Λεξικόν Κυπριακής Διαλέκτου

« Κατασ̌ή (η) »

Ουσιαστικό

Σημασία:

τα δημητριακά που είναι έτοιμα για διαχωρισμό των καρπών τους από τα στάχυα και το περίβλημα.