Λεξικόν Κυπριακής Διαλέκτου

« Γλυτζ̌ύς (ο) »

Επίθετο

Σημασία:

ο γλυκός.

Συνώνυμα:

Γλυτζ̌ειά (η), Γλυτζ̌ύν (το), Γλυτζ̌ά (τα)