Λεξικόν Κυπριακής Διαλέκτου

« Γαουράππης (ο) »

Ουσιαστικό

Σημασία:

ποικιλία αχλαδιάς, με καρπό βρώσιμο, αλλά όχι ωραίο στη γεύση.