Λεξικόν Κυπριακής Διαλέκτου

« Κόγγλος (ο) »

Ουσιαστικό

Σημασία:

βλ. ζάριν (1.ζάρι (παιγνίου: εξάπλευρος κύβος). 2. ράτσα σκύλου. 3. ο κάλλος (μικρό σκληρό κουβάρι) σε δέντρο ή στο δέρμα ανθρώπου).