Παλαιολόγοι και Κύπρος

Πηγές σε βενετικά έγγραφα

Image

Σε βενετικά έγγραφα των αρχών του 16ου αιώνα απαντούν στοιχεία για έναν κλάδο της οικογένειας των Παλαιολόγων της Κύπρου, οι οποίοι διατείνονταν ότι κατάγονται απευθείας από τον ομώνυμο βυζαντινό αυτοκρατορικό οίκο και ότι είχαν έρθει από την Κωνσταντινούπολη. Τα μέλη αυτής της οικογένειας είχαν διακριθεί ως στρατιωτικοί και ως φεουδάρχες. Μετά το 1540 εγκαθίσταται στην Κύπρο μια άλλη οικογένεια με το επίθετο Παλαιολόγου που είχε έρθει από την Πελοπόννησο και συγκεκριμένα από το Ναύπλιο. Η οικογένεια αυτή είχε δώσει σπουδαίους και ανδρείους στρατιωτικούς που είχαν διαπρέψει στο ελαφρύ ιππικό (stradioti).

 

Φίλιππος Γ. Παλαιολόγος

 

Τα πρώτα βενετικά έγγραφα αναφέρονται σε μια δικαστική διαμάχη της οικογένειας των Παλαιολόγων από την Κωνσταντινούπολη για το χωριό Ελιά της Κερύνειας, που ανήκε στον ιππότη Φίλιππο Γεωργάκη Παλαιολόγο, ο οποίος εκμίσθωνε τη Λάπηθο και τη Μαραθάσα. Αν και η βενετική διοίκηση της Κύπρου στρεφόταν εναντίον της οικογένειας Παλαιολόγου για απλήρωτα χρέη, τελικά η δικαστική απόφαση ήταν μάλλον υπέρ της Φλωρεντίας Πίπη (Bibi), χήρας του Φίλιππου Γεωργάκη Παλαιολόγου. Για αποπληρωμή του εν λόγω χρέους αποφασίστηκε να πωληθεί το χωριό Ελιά που ανήκε στην οικογένεια Παλαιολόγου, αλλά κάτι τέτοιο δεν κατέστη δυνατό να πραγματοποιηθεί, γιατί ο ίδιος ο Φίλιππος Παλαιολόγος είχε διασφαλίσει νομικά την προίκα της συζύγου του, μέρος της οποίας αποτελούσε και το χωριό Ελιά. Ο γιος του ζεύγους Αννίβας εναντιώθηκε στην πώληση του χωριού που ανήκε στη μητέρα του. Επίσης, η χήρα του Φίλιππου Παλαιολόγου και μητέρα του Αννίβα υποστήριζε ότι δεν μπορούσε να πωληθεί το χωριό, το οποίο αποτελούσε βασικά προίκα της. Οι δανειστές όμως έμειναν ανικανοποίητοι και επέβαλαν σκληρές αξιώσεις.

 

Ο τοποτηρητής της Κύπρου στη συνέχεια έγραψε στη μητρόπολη Βενετίας ότι ο Αννίβας Παλαιολόγος υπήρξε ένας πιστός υπήκοος της Δημοκρατίας και ότι συνέτεινε στην εξουδετέρωση μιας συνωμοσίας του Ευγένιου Lusignan, νόθου γιου του αείμνηστου βασιλιά Ιάκωβου Β’ Lusignan, την οποία θα πραγματοποιούσε με τη βοήθεια κάποιου Paolo Ungarello. Όπως σημείωνε επίσης στην επιστολή του ο τοποτηρητής, ο αδελφός του Αννίβα είχε μεταβεί στη Βενετία για να ζητήσει χάρη και ζητούσε να αντιμετωπιστεί με επιείκεια, γιατί και οι δύο αδελφοί ήταν πιστοί στη Γαληνοτάτη, της προσέφεραν υπηρεσίες και επιπρόσθετα ήταν και οι δύο πολύτεκνοι. Πρόκειται για τον φεουδάρχη Ματθαίο Παλαιολόγο, αδελφό του Αννίβα, τον οποίο συναντούμε συχνά στις πηγές και του οποίου μια θυγατέρα, η Ιουλία, είχε παντρευτεί τον Camillo Φικάρδο. Η Ιουλία αιχμαλωτίστηκε το 1570 και μετά την απελευθέρωσή της κατέφυγε στη Βενετία. Αξίζει, τέλος, να αναφερθεί ότι ο Δημήτριος Παλαιολόγος, ο αναφερόμενος και ως ιππότης (cavallier) στις διηγήσεις της πολιορκίας και άλωσης της Λευκωσίας, ήταν εγγονός του Φίλιππου Γεωργάκη Παλαιολόγου. Ο Δημήτριος Παλαιολόγος, ο οποίος και έπεσε το 1570 υπερασπιζόμενος τη Λευκωσία, είχε νυμφευθεί την αδελφή του ιστορικού Στέφανου Lusignan, Έλενα. Ο Στέφανος Lusignan μάς παρέχει επιπρόσθετες πληροφορίες για τα ανίψια του Φίλιππο και Παλαιολόγα, παιδιά της αδελφής του Έλενας και του Δημήτριου Παλαιολόγου. Μεγάλο ενδιαφέρον παρουσιάζουν τα στοιχεία που έχουμε ανακαλύψει για έναν γιο του Αννίβα Παλαιολόγου, που είχε διαπρέψει ως στρατιωτικός και είχε υπηρετήσει σε πόλεις και περιοχές της βενετικής επικράτειας.

 

Ελιζαμπέττα Π. Μεγαδούκα

 

Ένα άλλο μέλος της οικογένειας Παλαιολόγου που φαίνεται να είχε στενούς συγγενικούς δεσμούς με τον κλάδο των Παλαιολόγων που είχαν την Ελιά στην Κερύνεια ήταν η Ελιζαμπέττα Παλαιολόγου. Μάλλον ήταν πρώτη εξαδέλφη των αδελφών Ματθαίου, Αννίβα, Παλαιολόγου και Αλέξανδρου, γιων του Φίλιππου Γεωργάκη Παλαιολόγου. Η διαθήκη της έφερε στο φως στοιχεία για την ίδια και για την οικογένειά της. Ήταν, όπως πληροφορούμαστε από την εν λόγω πηγή, θυγατέρα του ιππότη Γεώργιου Παλαιολόγου και χήρα του Δημήτρη Λάσκαρη Μεγαδούκα και διέμενε στην ενορία του Αγίου Fantin, στη Βενετία. Ο σύζυγος της Ελιζαμπέττας Παλαιολόγου καταγόταν από τη σπουδαία οικογένεια Λάσκαρη, που έλαβε την προσωνυμία Μεγαδούκα από τη Γαληνοτάτη για τις στρατιωτικές επιτυχίες των μελών της. Ο σύζυγος της Ελιζαμπέττας, Δημήτριος Λάσκαρης Μεγαδούκας, είχε διοριστεί το 1525 γενικός διοικητής του ελαφρού ιππικού στην Κύπρο και την εκλογή του στη θέση αυτή είχε εγκωμιάσει και αυτός ο ίδιος ο δόγης. Ο σύζυγος της Eλιζαμπέττας καταγόταν από το Ναύπλιο και υπηρέτησε στην Κύπρο ως γενικός διοικητής του ελαφρού ιππικού περίπου έξι χρόνια, δηλαδή έως το 1531, γιατί, σύμφωνα με επιστολή του τότε Βενετού τοποτηρητή Κύπρου Μάρκου Αντωνίου Trevisan, με ημερομηνία 14 Αυγούστου 1531, είχε τότε αναγγελθεί ο θάνατός του. Μετά τον θάνατο του Δημήτριου Μεγαδούκα η βενετική Γερουσία αποφάσισε να προσφέρει χορηγία στον γιο του Δημήτριου Λάσκαρη Μεγαδούκα, Αλέξανδρο, ογδόντα δουκάτα ετησίως, τα οποία να του καταβάλλονται σε τέσσερις δόσεις, δηλαδή είκοσι δουκάτα για κάθε δόση. Φαίνεται ότι η Ελιζαμπέττα χρειάστηκε να μεταβεί στην Κύπρο τέσσερα χρόνια μετά τον θάνατο του συζύγου της, είτε γιατί είχε στη μεγαλόνησο συγγενείς, είτε για διευθέτηση περιουσιακών στοιχείων που είχαν παραχωρηθεί στον σύζυγό της από τη Δημοκρατία της Βενετίας. Ή πολύ πιθανόν για εγκατάσταση στην Κύπρο για μελλοντική εργοδότηση του μοναχογιού της Αλέξανδρου στο ελαφρύ ιππικό, ο οποίος φαίνεται ότι τότε ήταν ακόμη πολύ μικρός στην ηλικία. Τα πιο πάνω εξάγονται από τη διαθήκη της, στην οποία αναφέρονται σε γενικές γραμμές τα εξής: Η Ελιζαμπέττα στις 26 Αυγούστου 1535 είχε συντάξει τη διαθήκη της με τον νοτάριο Φραγκίσκο Bianco. Μεταξύ άλλων, όπως διατυπώνεται στο περιεχόμενό της, η Ελιζαμπέττα έσπευσε να συντάξει τη διαθήκη της γιατί θα αναχωρούσε από τη Βενετία για την Κύπρο και αισθανόταν φόβο για το μακρινό ταξίδι. Όπως μαρτυρείται, πρέπει η διαθέτρια να είχε συγγένεια με τις βενετικές οικογένειες Balbi και Corner, γιατί διόριζε επιτρόπους της τα εξαδέλφια της Stai Balbi και Φραγκίσκο Corner καθώς και τον γιο της Αλέξανδρο όταν θα ενηλικιωνόταν. Άφηνε επίσης πενήντα δουκάτα για την οικοδόμηση της εκκλησίας του Αγίου Γεωργίου των Ελλήνων. Κάποια άλλα επίσης μικρά ποσά κληροδοτούσε σε διάφορα ευαγή ιδρύματα. Τέλος, γενικό κληρονόμο της όριζε τον αγαπημένο της γιο Αλέξανδρο. Στην περίπτωση όμως που πέθαινε προτού μπορέσει να περάσει στην ιδιοκτησία του ό,τι είχε η ίδια και δεν τύχαινε να αποκτήσει απογόνους, τότε η Ελιζαμπέττα όριζε όσα χρήματα υπήρχαν να δαπανηθούν για να παντρευτούν άπορα κορίτσια. Επίσης η Ελιζαμπέττα άφηνε ένα μέρος των χρημάτων στις εξαδέλφες της, θυγατέρες του Θεόδωρου Παλαιολόγου. Είναι πρόδηλο ότι ο πατέρας της Ελιζαμπέττας, Γεώργιος, ήταν μάλλον αδελφός του Θεόδωρου Παλαιολόγου, γενναίου αρχηγού μισθοφόρων stradioti και διερμηνέα στην υπηρεσία της Γαληνοτάτης.

 

Δεν έχουμε καμιά άλλη είδηση για την Ελιζαμπέττα Παλαιολόγου και πολύ πιθανόν να έζησε και να πέθανε στην Κύπρο, όπου στη συνέχεια ο γιος της διορίστηκε γενικός διοικητής του ελαφρού ιππικού. Από την έκθεση του τοποτηρητή Κύπρου του έτους 1561 μας έγινε γνωστό ότι γενικός διοικητής του ελαφρού ιππικού ήταν ο Αλέξανδρος Λάσκαρης Μεγαδούκας, ο οποίος υπηρέτησε έως τον θάνατό του, που είχε συμβεί λίγο πριν την πτώση της Κύπρου στην εξουσία των Οθωμανών.

 

Σπεράντζα Π. Ροντάκη

 

Στην Κύπρο είναι γνωστός ακόμη ένας κλάδος των Παλαιολόγων, με γενάρχη τον Ιωάννη Παλαιολόγο με καταγωγή από το Ναύπλιο και μέλος μιας οικογένειας ελαφρών ιππέων, που διέπρεψαν στους πολέμους των Βενετών κατά των Οθωμανών. Μετά την πτώση του Ναυπλίου και της Μονεμβασίας, στους όρους που υπέγραψαν οι Βενετοί με τους Οθωμανούς ήταν και η εξασφάλιση της ζωής των υπερασπιστών της πόλης ώστε να αφεθούν σώοι και να εγκαταλείψουν το Ναύπλιο με τις οικογένειές τους. Στη συνέχεια η Δημοκρατία της Βενετίας εγκατέστησε τους Ναυπλιώτες αυτούς μέλη του ελαφρού ιππικού στις βενετοκρατούμενες ελληνικές περιοχές. Τότε είχαν εγκατασταθεί στην Κύπρο πολλοί Ναυπλιώτες με τις οικογένειές τους, μεταξύ αυτών και ο Ιωάννης Παλαιολόγος, ο οποίος υπηρέτησε ως διοικητής ενός λόχου πενήντα τριών ελαφρών ιππέων στις Αλυκές της Λάρνακας. Τελικά, ο Ιωάννης Παλαιολόγος έπεσε το 1570 σε ηλικία εβδομήντα δύο ετών υπερασπιζόμενος τη νέα του πατρίδα Κύπρο κατά τη διάρκεια της πολιορκίας της Λευκωσίας από τους Οθωμανούς.

 

Μια ενδιαφέρουσα είδηση έχουμε αλιεύσει από ένα ανέκδοτο έγγραφο σχετική με έναν Εμμανουήλ Παλαιολόγο, o οποίος φαίνεται να είναι ένας από τους γιους του διοικητή του ελαφρού ιππικού των Αλυκών Ιωάννη Παλαιολόγου. Τα στοιχεία αυτά αφορούν και ένα χωριό το οποίο χάθηκε στο πέρασμα των αιώνων και ονομαζόταν Κήπος (Chipo). Το χωριό αυτό βρισκόταν στο διαμέρισμα της Μεσαορίας και μάλλον πολύ κοντά στην πόλη της Αμμοχώστου. Ο Εμμανουήλ, γιος του Ιωάννη Παλαιολόγου, στις 21 Ιουνίου 1567 είχε καταδικαστεί να πληρώσει τον φόρο της δεκάτης επί του χωριού Κήπος της Μεσαορίας προς όφελος της Επισκοπής Αμμοχώστου. Παρεμπιπτόντως, ας αναφερθεί ότι υπήρχε επίσης και ομώνυμο χωριό στο διαμέρισμα Κερύνειας, το οποίο χάθηκε επίσης με την πάροδο των αιώνων. Πρέπει πλέον να είχε εγκαταλειφθεί γύρω στο 1825 και ήταν οικοδομημένο κοντά στο χωριό Διόριος.

Θυγατέρα του διοικητή Ιωάννη Παλαιολόγου ήταν η Σπεράντζα που είχε παντρευτεί τον Ναυπλιώτη Ανδρέα Ροντάκη, διοικητή ενός λόχου του ελαφρού ιππικού στη Λεμεσό αποτελούμενου από είκοσι εννέα ιππείς. Ο Ανδρέας έφυγε πολύ ενωρίς από τη ζωή και η χήρα Σπεράντζα Ροντάκη απευθύνθηκε στις βενετικές αρχές ζητώντας οικονομική στήριξη για τα τέσσερα παιδιά της, τους τρεις γιους της και τη μία θυγατέρα της. Το αίτημά της μας έδωσε πολλά προσωπογραφικά στοιχεία για την οικογένειά της. Περισσότερα στοιχεία πληροφορηθήκαμε για τον περιπετειώδη βίο της Σπεράντζας όταν για δεύτερη φορά ζήτησε βοήθεια από τη Γαληνοτάτη μετά την απώλεια της Κύπρου στους Οθωμανούς. Η Σπεράντζα αιχμαλωτίστηκε όταν παραδόθηκε η Αμμόχωστος στους Οθωμανούς μαζί με τη θυγατέρα της Κατερίνα και την ίδια μοίρα είχαν και οι τρεις γιοι της Θεόδωρος, Παλαιολόγος και Πέτρος. Ο Θεόδωρος μεταφέρθηκε αιχμάλωτος στην Κωνσταντινούπολη και ο Πέτρος, που βρισκόταν στην άμυνα της Λευκωσίας όταν έπεσε η πόλη, αιχμαλωτίστηκε και μεταφέρθηκε στο Χαλέπι. Ο Θεόδωρος το 1575 κατόρθωσε να απελευθερωθεί με λύτρα και κατέφυγε στη Βενετία ζητώντας οικονομική στήριξη. Ένας διορισμός στο ελαφρύ ιππικό, όπως έγραφε, θα ήταν μια λύση στα προβλήματα που αντιμετώπιζε, υπενθυμίζοντας ότι στους λόχους του πολλά προσέφεραν τόσο η οικογένεια Παλαιολόγου της μητέρας του όσο και η οικογένεια Ροντάκη του πατέρα του.