Λεξικόν Κυπριακής Διαλέκτου

« Μεταλαβίσκω »

Ρήμα

Σημασία:

βλ. μεταλαββαίννω (μεταλαμβάνω, λαμβάνω από το στόμα άρτο και οίνο της Θείας Ευχαριστίας, για να ενωθώ με τον Χριστό).

Συνώνυμα:

Μεταλάβω, Τζ̌οινωνώ