Λεξικόν Κυπριακής Διαλέκτου

« Απόκοφτος, -η, -ον »

Επίθετο

Σημασία:

1. ο αλογάριαστος. 2. ο ανεκτίμητος. 3. αυτός που δεν απογαλακτίστηκε.