Λεξικόν Κυπριακής Διαλέκτου

« Καφεθκιά (η) »

Επίθετο

Σημασία:

βλ. καφετής (αυτός που έχει το χρώμα του καφέ).

Συνώνυμα:

Καφετίν (το)