Λεξικόν Κυπριακής Διαλέκτου

« Δεκατία (η) »

Ουσιαστικό

Σημασία:

βλ. δεκατεία (παλαιός φόρος που ισοδυναμούσε με το ένα δέκατο της γεωργικής παραγωγής ή του εισοδήματος).

Συνώνυμα:

Δεκάτη