Λεξικόν Κυπριακής Διαλέκτου

« Καντήλα (η) »

Ουσιαστικό

Σημασία:

1. η κανδήλα. 2. η φουσκάλα. 3. ο κρατηρίσκος. 4. η συκιά. 5. το ποτήρι.

Συνώνυμα:

Τζ̌αντελέριν, Τζ̌αντιλέριν (το),