Λεξικόν Κυπριακής Διαλέκτου

« Θυμιατός (ο) »

Ουσιαστικό

Σημασία:

το θυμιατήρι.

Συνώνυμα:

Θυννιατός, Φεννιατός, Φυμιατός, Φυννιατός (ο)