Λεξικόν Κυπριακής Διαλέκτου

« Ερμαρόλλα (η) »

Ουσιαστικό

Σημασία:

βλ. αρμαρόλλα (ξύλινο έπιπλο κουζίνας για φύλαξη ειδών κουζίνας ή και φαγητού).