Λεξικόν Κυπριακής Διαλέκτου

« Ποστραγγώ »

Ρήμα

Σημασία:

1. αποστραγγίζω, αποξηραίνω. 2. ξεζουμίζω. 3. μτφ. μένω ταπί.

Συνώνυμα:

Ποστραντζ̌ίζω