Λεξικόν Κυπριακής Διαλέκτου

« Θκυολλοήτικα (τα) »

Ουσιαστικό

Σημασία:

βλ. δκυολλοήτικα (δύο ίδιας χρήσης αντικείμενα με διαφορετική κατασκευή, διαφορετικά).