Σχετικά με την Polignosi
|
Χορηγοί
Τρίτη 21 Μαΐου 2024
Τράπεζα Κύπρου & Εφημερίδα Πολίτης
Εξειδικευμένη Αναζήτηση
Λήμματα (Α-Ω)
Σαν Σήμερα
Κυπριακή Διάλεκτος (Α-Ω)
Φώτο Γκάλερι
Αφιερώματα
Κοινόν Κυπρίων
Ιστορικό Αρχείο
Ογκολογικό Κέντρο
Πολιτιστικό Ίδρυμα
IDEA
Κουίζ
Γενικές γνώσεις
Γεωγραφία
Ιστορία
Πολιτισμός
Λεξικόν Κυπριακής Διαλέκτου
« Τουλουπκιάζω »
Ρήμα
Σημασία:
1. φασκιώνω, σπαργανώνω. 2. καλύπτω κάτι γύρω γύρω. 3. μτφ. πιάνω κάτι με ορμή.
Συνώνυμα:
Τουλουππίζω, Τουλουππώννω