Λεξικόν Κυπριακής Διαλέκτου

« Βρακάς (ο) »

Επίθετο

Σημασία:

1. αυτός που φορεί βράκα. 2. μτφ. άνθρωπος ξεπερασμένης εποχής και αντιλήψεων