Σχετικά με την Polignosi
|
Χορηγοί
Πέμπτη 16 Οκτωβρίου 2025
Η Μεγάλη Κυπριακή Εγκυκλοπαίδεια
Εξειδικευμένη Αναζήτηση
Λήμματα (Α-Ω)
Σαν Σήμερα
Κυπριακή Διάλεκτος (Α-Ω)
Φώτο Γκάλερι
Αφιερώματα
Κοινόν Κυπρίων
Ογκολογικό Κέντρο
Πολιτιστικό Ίδρυμα
IDEA
SupportCY
Κουίζ
Γενικές γνώσεις
Γεωγραφία
Ιστορία
Πολιτισμός
Λεξικόν Κυπριακής Διαλέκτου
« Γερότσουρος (ο) »
Ουσιαστικό
Σημασία:
1. ηλικιωμένος τράγος. 2. μτφ. άσχημο επίθετο για ηλικιωμένους με γένια ή μούσι, αλλά και για ηλικιωμένους ιερωμένους.
Ετυμολογία:
γέρος+τσούρος= τράγος
Συνώνυμα:
Γερότσουρα (η)