Λεξικόν Κυπριακής Διαλέκτου

« Απανωθκιόν »

Επίρρημα

Σημασία:

βλ. απανωδκιόν (1. επιπλέον. 2. από πάνω).

Συνώνυμα:

Ποπανωθκιόν, Πουπανωθκιόν