Θησέας Κυπριανός

Image

Γεννήθηκε στην Κύπρο, σε έτος που αγνοούμε. Πάντως στις αρχές του 19ου αι. βρισκόταν σε ακμαία οικονομική κατάσταση, κύριος μέτοχος της εταιρείας Κυπριανός Θησεύς και Σία στη Λάρνακα, που είχε στενές σχέσεις με τη Μασσαλία, όπου κατά τους τελευταίους μήνες του 1815, ακριβέστερα από 2 Οκτωβρίου 1815, εγκαταστάθηκε ο αδελφός του Νικόλαος ως αντιπρόσωπός του, ο μόνος (ίσως) Έλληνας στα χρόνια 1815 - 1820 που εκαρπούτο το εμπόριο Κύπρου - Μασσαλίας κατά τον Pierre Echinard, (Grecs et Philhellènes à Marseille de la Rèvolution Francaise à l’ Indépendence de la Grece, Marseille, 1973, σσ. 91 - 92. Κ.Π. Κύρρης, Επετηρίς του Κ.Ε.Ε., XI,  1981 -  1982, σ. 450. Κ.Π. Κύρρης, Κυπρ. Σπουδ. ΛΓ’ 1969, σσ. 137, 139 και MB', 1978, σσ. 91, 101).

 

Στενή εμπορική συνεργασία είχαν επίσης ο Κυπριανός και ο Νικόλαος Θησεύς με τον Γάλλο έμπορο της Λάρνακος Φραντζή Διάπ, που εμφανίζεται συχνά στα κατάστιχα της Αρχιεπισκοπής ως ένας από τους δανειστές της Εκκλησίας με πολίτζαις. Με τον Διάπ, που γεννήθηκε στο Χαλέπι στα 1768 και πέθανε στη Λάρνακα(;) στα 1833, ο Κυπριανός Θησεύς για αρκετά χρόνια είχε τη συνεταιρική εταιρεία Κυπριανός Θησεύς και Φραντζής Διάπ.

 

Ελληνική Σχολή

Ο πλούτος αλλά και η φιλομουσία του Κυπριανού Θησέως καταφαίνονται από το ύψος της εισφοράς του για ίδρυση της Ελληνικής Σχολής Λεμεσού μ' επιστολή του της 20 Οκτωβρίου 1819 από τη Σκάλα προς τούς κατοίκους τῆς πολιτείας Λεμεσοῦ, απάντηση σε γράμμα που του έστειλαν μέσω του Ανδρέα Δαβίδ. Ο Κυπριανός προσφέρει μίαν χρεωστικήν του ὁμολογίαν ἀπό γρ. 2.000, υποσχόμενος και τόκο. Είναι η τέταρτη σε ύψος εισφορά. Την 1η Ιανουαρίου 1821 δάνεισε μαζί με άλλους εμπόρους της Λάρνακας στην Εκκλησία το ποσόν γρ. 222.706 για θεραπεία των δεινών οικονομικών περιστάσεων του 1820 (Λ. Φιλίππου, Κύπριοι Ἀγωνισταί..., Λευκωσία, 1953, σ. 142). Στις 4 Ιανουαρίου 1817 ο Κυπριανός Θησεύς σημειώνει στο κατάστιχο XIV, 1817, αρ. 95 της Αρχιεπισκοπής: εἰς διάφορα πράγματα διά τήν χαράν τοῦ  ἡμετέρου νικολάου, οἷον κοῦππες/ ποτήρια πιάτα, τζάρταν... δαμιτζάνες, περονομάχαιρα... [γρ.] 792. Η δαπάνη αυτή αναφέρεται προφανώς στους αρραβώνες του αδελφού του, Νικολάου Θησέως, που τις μέρες εκείνες είχε έλθει στην Κύπρο και μνηστευθεί την Αικατερίνη Χάββα.

 

Η καθαυτό πολιτική δραστηριότητα του Κυπριανού Θησέως αρχίζει κατά το 1821 κ.ε. Λόγω της ενθουσιώδους επαναστατικής δράσεως του αδελφού του Θεοφύλακτου ή Θεοφίλου Θησέως στη Λευκωσία λίγο πριν από τις σφαγές του 1821, στις οποίες και συνέβαλε με αυτήν, ο Κυπριανός και ο Θεοφύλακτος έφυγαν κρυφά από την Κύπρο στο Καστελλόριζο και στη Σύμη. Από εκεί ο Κυπριανός Θησεύς έστειλε διά του Θεοφύλακτου γράμματα προς τους δημογέροντες της Ύδρας και στον Δημήτριο Υψηλάντη, από τα οποία σώθηκε το πρώτο, ημερομ. 3 Ιουλίου 1821, συνοδευτικό του δευτέρου που πιθανώς ήταν και το σπουδαιότερο, που ικέτευε τους Υδραίους να το επιδώσουν στον Υψηλάντη όπου και να ήταν, αν είχε στο μεταξύ φύγει από το νησί τους (Εμμ. Πρωτοψάλτη, Ἡ Κύπρος εἰς τόν Ἀγῶνα τοῦ 1821, Ἀθῆναι, 1971 σσ. 42-44). Προφανώς επειδή τα δυο αυτά γράμματα δεν έφεραν αποτέλεσμα, ίσως διότι δεν ανευρέθη ο Υψηλάντης, ο Κυπριανός Θησεύς στις 5 Οκτωβρίου 1821 στέλλει από τη Σύμη νέο γράμμα στους δημογέροντες της Ύδρας ζητώντας να του δώσουν 222.706 γρ. γι' αγορά όπλων και εφοδίων προς απελευθέρωση της Κύπρου έναντι χρεωστικής ομολογίας της κοινότητος Κύπρου, υπογραμμένης και σφραγισμένης από τους τέσσερις αρχιερατικούς θρόνους της και επιβεβαιωμένης από την Ἀγγλικήν Καγκελλαρίαν του νησιού, απ' όπου μόλις είχε πληροφορηθεί από πλοιάριο με αγγλική σημαία για τις σφαγές των ἀρχιερέων, ἱερέων, προυχόντων καί πολλῶν ἄλλων τέκνων της, ὅσα ἠμποροῦσαν νά ὀνομασθῶσιν ἄνθρωποι (ἐκτός ἐκείνων ὅσοι ἠδυνήθησαν καί ἔφυγαν). Χαρακτηριστικά στο κείμενο αυτό είναι: α) η αριστοκρατική αντίληψη του Κυπριανού Θησέως για τον λαό της πατρίδας του, αντίληψη όλων των εκπροσώπων των ανωτέρων τάξεων, και β) η σχέση του με την αγγλική διπλωματία, ενώ θα περιμέναμε σχέσεις με τη γαλλική· η ευελιξία του αυτή δείχνει πολύπλευρη διεθνή τοποθέτηση, που απαντάται και στ' άλλα του αδέλφια (βλ. πιο κάτω). Οι Υδραίοι παρέπεμψαν, με γράμμα της 3 Νοεμβρίου 1821, τον Κυπριανό Θησέα στο υπό ίδρυση πολιτικόν σύστημα στην Πελοπόννησο, διότι οι ίδιοι ήσαν οικονομικά εξαντλημένοι, παροτρύνοντας να ἑνωθῇ με το σύστημα αυτό, στέλλοντας ἐν τοσούτῳ  ἡ πατρίς σας [Κύπρος] πρέσβεις. Κατά τον επόμενο χρόνο, 1822, η περιουσία του Κυπριανού στη συνοικία Κουτσιούκ Μαχαλλέ Λάρνακας, ένα κτήμα με γνωστά σύνορα και εξαρτήματα, κατεκυρώθη στον Μαχμούτ, γραμματέα του Σαλήχ Καποτζή πασά, αντί του τιμήματος 5.000 γρ. Άλλη περιουσία του Κυπριανού Θησέως, στην Κοντέα, επίσης κατασχέθηκε στα 1823.

 

Δάνειο

Στα 1825 ο Κυπριανός Θησεύς μαζί με άλλους Κυπρίους που αγωνίζονταν στην Ελλάδα, τους Χαράλαμπο Μάλη, Κυπρίδημο Γεωργιάδη, Γ.Δ. Οικονομίδη και Δημήτριο Οικονομίδη, γράφουν από το Ναύπλιο στις 2 Απριλίου προς το Εκτελεστικό Σώμα και συνιστούν να μη δοθεί χωριστό δάνειο στον τέως στρατηγό του Ναπολέοντος Μαυροβούνιο ντε Βιντζ που σε συνεργασία με Κυπρίους του Λονδίνου (ανάμεσά τους ο Κύπρου ἔξαρχος Ἰωαννίκιος ο κατόπιν αρχιεπίσκοπος, ο αρχιμανδρίτης Θεόφιλος ή Θεοφύλακτος Θησεύς αδελφός του Κυπριανού και αρχικά και ο Νικόλαος Θησεύς) προσπαθούσαν να συνάψουν ειδικό δάνειο γι’ απελευθέρωση της Κύπρου. Φαίνεται ότι το δάνειο αυτό το παρουσίαζαν ως εθνικό δάνειο ή ταυτόσημο προς το εθνικό δάνειο που επεδίωκε με αντιπροσώπους της η ελληνική κυβέρνηση, δυσκολεύοντάς την έτσι ανάμεσα στους κύκλους του City και ερίζοντας με τους Χίους του Λονδίνου. Περίπου τα ίδια, χωρίς να παραλείπουν και αυτοί να εκφράσουν σεβασμό στον ντε Βιντζ, επαναλαμβάνουν με νέα επιστολή τους στις 6 Απριλίου 1825 πάλι από το Ναύπλιο, προς το Βουλευτικόν Σώμα οι Κυπριανός Θησεύς, Χ. Μάλης, Κυπρ. Γεωργιάδης, Γ.Δ. Οικονομίδης και Κυπριανός Βικέντιος. Ο Θεοφύλακτος Θησεύς είχε σταλεί με άλλους, εκ μέρους των Κυπρίων του Λονδίνου, κατά το 1823 στην Ελλάδα για να πείσει σχετικά την ελληνική κυβέρνηση. Αλλά οι αντιπρόσωποι της ελληνικής κυβέρνησης στο Λονδίνο καταγγέλλουν σ' αυτήν την αποστολή του Θεοφύλακτου και των άλλων με έγγραφο της 12/24 Μάιου 1824, ενώ σε άλλο έγγραφο των ιδίων, της 14/26  Φεβρουαρίου 1824 ο Θεοφύλακτος Θησεύς καλείται τῆς ἀπάτης ἀπόστολος. Λόγω των καταγγελιών αυτών και της αντιδράσεως των Κυπρίων της Ελλάδας, το χωριστό κυπριακό δάνειο ματαιώνεται (Πρωτοψάλτης, ε.α., σσ. 18- 24,75 - 77,84 - 85. Σπυρίδ. Δ. Λουκάτος, στα Πρακτικά τοῦ Α' Διεθνοῦς Κυπρολογικοῦ Συνεδρίου, Γ. 1,1973, σσ. 197-226. Αναστασίου Δ. Λιγνάδη, Τό Πρῶτον Δάνειον τῆς Ἀνεξαρτησίας, Ἀθῆναι, 1970, σσ. 137 -142, 316).

 

Η προφανής διαφωνία του Κυπριανού Θησέως με τους αδελφούς του Θεοφύλακτο και Νικόλαο είναι ενδιαφέρον δείγμα των διαφορετικών κατευθύνσεών τους σε αρκετά θέματα, παρά τη συμφωνία τους σε άλλα. Στην Ελλάδα ο Κυπριανός Θησεύς συνεργάστηκε με τον Χαράλαμπο Μάλη και τον Δημήτριο Φραγκούδη για επιχειρήσεις που θα περισπούσαν τόν ἐχθρόν καί θά τόν κατέτριβαν πολλαχόθεν, προφανώς υπαινιγμός στις προσπάθειες ομάδας Κυπρίων της Ελλάδας και Ελλαδιτών να προκαλέσουν επανάσταση στον Λίβανο, στη Συρία και στα πέριξ ως αντιπερισπασμό στις τουρκικές στρατιωτικές ενέργειες καταστολής της ελληνικής επανάστασης, στα 1825 - 1826, προσπάθειες που απέτυχαν λόγω κακής οργανώσεως και ανόητης συμπεριφοράς των εκστρατευσάντων (βλ. λήμμα Βάσσος Μαυροβουνιώτης).

 

Μετά τη λήξη της επανάστασης ο Κυπριανός Θησεύς εγκαταστάθηκε στη Σύρο, όπου στις 17 Αυγούστου 1831 όρισε πληρεξούσιό του τον Κύπριο Μιχαήλ Παπαγεωργίου για να εισπράξει το ποσόν των 3.360 γρ. που χρωστούσαν οι επίσης Κύπριοι Ιωάννης Μιχαήλ και Σταυρινός Ιωάννου, ενώ άλλες διεκδικήσεις του ανέθεσε στον αδελφό του Νικόλαο Θησέα, που στα 1832 - 33 ήταν στην Κύπρο (Λ. Φιλίππου, Κύπριοι Ἀγωνισταί..., σ. 142).

 

Πηγή:

Μεγάλη Κυπρακή Εγκυκλοπαίδεια