΄Αγγονας (ο) »

Ουσιαστικό

Σημασία:

βλ. άγγονας (o εγγονός).

Συνώνυμα:

Αγγόνισσα (η), Αγγόνιν (το)