Λεξικόν Κυπριακής Διαλέκτου

« Αναπαμένα »

Επίρρημα

Σημασία:

1. ξεκούραστα. 2. ήρεμα.

Ετυμολογία:

Συνώνυμα:

Νεπαμένα

Ειδικές φράσεις:

«απού τρων αναπαμένα, τρων΄εφτά καταραμένα» (όποιος τρώει ξεκούραστα, τρώει επτά καταραμένα, δηλ. πάρα πολύ)