Λεξικόν Κυπριακής Διαλέκτου

« Βιζινιστός, -ή, -όν »

Επίθετο

Σημασία:

1. ο αιφνίδιος. 2. ο σφοδρός.

Συνώνυμα:

Βουζουνιστός, -ή, -όν