Λεξικόν Κυπριακής Διαλέκτου

« Βάρτικα (τα) »

Ουσιαστικό

Σημασία:

ποικιλία κυπριακού σύκου.

Συνώνυμα:

Βάρτουλα (τα), Βάρτουλον (το),