Σχετικά με την Polignosi
|
Χορηγοί
Κυριακή 11 Μαΐου 2025
Τράπεζα Κύπρου & Εφημερίδα Πολίτης
Εξειδικευμένη Αναζήτηση
Λήμματα (Α-Ω)
Σαν Σήμερα
Κυπριακή Διάλεκτος (Α-Ω)
Φώτο Γκάλερι
Αφιερώματα
Κοινόν Κυπρίων
Ογκολογικό Κέντρο
Πολιτιστικό Ίδρυμα
IDEA
SupportCY
Κουίζ
Γενικές γνώσεις
Γεωγραφία
Ιστορία
Πολιτισμός
Λεξικόν Κυπριακής Διαλέκτου
« Διχάλιν (το) »
Ουσιαστικό
Σημασία:
1. βλ. δεκράνιν (γεωργικό εργαλείο σε σχήμα περόνης). 2. βλ. δίστρατον (συγκεριμένο σημείο που χωρίζει ο δρόμος σε δύο κατευθύνσεις, δύο δρόμους).
Συνώνυμα:
Δικράνιν (το), Διχάλα (η)