Λεξικόν Κυπριακής Διαλέκτου

« Ζεϊπέκκης (ο) »

Ουσιαστικό

Σημασία:

1. ο στρατιώτης. 2. ο χωροφύλακας. 3. λαϊκός ελληνικός χορός.