Φάκελος Κύπρου

Η διερεύνηση των εγκλημάτων Πραξικοπήματος και Εισβολής

Image

Με τον όρο "Φάκελος Κύπρου" που συνοδευόταν πάντοτε από το αίτημα για άνοιγμα του μετά το 1974, εννοούμε την έναρξη της διαδικασίας διερεύνησης από την Κυπριακή Βουλή και τη Βουλή των Ελλήνων, των αιτίων και των αιτιατών που οδήγησαν την Κύπρο στην καταστροφή μετά το Πραξικόπημα της 15ης Ιουλίου και της Τουρκικής Εισβολής στις 20 Ιουλίου του 1974

Το πόρισμα του Φακέλου δόθηκε στη δημοσιότητα στις 24 Οκτωβρίου 2018. Το πόρισμα αποτελείται συνολικά από 33 τόμους. (Βλέπε πλήρες κείμενο από το Αρχείο της Βουλής

 

Ιστορικό εγγραφής
Για σκοπούς ιστορικής αναφοράς η πρώτη απόφαση της Βουλής των Αντιπροσώπων της Κύπρου  για το άνοιγμα του Φακέλου της Κύπρου  καταγράφεται σε ψήφισμα το οποίο εγκρίθηκε στις 22 Απριλίου 1982, μετά από σχετική συζήτηση που προηγήθηκε στο Κεφάλαιο Τέταρτο. Την εγγραφή του θέματος ζήτησαν οι βουλευτές του ΔΗΚΟ Αλέξης Γαλανός και Ρήνα Κατσελλή.
Το θέμα επανήλθε για συζήτηση και σύσταση της επιτροπής με επιστολές που κατέθεσαν στον
Πρόεδρο του σώματος το ΣΚ ΕΔΕΚ (22 Φεβρουαρίου 1986, 17 Ιουνίου 1987) και το ΔΗΚΟ (25 Φεβρουαρίου 1986, 28 Αυγούστου 1997).

 

Όλα τα κόμματα τάχθηκαν υπέρ του ανοίγματος του Φακέλου της Κύπρου και της σύστασης
κοινοβουλευτικής επιτροπής για τη διερεύνηση των γεγονότων τα οποία έλαβαν χώρα πριν,
κατά και μετά το πραξικόπημα και την τουρκική εισβολή.


Με απόφασή της η Βουλή των Αντιπροσώπων στις 30 Ιανουαρίου 1989 αποφάσισε τη σύσταση
Εξεταστικής Επιτροπής για το Φάκελο της Κύπρου με σύνθεση και όρους εντολής. 


Με βάση τους όρους εντολής της, η επιτροπή θα έχει την ευθύνη να διερευνήσει γεγονότα τα
οποία έλαβαν χώρα στην πατρίδα μας και τα οποία οδήγησαν στο πραξικόπημα της 15ης
Ιουλίου και την τουρκική εισβολή της 20ής Ιουλίου 1974 και να συγκεντρώσει και να αξιολογήσει
στοιχεία της κυπριακής τραγωδίας, που επικράτησε να ονομάζονται "Φάκελος της Κύπρου".
Στις 23 Φεβρουαρίου 1989 οι κοινοβουλευτικοί εκπρόσωποι των κομμάτων είχαν συνάντηση με
το Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας από τον οποίο ζήτησαν να απαντήσει σε διάφορα νομικά
ερωτήματα αναφορικά με την επιτροπή. 


Σημειώνεται ότι η επιτροπή στα αρχικά στάδια λειτουργίας της ήταν ad hoc επιτροπή και στις 10
Οκτωβρίου 2002 έγινε μόνιμη. Η λειτουργία της επιτροπής διακρίνεται σε τρεις περιόδους:


1. Πρώτη περίοδος λειτουργίας (2 Απριλίου 1999 - 16. Απριλίου 2001). Η σύνθεση της επιτροπής ανακοινώθηκε στις 2 Απριλίου 1999. Τα μέλη της επιτροπής σε σύσκεψη με τον Πρόεδρο του σώματος στις 29 Ιουλίου 1999 υπέδειξαν ομόφωνα για πρόεδρό της τον Τ. Χατζηδημητρίου. Επίσημα η επιτροπή καταρτίσθηκε σε σώμα στην πρώτη της συνεδρία την 21η Οκτωβρίου 1999.

 

Η επιτροπή αποτελείτο από τους ακόλουθους βουλευτές:

 

2. Δεύτερη περίοδος λειτουργίας (1 Ιουνίου 2001 - 10 Απριλίου .2006). Η επιτροπή αποτελείτο από τους ακόλουθους βουλευτές:

 

Από την 1 η Μαρτίου 2003 και μέχρι τις 10 Απριλίου 2006, μετά την υπουργοποίηση του προέδρου της, η επιτροπή παρέμεινε χωρίς πρόεδρο και ουσιαστικά ανενεργή.

 

3. Τρίτη περίοδος λειτουργίας (8 Ιουνίου 2006 - 14 Απριλίου .2011).

Στις 8 Ιουνίου 2006 η Επιτροπή Επιλογής καθόρισε τη νέα σύνθεσή της. Η επιτροπή αποτελείτο από τους ακόλουθους βουλευτές:

  • Μαρίνος Σιζόπουλος (ΚΣ ΕΔΕΚ), πρόεδρος
  • Αριστοφάνης Γεωργίου (ΑΚΕΛ-Αριστερά-Νέες Δυνάμεις)
  • Γεώργιος Γεωργίου (ΔΗΣΥ)
  • Ζαχαρίας Κουλίας (ΔΗΚΟ).

 

Στις 15 Ιουλίου 2006 η επιτροπή πραγματοποίησε συνάντηση με τον Πρόεδρο της Βουλής Δημήτρη Χριστόφια στην οποία παρευρίσκονταν επίσης ο γενικός διευθυντής της Βουλής Κωστάκης Χριστοφόρου και η αναπλ. διευθύντρια της Υπηρεσίας Κοινοβουλευτικών Επιτροπών Ελένη Ηλιάδη. Στη συνάντηση καθορίσθηκαν οι όροι εντολής της επιτροπής.

 

Οι όροι περιλάμβαναν τα εξής:

  1. Η Κοινοβουλευτική Επιτροπή για το Φάκελο της Κύπρου αναλαμβάνει την ευθύνη για τη διερεύνηση των γεγονότων τα οποία διαδραματίσθηκαν τη χρονική περίοδο που καλύπτεται μεταξύ του Ιανουαρίου 1967 και του Δεκεμβρίου 1974 και τα οποία οδήγησαν στο πραξικόπημα της 15ης Ιουλίου και στην τουρκική εισβολή της 20ής Ιουλίου και της 14ης Αυγούστου 1974. Το υλικό που θα συγκεντρωθεί θα χρησιμοποιηθεί για τη δημιουργία αρχείου στη Βουλή, το οποίο θα αποτυπώνει όσο το δυνατό πιο αντικειμενικά τα διαδραματισθέντα γεγονότα.
  2.  Για τη διερεύνηση των γεγονότων αποφασίστηκαν τα εξής: α. Λήψη καταθέσεων από πρόσωπα τα οποία είχαν ενεργό συμμετοχή στα γεγονότα της επίμαχης περιόδου, όπως π.χ. πολιτικοί, στρατιωτικοί, κρατικοί αξιωματούχοι ή υπάλληλοι, καθώς και από οποιοδήποτε πολίτη της Κυπριακής Δημοκρατίας ο οποίος μπορεί να καταθέσει στοιχεία (προφορικά ή εγγράφως) τα οποία να συνδράμουν στην παραπάνω προσπάθεια. Οι καταθέσεις θα λαμβάνονται στο χώρο της Βουλής από τα μέλη της επιτροπής και το περιεχόμενο τους θα είναι απόρρητο. β. Συλλογή εγγράφων από υπουργεία και υπηρεσίες της Κύπρου (ΓΕΕΦ, ΚΥΠ, Υπουργείο Εξωτερικών κ.ά.), από ιδιώτες ή άλλες προσβάσιμες πηγές (Ιερά Αρχιεπισκοπή Κύπρου). γ. Μελέτη του αρχειακού υλικού που υπάρχει στη Βουλή των Ελλήνων ή ενδεχομένως και σε άλλες υπηρεσίες (εφόσον παραχωρηθεί η σχετική άδεια) για την καταγραφή στοιχείων. δ. Συλλογή εγγράφων από τρίτες χώρες (ΗΠΑ, Μεγάλη Βρετανία, Ρωσία/ΕΣΣΔ). ε. Συγκέντρωση οπτικοακουστικού υλικού το οποίο φυλάσσεται στο ΡΙΚ ή σε άλλους ραδιοτηλεοπτικούς σταθμούς ή και σε άλλες πηγές. στ. Συλλογή δημοσιευμάτων από τον ημερήσιο και εβδομαδιαίο τύπο της Κύπρου και, εφόσον κριθεί αναγκαίο, της Ελλάδας ή και άλλων χωρών. ζ. Συλλογή βιβλίων που αναφέρονται στα γεγονότα της υπό διερεύνηση περιόδου.
  3.  Το παραπάνω υλικό θα καταλογογραφηθεί, θα αρχειοθετηθεί και θα φυλάσσεται σε χώρο που θα αποφασίσει η Βουλή.
  4. Για την υλοποίηση της αποστολής της η επιτροπή θα μπορεί να συνάπτει μνημόνια συνεργασίας με ιδρύματα ή και άτομα τόσο στην Κύπρο όσο και στο εξωτερικό.
  5.  Το υλικό που θα συγκεντρωθεί θα είναι απόρρητο για όσο χρόνο η Βουλή θα αποφασίσει. Τα πνευματικά δικαιώματα του υλικού ανήκουν στη Βουλή. Η πρόσβαση σε αυτά ιστορικών, ερευνητών ή άλλων προσώπων θα είναι δυνατή μετά από έγκριση της Βουλής.
  6.  Δηλώσεις ή ανακοινώσεις (στον τύπο ή άλλης μορφής) κατά τη διάρκεια των εργασιών της επιτροπής θα γίνονται από τον Πρόεδρο της Βουλής, τον πρόεδρο της επιτροπής ή άλλο πρόσωπο το οποίο θα εξουσιοδοτηθεί για το σκοπό αυτό.
  7.  Με την ολοκλήρωση των εργασιών της η επιτροπή θα ετοιμάσει πόρισμα στο οποίο θα αναφέρεται το σύνολο των δραστηριοτήτων της και το οποίο θα παρουσιασθεί στην ολομέλεια του σώματος. Θα κοινοποιηθεί επίσης όπου η Βουλή θα αποφασίσει. Το πόρισμα ΔΕΝ θα αναφέρεται σε πολιτικές ή ποινικές ευθύνες.
  8.  Οι εργασίες της επιτροπής θα καταβληθεί προσπάθεια να ολοκληρωθούν μέχρι το Δεκέμβριο του 2010. Ακόμα αποφασίσθηκε να εγκριθεί ειδικός προϋπολογισμός για την επιτροπή ύψους £150.000 για τα πρώτα 3 χρόνια λειτουργίας της (£50.000 για κάθε χρόνο). Λεπτομερής απολογισμός για τον τρόπο διάθεσης του προϋπολογισμού της επιτροπής ετοιμάσθηκε από την Υπηρεσία Οικονομικής Διαχείρισης της Βουλής και επισυνάπτεται (Παράρτημα III). Τα έτη 2007 και 2008 εγκρίθηκε για τις ανάγκες της επιτροπής το ποσό των £50.000 και των €85.000, αντίστοιχα. Το 2009, πέραν των €85.000, εγκρίθηκε συμπληρωματικός προϋπολογισμός €35.000 και για το 2010 το ποσό του εγκεκριμένου προϋπολογισμού ανήλθε στις €120.000. Ο λόγος της αύξησης του προϋπολογισμού για τα έτη 2009 και 2010 οφείλετο στην πρόσθετη ευθύνη που ανέλαβε η επιτροπή για την ψηφιοποίηση του συγκεντρωθέντος υλικού και την ετοιμασία λογισμικού προγράμματος.
  9. Τέλος, ο Πρόεδρος της Βουλής ανέλαβε την ευθύνη σε συνεργασία με τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας να εξασφαλίσει: • έγκριση για ελεύθερη πρόσβαση της επιτροπής στα κρατικά αρχεία και • έγκριση για πρόσβαση στο υλικό που συνέλεξε η αντίστοιχη επιτροπή που συστάθηκε από τη Βουλή των Ελλήνων την περίοδο 1986 - 1988. Τη γραμματεία της επιτροπής αποτελούσαν οι: • Ελένη Ηλιάδη, Πρώτη Γραμματέας Κοινοβουλευτικών Επιτροπών, • Ανδρέας Νεοφύτου, Γραμματέας Κοινοβουλευτικών Επιτροπών Α', και • Γεωργία Πέτρου, Γραμματέας Κοινοβουλευτικών Επιτροπών, η οποία ορίσθηκε μέλος της γραμματείας το Σεπτέμβριο του 2010. 

 

Ο τέως Πρόεδρος της Δημοκρατίας Τάσσος Παπαδόπουλος έδωσε οδηγίες στα διάφορα κυβερνητικά τμήματα να παράσχουν πλήρη υποστήριξη στις εργασίες της επιτροπής και να θέσουν στη διάθεσή της το αρχειακό τους υλικό. Στα πλαίσια της παραπάνω οδηγίας στις 13 Δεκεμβρίου 2006  πραγματοποιήθηκε στη Βουλή ειδική συνεδρία της επιτροπής στην οποία παρέστησαν οι ακόλουθοι: Σοφοκλής Σοφοκλέους, Υπουργός Δικαιοσύνης και Δημοσίας Τάξεως, Νίκος Συμεωνίδης, Υπουργός Άμυνας, Κωνσταντίνος Μπισμπίκας, Αρχηγός ΓΕΕΦ, Κωστάκης Χριστοφόρου, γενικός διευθυντής της Βουλής, Άντης Τρυφωνίδης, γενικός διευθυντής Υπουργείου Δικαιοσύνης και Δημοσίας Τάξεως, Αλέξανδρος Ζήνων, αναπλ. γενικός διευθυντής Υπουργείου Εξωτερικών, Ε. Παρπαρίνου, διευθύντρια Κρατικού Αρχείου, Μιχάλης Χατζηδημητρίου, διευθυντής Τμήματος Φυλακών, Μιχάλης Παρέλλης, εκπρόσωπος Υπουργείου Εσωτερικών, Γιώργος Καζαμίας, αναπλ. καθηγητής Πανεπιστημίου Κύπρου, Ρολάνδος Κατσιαούνης, ερευνητής, συνεργάτης της επιτροπής.

 

Συνδρομή από Ελλάδα

Κατά τη διάρκεια της συνεδρίας οι παρευρισκόμενοι ενημερώθηκαν για τους όρους εντολής της επιτροπής και επιπρόσθετα:

  • συμφωνήθηκε να προσφερθεί στην επιτροπή κάθε δυνατή διευκόλυνση και πρόσβαση στα αρχεία των υπουργείων και των κρατικών υπηρεσιών και
  • ορίσθηκε από την κάθε υπηρεσία σύνδεσμος για τις επαφές με την επιτροπή ως εξής:
    • ΓΕΕΦ αντιπλοίαρχος Κωνσταντίνος Φυτιρής,
    • Υπουργείο Άμυνας αντισυνταγματάρχης (ΠΖ) Σοφούλης Παναγιώτου,
    • ΚΥΠ Αντώνης Αντωνίου,
    • Υπουργείο Εξωτερικών Ευαγόρας Βρυωνίδης.

 

Το διήμερο 25-26 Ιουλίου 2006 ο πρόεδρος της επιτροπής, συνοδευόμενος από το λειτουργό της Βουλής Ανδρέα Νεοφύτου, επισκέφθηκε την Αθήνα και είχε συναντήσεις με τους:

  • Παναγιώτη Καμένο, πρόεδρο της Επιτροπής Άμυνας και Εξωτερικών Υποθέσεων της Βουλής των Ελλήνων, ο οποίος εκπροσωπούσε την Πρόεδρο της Βουλής των Ελλήνων Άννα Ψαρούδα Μπενάκη,
  • Απόστολο Κακλαμάνη, πρώην Πρόεδρο της Βουλής των Ελλήνων,
  • Χάρη Καστανίδη, κοινοβουλευτικό εκπρόσωπο του ΠΑΣΟΚ, τους οποίους ενημέρωσε για την απόφαση της Βουλής των Αντιπροσώπων να ενεργοποιήσει την Κοινοβουλευτική Επιτροπή για το Φάκελο της Κύπρου και να ζητήσει τη συνδρομή τους για πρόσβαση στο μαρτυρικό υλικό που συγκέντρωσε η αντίστοιχη επιτροπή του ελληνικού κοινοβουλίου.

 

Για το σκοπό αυτό είχε αποσταλεί σχετική επιστολή στη Βουλή των Ελλήνων με την οποία είχε διαβιβασθεί και επίσημα το σχετικό αίτημα. Το αίτημα τέθηκε ακόμα τόσο στον Έλληνα Πρωθυπουργό Κ. Καραμανλή όσο και στους Προέδρους της Βουλής των Ελλήνων Α. Μπενάκη και Δ. Σιούφα. Μέχρι και τον Οκτώβριο του 2009, όταν Πρωθυπουργός της χώρας ήταν ο Κ. Καραμανλής, δεν υπήρξε απάντηση στο σχετικό αίτημα το οποίο είχε διαβιβασθεί. Στις 5 Μαρτίου 2010 ο πρόεδρος της επιτροπής είχε συνάντηση στην Αθήνα με τον Έλληνα Υπουργό Εθνικής Άμυνας Ευάγγελο Βενιζέλο, τον οποίο ενημέρωσε για την πορεία των εργασιών της επιτροπής. Ακόμα αιτήθηκε από τον Έλληνα υπουργό τη συνδρομή του, ώστε η επιτροπή να έχει πρόσβαση, για να μελετήσει το αρχείο της ΑΣΔΑΚ, το οποίο παραδόθηκε στο ΓΕΣ τον Ιανουάριο του 1968 με την αποχώρηση της Ελληνικής Μεραρχίας και το οποίο φυλάσσεται στη Διεύθυνση Ιστορίας Στρατού, καθώς και τις εκθέσεις τις οποίες είχαν υποβάλει οι 400 περίπου Ελλαδίτες αξιωματικοί που υπηρετούσαν στην Κύπρο την περίοδο του πραξικοπήματος και της τουρκικής εισβολής. Για τα ανωτέρω έχει διαβιβασθεί και σχετική επιστολή.

 

Ταυτόχρονα, στις 24 Μαρτίου 2010 εστάλη επιστολή στον Πρωθυπουργό της Ελλάδας Γεώργιο Παπανδρέου και στον Πρόεδρο της Βουλής των Ελλήνων Φίλιππο Πετσάλνικο, στην οποία επαναλαμβανόταν το αίτημα για παραχώρηση πρόσβασης και μελέτης του υλικού που είχε συγκεντρώσει η αντίστοιχη επιτροπή, καθώς και προς τον Υπουργό Εθνικής Άμυνας Ευάγγελο Βενιζέλο και τον Αναπληρωτή Υπουργό Εξωτερικών Δημήτρη Δρούτσα για την παραχώρηση ανάλογης άδειας για μελέτη συγκεκριμένου υλικού το οποίο έχει εντοπισθεί ότι φυλάσσεται στο αρχείο των υπουργείων τους. Όπως διαπιστώνεται από σχετικά έγγραφα της Βουλής των Αντιπροσώπων, το θέμα της πρόσβασης στο υλικό που συγκέντρωσε η Βουλή των Ελλήνων κατά τη διάρκεια των εργασιών της αντίστοιχης επιτροπής τέθηκε πολλές φορές στο παρελθόν. Συγκεκριμένα, αναφέρονται τα ακόλουθα:

  • Τον Αύγουστο του 1997 ο γενικός διευθυντής της Βουλής, ενεργώντας στα πλαίσια οδηγιών που έλαβε από τον Πρόεδρο της Βουλής, είχε προβεί σε ενέργειες προς τον ομόλογο του στο ελληνικό κοινοβούλιο για παραχώρηση αντιγράφου του υλικού.
  • Στις 5 Σεπτεμβρίου 1997 ο Πρόεδρος της Βουλής απέστειλε επιστολή στον Πρόεδρο της Βουλής των Ελλήνων επαναθέτοντας το θέμα.
  • Όπως διαβιβάσθηκε προφορικά στη Βουλή από το γενικό γραμματέα της Βουλής των Ελλήνων, η μη παραχώρηση του σχετικού υλικού στηρίζεται σε απόφαση της ελληνικής κυβέρνησης ότι το σχετικό αρχείο είναι τεράστιο και σε αυτό περιέχονται απόρρητα έγγραφα τα οποία δε δόθηκαν ποτέ σε κανέναν. Την απόφαση μπορεί να διαφοροποιήσει μόνο η ελληνική κυβέρνηση, εφόσον κρίνει ότι τα πράγματα παρουσιάζονται σήμερα διαφορετικά. Υπογραφή μνημονίων συνεργασίας Το Μάρτιο του 2007 υπογράφηκαν τα μνημόνια συνεργασίας με: • το Πανεπιστήμιο Κύπρου (Παράρτημα IV/1) (με τη λήξη της συνεργασίας στις 28 Φεβρουαρίου 2010 το σχετικό μνημόνιο ανανεώθηκε με παράταση της συνεργασίας μέχρι την 31 η Δεκεμβρίου 2010) και • το Ρολάνδο Κατσιαούνη (Παράρτημα IV/2). Το Πανεπιστήμιο Κύπρου στις 2 Απριλίου 2007 όρισε ως Ερευνητική Ομάδα (ΕΟ) τους: 1. Πέτρο Παπαπολυβίου, αναπληρωτή καθηγητή ιστορίας, 2. Γιώργο Καζαμία, αναπληρωτή καθηγητή ιστορίας, 3. Μαρία Παναγιώτου, υποψήφια διδάκτορα (2.4.2007 - 31.12.2010), 4. Χρίστο Κυριακίδη, υποψήφιο διδάκτορα (2.4.2007 - 29.2.2008), ο οποίος αντικαταστάθηκε από την 5. Κωνσταντίνα Κωνσταντίνου, υποψήφια διδάκτορα (3.3.2008 - 30.9.2008), η οποία στο τέλος αντικαταστάθηκε από την 6. Ευαγγελία Ματθοπούλου, υποψήφια διδάκτορα (2.10.2008 - 31.12.2010), 7. Χαράλαμπο Αλεξάνδρου, υποψήφιο διδάκτορα (15.4.2009 - 31.12.2010), ο οποίος προστέθηκε ως μέλος της ΕΟ λόγω αυξημένων αναγκών.

 

Στις 3 Οκτωβρίου 2008 υπεγράφη Μνημόνιο Συνεργασίας διάρκειας 3 μηνών (1.10.2008 - 31.12.2008) με το δημοσιογράφο Σπύρο Κέττηρο, ο οποίος ανέλαβε να συγκεντρώσει το οπτικοακουστικό υλικό που υπήρχε στο Αρχείο του ΡΙΚ ή και σε άλλους ραδιοτηλεοπτικούς σταθμούς και αφορούσε τα γεγονότα τα οποία διερευνούσε η επιτροπή (Παράρτημα IV/3).

 

Διαδικασία λήψης καταθέσεων

  1. Η λήψη των καταθέσεων επραγματοποιείτο στη Βουλή κατά τη διάρκεια ειδικής συνεδρίας κεκλεισμένων των θυρών. Το περιεχόμενο των καταθέσεων ήταν απόρρητο. Στους προσκεκλημένους δινόταν η δυνατότητα, εάν και εφόσον το επιθυμούσαν, να αναφερθούν σε γεγονότα ή στοιχεία ή και ονόματα εμπλεκόμενων προσώπων με γραπτό κείμενο το οποίο θα τοποθετούσαν σε ειδικό φάκελο ο οποίος θα σφραγιζόταν, θα τον μονογραφούσε ο πρόεδρος της επιτροπής και θα ανοιγόταν σε ημερομηνία που ο μάρτυρας θα καθόριζε. Χρήση αυτού του δικαιώματος έκανε μόνο ο μάρτυρας Σπ. Παπαγεωργίου και αφορούσε την κατάθεση δύο εγγράφων. Θα πρέπει να αναφερθεί ότι κατά τη διάρκεια της λειτουργίας της επιτροπής δεν υπήρξε διαρροή του περιεχομένου των καταθέσεων, γεγονός το οποίο αποδεικνύει το υψηλό αίσθημα ευθύνης το οποίο επέδειξαν όλα τα εμπλεκόμενα στη λειτουργία της επιτροπής πρόσωπα.
  2. Στις συνεδρίες, εκτός από τον πρόεδρο και τους βουλευτές μέλη της επιτροπής, παρευρίσκονταν οι Ελένη Ηλιάδη, Πρώτη Γραμματέας Κοινοβουλευτικών Επιτροπών, Ανδρέας Νεοφύτου, Γραμματέας Κοινοβουλευτικών Επιτροπών Α', Γεωργία Πέτρου, Γραμματέας Κοινοβουλευτικών Επιτροπών (από το Σεπτέμβριο του 2010), οι στενογράφοι της Βουλής, ο χειριστής του ηλεκτρονικού υπολογιστή και οι κοινοβουλευτικοί συνεργάτες των βουλευτών μελών της επιτροπής.
  3. Η κάθε κατάθεση, για σκοπούς ασφάλειας, αλλά και αποφυγής οποιωνδήποτε μελλοντικών παρεμβάσεων και αλλοίωσης του περιεχομένου της, τηρήθηκε και φυλάσσεται σε πέντε διαφορετικές μορφές: α. στενογραφημένο κείμενο, β. αποστενογραφημένο κείμενο, γ. ηλεκτρονική μορφή, δ. ηχογραφημένη μορφή στις κασέτες των στενογράφων, ε. ηχογραφημένη μορφή σε ψηφιακό δίσκο ηλεκτρονικού υπολογιστή. Όλες οι μορφές είναι αριθμημένες και μονογραφημένες από τον πρόεδρο της επιτροπής. Σημειώνεται ότι τα αποσπάσματα των καταθέσεων παρατίθενται στο πόρισμα με κάθε επιφύλαξη από την επιτροπή λόγω της πιθανής υποκειμενικότητας που μπορεί να τις χαρακτηρίζει.
  4. Οι μάρτυρες κλήθηκαν μετά από προσωπική προφορική επικοινωνία του προέδρου ή μέλους της επιτροπής. Σχεδόν σε όλες τις περιπτώσεις, πριν από την κλήτευσή τους, ενημερώνονταν από τον πρόεδρο ή τα μέλη της επιτροπής (οι πλείστοι σε κατ' ιδίαν συνάντηση) για τους λόγους της κλήτευσής τους, καθώς και για τους όρους εντολής της επιτροπής. Αυτά επαναλαμβάνονταν και κατά την έναρξη της συνεδρίας.
  5. Για τον κάθε προσκεκλημένο τηρήθηκε ξεχωριστός φάκελος, ο οποίος περιλαμβάνει τις διάφορες μορφές της κατάθεσης, την πρόσκληση σύγκλησης της συνεδρίας, καθώς και τυχόν έγγραφα τα οποία έχουν κατατεθεί και σχετικά δημοσιεύματα (αν υπήρξαν) στον τύπο. 
  6. Η κατάσταση των προσώπων που κλήθηκαν και κατέθεσαν (εξετάσθηκαν) ενώπιον της Κοινοβουλευτικής Επιτροπής για το Φάκελο της Κύπρου (με αλφαβητική σειρά).
  7. Αριθμός προσώπων αρνήθηκε να προσέλθει ενώπιον της επιτροπής για κατάθεση . Η επιτροπή, παρά την εξουσία που είχε να κλητεύσει τα συγκεκριμένα άτομα, με βάση το σχετικό νόμο και τον κανονισμό της Βουλής, με υποχρέωση αυτά να παρευρεθούν και να καταθέσουν, το απέφυγε. Θεώρησε ότι οι μάρτυρες θα έπρεπε να προσέλθουν αυτόβουλα μετά την κοινοποίηση της πρόσκλησης και τη σχετική ενημέρωση που είχαν για τον τρόπο λειτουργίας της επιτροπής.
  8. Η επιτροπή απέφυγε να καλέσει για κατάθεση υπηκόους άλλων χωρών και περιορίσθηκε για ευνόητους λόγους μόνο σε Κυπρίους υπηκόους. Εξαίρεση αποτέλεσαν οι ακόλουθοι: α. Ο τέως βασιλιάς των Ελλήνων Κωνσταντίνος. Η επιτροπή εκτίμησε ότι η κατάθεσή του θα μπορούσε να φωτίσει σημαντικές πτυχές των γεγονότων που διερευνούσε, δεδομένου ότι πιθανόν να είναι κάτοχος πληροφοριών ή και λεπτομερειών που θα τη βοηθούσαν στην τεκμηρίωση διάφορων εκδοχών. Η κατάθεση λήφθηκε από την επιτροπή στο Λονδίνο, στις 10 Δεκεμβρίου 2009, όπου ταξίδευσε ειδικά για αυτό το σκοπό. β. Ο Αλέξανδρος Σημαιοφορίδης, ο οποίος την περίοδο 1969 - 1974 υπηρέτησε με το βαθμό του λοχαγού ως προϊστάμενος του κλιμακίου της ελληνικής ΚΥΠ στην Κερύνεια. Είχε συλληφθεί από τα τουρκικά στρατεύματα στις 23 Ιουλίου 1974 και στη συνέχεια είχε ανταλλαγεί με Τούρκους αιχμαλώτους. Συνεδρίες της επιτροπής Για τις συνεδρίες που αφορούσαν διαδικαστικά θέματα τηρήθηκαν πρακτικά από τη γραμματεία της επιτροπής. Συνολικά πραγματοποιήθηκαν 188 συνεδρίες. Από αυτές οι 40 αφορούσαν συζήτηση διαδικαστικών θεμάτων και οι υπόλοιπες αφορούσαν τη λήψη καταθέσεων.

 

Συγκεκριμένα:

  1. κλήθηκαν και κατέθεσαν συνολικά 155 άτομα,
  2. ο συνολικός χρόνος των συνεδριάσεων ανήλθε στις 448 ώρες,
  3. τηρήθηκαν συνολικά περίπου 20 000 σελίδες πρακτικών που αφορούν τις καταθέσεις των μαρτύρων. Αναλυτική κατάσταση των παραπάνω κατά κοινοβουλευτική σύνοδο επισυνάπτεται στο Παράρτημα VI. Κατά την πρώτη περίοδο λειτουργίας της επιτροπής (1999 - 2001) πραγματοποιήθηκαν συνολικά 22 συνεδρίες για λήψη καταθέσεων και προσήλθαν ενώπιόν της 19 μάρτυρες. Για σκοπούς αποφυγής, αλλά και ελέγχου τυχόν διαρροών σχετικά με το περιεχόμενο των συνεδριάσεων, με εξαίρεση τις πρώτες συνεδριάσεις, η επιτροπή αποφάσισε να μην επιτρέπει την αντικατάσταση μέλους της από άλλο συνάδελφο βουλευτή της ίδιας κομματικής ομάδας σε περίπτωση κωλύματος του μέλους. Ακόμα, δεν επέτρεψε σε συναδέλφους βουλευτές μη μέλη της επιτροπής να παρακολουθούν τις συνεδριάσεις.

 

Τα μέλη της επιτροπής εκφράζουν την ευαρέσκεια και την πλήρη ικανοποίησή τους για την εξαιρετική βοήθεια που είχαν από τους γραμματείς των Κοινοβουλευτικών Επιτροπών, τις στενογράφους, τον τεχνικό που είχε την επιμέλεια της ηχογράφησης των καταθέσεων, το Τμήμα Υπηρεσιών Πληροφορικής, καθώς και τη διεύθυνση της Βουλής. Όλοι τους επέδειξαν υψηλό αίσθημα ευθύνης και οι επιδόσεις τους βαθμολογούνται με άριστα. Η συμβολή τους στην ομαλή λειτουργία της επιτροπής, καθώς και στο έργο που έχει επιτελεσθεί μέσα σε δύσκολες συνθήκες είναι σημαντική.

 

Μελέτη αρχείων - Συλλογή εγγράφων

  1. Αρχείο Εθνικής Φρουράς Το αρχείο το οποίο τηρείται στη Διεύθυνση Ιστορίας Εθνικής Φρουράς (ΔΙΕΦ) μελετήθηκε από την ΕΟ του πανεπιστημίου την περίοδο από την 31 η Αυγούστου 2007 μέχρι τις 7 Αυγούστου 2009. Η μελέτη αφορούσε έγγραφα που είχαν τηρηθεί από το ΓΕΕΦ, τις διάφορες διοικήσεις, καθώς και μονάδες της ΕΦ και κυρίως αυτές που είχαν ενεργό εμπλοκή στο πραξικόπημα της 15ης Ιουλίου 1974 και κατά τη διάρκεια των 2 φάσεων της τουρκικής εισβολής, της 20ής Ιουλίου και της 14ης Αυγούστου 1974. Η ΕΟ του Πανεπιστημίου Κύπρου κατά τη μελέτη του αρχείου αποδελτίωσε 571 φακέλους και πέραν των 50 000 εγγράφων. Τελικά ψηφιοποιήθηκαν και λήφθηκαν 30 000 έγγραφα συνολικού αριθμού πέραν των 50 000 σελίδων. Θα πρέπει να σημειωθεί η εξαιρετική συνεργασία που υπήρξε τόσο με τον τέως Αρχηγό ΓΕΕΦ υποστράτηγο Κωνσταντίνο Μπισμπίκα όσο και με το σύνδεσμο του ΓΕΕΦ με την επιτροπή αντιπλοίαρχο Κωνσταντίνο Φυτιρή, το διευθυντή της ΔΙΕΦ αντισυνταγματάρχη (ΠΖ) Σοφούλη Παναγιώτου, καθώς και με το προσωπικό που υπηρετούσε στη ΔΙΕΦ. Σημαντική βοήθεια στο έργο της επιτροπής προσέφερε και ο Υπουργός Άμυνας Κώστας Παπακώστας.
  2.  Αρχείο Κεντρικής Υπηρεσίας Πληροφοριών (ΚΥΠ) Το αρχείο μελετήθηκε την περίοδο από τις 2 Ιουνίου 2009 μέχρι την 31 η Δεκεμβρίου 2010. Από τη μελέτη εντοπίσθηκαν και λήφθηκαν σε ψηφιοποιημένη μορφή έγγραφα συνολικού αριθμού πέραν των 69 000 και των 130 000 σελίδων.
  3.  Αρχείο Αρχηγείου Αστυνομικής Δύναμης Κύπρου Η μελέτη του αρχείου άρχισε στις 10 Ιουνίου 2010 και ολοκληρώθηκε στις 27 Οκτωβρίου 2010. Από αυτό παραλήφθηκαν σε ψηφιοποιημένη μορφή περίπου 13 000 έγγραφα συνολικού αριθμού περίπου 30 000 σελίδων.
  4.  Αρχείο Ιεράς Αρχιεπισκοπής Κύπρου Το αρχείο μελετήθηκε κατά την περίοδο από τις 25 Ιουνίου μέχρι τις 13 Ιουλίου 2007. Στο αρχείο εντοπίσθηκαν έγγραφα τα οποία αφορούσαν την εκκλησιαστική κρίση του 1973. Παραλήφθηκαν 2 566 ψηφιοποιημένα έγγραφα συνολικού αριθμού πέραν των 5 000 σελίδων.
  5.  Αρχείο Πρεσβείας της Κυπριακής Δημοκρατίας στην Αθήνα Η μελέτη έγινε την περίοδο από τις 6 μέχρι τις 11 Ιουλίου 2008. Δεν έχει εντοπισθεί υλικό ιδιαίτερης αξίας για τους σκοπούς της επιτροπής. Παραλήφθηκαν έγγραφα που περιέχουν κυρίως μαρτυρίες αναφορικά με κακοποιήσεις Ελληνοκυπρίων κατά τη διάρκεια της εισβολής συνολικού αριθμού περίπου 800 εγγράφων. 
  6.  Αρχείο Υπάτης Αρμοστείας της Κυπριακής Δημοκρατίας στο Λονδίνο Η μελέτη του αρχείου πραγματοποιήθηκε στις 18 Νοεμβρίου 2008. Δεν έχει εντοπισθεί υλικό ιδιαίτερης αξίας.
  7.  Αρχείο Υπουργείου Εξωτερικών Η μελέτη του αρχείου πραγματοποιήθηκε την περίοδο Σεπτεμβρίου - Δεκεμβρίου 2010.
  8.  Βρετανικά αρχεία Αυτά μελετήθηκαν σε τρεις χρονικές φάσεις: στο διάστημα από τις 25 Νοεμβρίου μέχρι την 1 η Δεκεμβρίου 2007, από τις 16 Νοεμβρίου μέχρι τις 23 Νοεμβρίου 2008 και από τις 28 Ιανουαρίου μέχρι τις 7 Φεβρουαρίου 2009. Παραλήφθηκαν περίπου 12 500 αποχαρακτηρισμένα έγγραφα συνολικού αριθμού πέραν των 25 000 σελίδων. Πρόσθετο αρχειακό υλικό συγκεντρώθηκε από την ΕΟ του Πανεπιστημίου Κύπρου με έξοδα του ιδρύματος. Επίσης έχει παραληφθεί αριθμός φακέλων, προϊόν της προσωπικής έρευνας του καθηγητή Γιώργου Καζαμία στο χρονικό διάστημα 2005 - 2007.
  9.  Αρχεία ΗΠΑ Από διάφορες πηγές έχει παραληφθεί αριθμός εγγράφων τα οποία προέρχονται κυρίως από το Υπουργείο Εξωτερικών και αφορούν πρακτικά συσκέψεων, καθώς και αλληλογραφία με τις πρεσβείες των ΗΠΑ.
  10.  Δικογραφίες Στις 15 Ιανουαρίου 2009 η επιτροπή είχε συνάντηση με τον Πρόεδρο του Ανωτάτου Δικαστηρίου Πέτρο Αρτέμη, στον οποίο τέθηκε το αίτημα να παραδοθούν στην επιτροπή αντίγραφα των πρακτικών δικών που έχουν σχέση με τα διερευνώμενα από την επιτροπή γεγονότα και κατατέθηκε κατάλογος. Για τον ίδιο σκοπό στις 11 Νοεμβρίου 2009 πραγματοποιήθηκε συνεδρία στην οποία παρευρέθηκαν η διευθύντρια του Κρατικού Αρχείου και εκπρόσωπος του Ανωτάτου Δικαστηρίου με στόχο τη ρύθμιση της διαδικασίας μελέτης και παραλαβής από το Κρατικό Αρχείο υλικού που αφορά δικογραφίες. Η έρευνα για τη συγκέντρωση του υλικού πραγματοποιήθηκε από τις 7 Απριλίου μέχρι τις 3 Αυγούστου 2010. Το υλικό το οποίο παραδόθηκε στην επιτροπή ανέρχεται περίπου σε 1 900 έγγραφα.
  11.  Αρχείο της Εξεταστικής των Πραγμάτων Επιτροπής για το Φάκελο της Κύπρου της Βουλής των Ελλήνων Όπως έχει ήδη αναφερθεί, δεν παραχωρήθηκε άδεια πρόσβασης για μελέτη ή για παραλαβή εγγράφων από το αρχείο αυτό, όμως η επιτροπή με συγκεκριμένες ενέργειες έχει παραλάβει από διάφορες πηγές αριθμό σημαντικών καταθέσεων και εγγράφων, όπως και δημοσιεύσεις οι οποίες έχουν κυκλοφορήσει και δεν έχουν διαψευσθεί ως προς το περιεχόμενό τους.
  12.  Αρχείο Γεώργιου Γρίβα (της περιόδου 1971 - 1974) Η επιτροπή εντόπισε το συγκεκριμένο αρχείο και είχε προβεί σε συζητήσεις με τα άτομα που το κατείχαν με στόχο την παραχώρησή του στη Βουλή. Αρχικά υπήρξε θετική ανταπόκριση. Στη συνέχεια όμως υπήρξε άρνηση παραχώρησής του. Η επιλεκτική και αποσπασματική παράθεση τμημάτων του αρχείου στην επιτροπή δεν της επιτρέπει να προβεί σε αντικειμενική αξιολόγηση του περιεχομένου, έτσι ώστε να οδηγηθεί σε ασφαλή συμπεράσματα.
  13.  Ιδιωτικά αρχεία Ο δημοσιογράφος-ιστορικός Ά. Παυλίδης παρέδωσε στην επιτροπή το σύνολο του αρχείου το οποίο διέθετε και που χρησιμοποίησε για τη συγγραφή του βιβλίου "Φάκελος Κύπρου - Άκρως Απόρρητον". 
  14.  Κατάλογοι οι οποίοι περιλαμβάνουν τους νεκρούς του πραξικοπήματος και της εισβολής και αγνοουμένους της εισβολής (Παράρτημα XIV). Συλλογή οπτικοακουστικού υλικού Κύρια πηγή συλλογής του υλικού αποτέλεσε το Αρχείο του ΡΙΚ. Ο έκτακτος συνεργάτης της επιτροπής την περίοδο Οκτωβρίου - Δεκεμβρίου 2008 δημοσιογράφος Σπύρος Κέττηρος συνέλεξε το υλικό το οποίο εμφαίνεται στο επισυναπτόμενο παράρτημα (Παράρτημα VII). Βιβλιογραφία/Αποδελτίωση τύπου της περιόδου 1967 - 1974 

 

Η επιτροπή συγκέντρωσε αριθμό βιβλίων το περιεχόμενο των οποίων αναφέρεται στα γεγονότα τα οποία επισκοπούσε. Αριθμός των βιβλίων κατατέθηκε στην επιτροπή από τους μάρτυρες οι οποίοι κλήθηκαν και κατέθεσαν ενώπιόν της. Ο συνολικός αριθμός των βιβλίων τα οποία έχει συγκεντρώσει η επιτροπή παρατίθεται στο Παράρτημα VIII. Επιπρόσθετα, η επιτροπή έχει αποδελτιώσει και ψηφιοποιήσει τις ημερήσιες και εβδομαδιαίες εφημερίδες οι οποίες κυκλοφορούσαν την περίοδο 1967 - 1974.

Φώτο Γκάλερι

Image
Image